MEDLABNEWS.GR / IATRIKA NEA: ΜΕDLAB

Responsive Ad Slot

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΕDLAB. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΕDLAB. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σε έξαρση η ψωρίαση λόγω του άγχους και της κατάθλιψης που έφερε η οικονομική κρίση.



Η 29η Οκτωβρίου καθιερώθηκε ως «Παγκόσμια Ημέρα Ψωρίασης» το 2004, με πρωτοβουλία της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Ψωρίασης, που συσπειρώνει στους κόλπους της γιατρούς και ασθενείς. Στόχος της Παγκόσμιας Ημέρας Ψωρίασης είναι να ενημερώσει ασθενείς, ιατρούς και κοινό και να αυξήσει την επίγνωση για την ασθένεια, ώστε να δώσει στους ασθενείς που πάσχουν από Ψωρίαση την προσοχή και την κατανόηση που τους αξίζει.

Η ψωρίαση #psoriasis είναι ένα συχνό, χρόνιο φλεγμονώδες νόσημα που εμφανίζεται σε γενετικώς προδιατεθειμένα άτομα και χαρακτηρίζεται από την υπερπλασία της επιδερμίδας και το γρήγορο πολλαπλασιασμό των επιδερμικών κυττάρων. Φυσιολογικά, κάθε μήνα, τα κύτταρα της επιδερμίδας αποβάλλονται και αντικαθίστανται με νέα. Στους ασθενείς με ψωρίαση η αντικατάσταση των κυττάρων της επιδερμίδας γίνεται πολύ πιο γρήγορα από τον μήνα, συνήθως σε μία εβδομάδα. Έτσι η επιδερμίδα γίνεται παχύτερη και τα κύτταρα που αποβάλλονται καθημερινά, είναι πολύ περισσότερα απ' ότι στο υγιές δέρμα.

Η ψωρίαση είναι μια χρόνια, μη μεταδοτική αυτοάνοση ασθένεια που επηρεάζει το δέρμα και τις αρθρώσεις. Είναι μία συστηματική φλεγμονώδης πάθηση που χαρακτηρίζεται από επηρμένες λεπιδώδεις βλάβες στο δέρμα. 


Προσβάλλει περίπου 14 εκατομμύρια άτομα στην Ευρώπη και περίπου 125 εκατομμύρια άτομα σε ολόκληρο τον κόσμο. 
Η ψωρίαση κατά πλάκας είναι η πλέον συνήθης μορφή της νόσου και αντιπροσωπεύει περίπου το 80% των περιστατικών. Επιπροσθέτως, έως και το 30% των ατόμων με ψωρίαση μπορεί να αναπτύξουν ψωριασική αρθρίτιδα.
Μπορεί να νοσήσει οποιοσδήποτε ενήλικας συνήθως από 25-45 ετών και εμφανίζεται με την ίδια συχνότητα σε άντρες και γυναίκες. 

Προσβάλει άνδρες και γυναίκες σε ποσοστό 1,5%-3% του πληθυσμού.

Η ψωρίαση δεν είναι μεταδοτική και δεν δημιουργεί προβλήματα σε τρίτους.



Όπως καταγράφεται σε μελέτη του MEDLAB IATΡΙΚΟΥ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟΥ, τα τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί τα περιστατικά με ψωρίαση κατά 32%.
Η σημερινή πίεση και το καθημερινό άγχος έχει επιβαρύνει πάρα πολύ τους ασθενείς με ψωρίαση. 

Σε πολλές περιπτώσεις η ψωρίαση εκδηλώνεται μετά από καταστάσεις έντονου άγχους. Η υπερβολική ψυχολογική πίεση που οφείλεται κατά βάση στην οικονομική πίεση των ημερών μας, έχουν πυροδοτήσει την εκδήλωση ψωρίασης και έχουν αυξήσει τα περιστατικά υποτροπών.

Επιπλέον, η ίδια η παθολογική κατάσταση προκαλεί ψυχολογική πίεση, καθώς το δέρμα παίζει ουσιαστικό ρόλο στις διαπροσωπικές σχέσεις. Οι ορατές βλάβες, ιδιαίτερα στα χέρια και το πρόσωπο, μπορούν να βλάψουν την εικόνα που έχει ένα άτομο για τον εαυτό του και να το οδηγήσουν στο άγχος και την κατάθλιψη. Τότε ξεκινά ένας φαύλος κύκλος, καθώς η ψυχολογική πίεση μπορεί με τη σειρά της να προκαλέσει εξάρσεις της ασθένειας.
Η πρώτη αναφορά της ψωρίασης γίνεται από τον Ιπποκράτη, που χρησιμοποίησε τον όρο ψώρα και λέπρα, για περιπτώσεις που θεωρούνται και αναγνωρίζονται σαν ψωρίαση.

H συχνότητα στο γενικό πληθυσμό είναι 1-3%. Στην Ελλάδα έχουμε περίπου διακόσιες πενήντα χιλιάδες ανθρώπους, περίπου, που πάσχουν από ψωρίαση και αντιμετωπίζουν μια σειρά από προβλήματα. 
Κυρίαρχο πρόβλημα είναι το γεγονός ότι οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν ότι η ψωρίαση δεν είναι μεταδοτική με αποτέλεσμα οι πάσχοντες να υφίστανται σημαντική ψυχοκοινωνική επιβάρυνση. 
Περισσότερες από 7.000.000 και σε όλο τον κόσμο πάνω από 120.000.000. Η συχνότητά της είναι ίση μεταξύ των δύο φύλων.

Οι διακυμάνσεις αποδίδονται σε φυλετικούς, περιβαλλοντικούς και γεωγραφικούς παράγοντες. Από πλευράς κληρονομικότητας φαίνεται ότι, από τις σχετικές μελέτες, πρέπει να δεχθούμε ότι αυτή υφίσταται και αφορά περισσότερα από ένα γονίδια. 
Περιβαλλοντολογικοί παράγοντες μπορεί να ξυπνούν και διεγείρουν την εμφάνιση ή υποτροπή του νοσήματος στους ψωριασικούς. Σ' αυτούς συγκαταλέγονται: οι λοιμώξεις, το στρες, φάρμακα, κλιματολογικοί παράγοντες, τραυματισμοί. 
Η ψωρίαση, εκτός του δέρματος, μπορεί να προσβάλλει και το αρθριτικό σύστημα. Στην περίπτωση αυτή, εφόσον εκδηλωθεί σε βαριά μορφή, μπορεί να προκαλέσει λειτουργικές και ανατομικές, των πασχουσών αρθρώσεων, όπως και η ρευματοειδής αρθρίτιδα.
Πρωτοεμφανίζεται συνήθως μεταξύ 18 έως 25 ετών, αν και μπορεί να παρουσιασθεί σε οποιαδήποτε ηλικία. Στατιστικά, πάντως, η εμφάνιση κάτω από την ηλικία των 10 ετών είναι εξαιρετικά σπάνια.

Η ΨΩΡΙΑΣΗ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΔΕΡΜΑΤΙΚΗ ΠΑΘΗΣΗ ΜΕ ΑΥΤΟΑΝΟΣΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΠΟΥ ΠΡΟΣΒΑΛΕΙ ΤΑ ΕΜΦΑΝΗ ΣΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΟΠΩΣ ΧΕΡΙΑ, ΠΡΟΣΩΠΟ ΚΑΘΩΣ ΕΠΙΣΗΣ ΚΑΙ ΕΥΑΙΣΘΗΤΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΟΠΩΣ ΤΑ ΓΕΝΝΗΤΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ.

Είναι μια χρόνια φλεγμονώδης δερματοπάθεια που δεν οφείλεται σε κάποιο μικρόβιο κι επομένως δεν είναι μεταδοτική. Χαρακτηρίζεται κυρίως από ερυθηματώδεις πλάκες που καλύπτονται από αργυρόχροα λέπια. Στις περισσότερες περιπτώσεις η νόσος εξελίσσεται με εναλλαγή εξάρσεων και υφέσεων. Εμφανίζεται όταν τα κύτταρα στην εξωτερική στοιβάδα του δέρματος αναπαράγονται πιο γρήγορα από το κανονικό και συσσωρεύονται στην επιφάνεια του δέρματος. Τα νέα κύτταρα, μη βρίσκοντας χώρο, επικάθονται το ένα στο άλλο, δημιουργώντας κηλίδες στο δέρμα, χρώματος κόκκινου σκεπασμένου από λεπτές πλάκες λεπιδώδους υφής, χρώματος ασημί ή λευκού. Το ερύθημα από μόνο του δεν είναι κνηφώδες, αλλά η πληγείσα περιοχή μπορεί να ματώνει, αν ξύνεται.

Τα περισσότερα περιστατικά, περίπου 80% είναι ήπιας-μέτριας μορφής.

Η ψωρίαση συνοδεύεται τακτικά και από άλλες ασθένειες ύποπτες για το ανοσοποιητικό τους χαρακτήρα όπως διαβήτης, άσθμα, βρογχίτιδα, ρευματοειδής αρθρίτιδα

Επιδεινώνεται από το έντονο ψυχολογικό στρες, από τις χαμηλές θερμοκρασίες (χειμώνας), από την υψηλή κατανάλωση αλκοόλ και άλλες αιτίες. Αντίθετα, το καλοκαίρι γενικά βελτιώνεται με την ηλιοθεραπεία και την αυξημένη θερμοκρασία του περιβάλλοντος, αν και το 10% των ασθενών επιδεινώνεται με την ηλιοθεραπεία.  Επίσης κάνει τακτικά «παρέα» με την κατάθλιψη λόγω του ότι η «απωθητική» εμφάνισή της νόσου οδηγεί τους ασθενείς σε κοινωνικό περιορισμό. Πέρα όμως από αυτό είναι δυνατόν η ίδια η διαταραχή της ψωρίασης να φτάσει σε εγκεφαλικές δυσλειτουργίες που έχουν σαν αποτέλεσμα την κατάθλιψη.

Οι κλινικοί τύποι που εμφανίζονται στην ψωρίαση εκφράζονται με την παρακάτω ορολογία:


• Σταγονοειδής

• Γενικευμένη

• Νομισματοειδής

• Γυροειδής

• Γεωγραφική Ανάστροφη

• Γυροειδής

• Ερυθροθερμική

• θυλακική

• Φλυκταινώδης (Παλαμών - πελμάτων)

• Δακτυλοειδής και Γενικευμένη του Vom Zumbuch

Επίσης, αναλόγως με τον εντοπισμό της, διακρίνονται επί μέρους τύποι π.χ. ψωρίαση τριχωτού κεφαλής, ονύχων κ.α. 

Ποια είναι τα συμπτώματα της ψωρίασης;

Τα συμπτώματα της ψωρίασης έχουν οξύνσεις και υφέσεις. 
Τα σημαντικότερα είναι τα εξής:

  • Κόκκινες, παχιές πλάκες με ασημένιες ή λευκές στρώσεις 
  • Ξηρό, πρησμένο, σκασμένο δέρμα που πολλές φορές ματώνει 
  • Μικρά διάστικτα σημάδια
  • Φαγούρα, κάψιμο, ερεθισμός
  • Παχιά νύχια στα χέρια και στα πόδια, επηρμένα (σηκωμένα) και με εξογκώματα
  • Πρησμένες αρθρώσεις

Θεραπεία της Ψωρίασης και της Ψωριασικής Αρθρίτιδας

Μέχρι σήμερα δεν υπάρχει ριζική αντιμετώπιση της νόσου, υπάρχουν όμως διάφορες θεραπείες που μπορούν να βελτιώσουν πολύ την κατάσταση. 

Η θεραπεία της ψωρίασης είναι εξατομικευμένη, αφού οι ασθενείς διαφέρουν στον τύπο, στη σοβαρότητα και στην ανταπόκριση στη θεραπεία. Αυτό οφείλεται στη φύση της νόσου, η οποία χαρακτηρίζεται από μια απρόβλεπτη πορεία και αντιμετωπίζεται μόνον εφόσον χορηγείται κάποιο φάρμακο σε κάποια δόση ή εφαρμόζεται κάποια άλλη θεραπευτική μέθοδος, όπως η φωτο- χημειοθεραπεία.

Φωτοδυναμική Θεραπεία
Οι θεραπευτικές μέθοδοι που εφαρμόζονται στην ψωρίαση περιλαμβάνουν τοπικές θεραπείες (εφαρμογή φαρμάκων στο δέρμα- τοπικά κορτικοστεροειδή, καλσιποτριόλη, μαλακτικά), φωτοθεραπείες   ( PUVA,UVA - χρήση υπεριώδους ακτινοβολίας με ή χωρίς φάρμακα από το στόμα), φωτοδυναμική θεραπεία , συστηματικές θεραπείες (φάρμακα από το στόμα) και, τα τελευταία χρόνια, τα φάρμακα βιοτεχνολογίας, οι βιολογικοί παράγοντες (φάρμακα σε ενέσιμη μορφή).

Η έρευνα των τελευταίων ετών οδήγησε στη δημιουργία των βιολογικών θεραπειών για τη μορφή της ψωρίασης κατά πλάκας.

Υπάρχουν 2 κατηγορίες βιολογικών φαρμάκων:

1. Αυτές που στοχεύουν στα Τ-λεμφοκύτταρα και

2. Αυτές που στοχεύουν στις πρωτείνες (κυτοκίνες) που απελευθερώνονται από τα Τ-λεμφοκύτταρα.

Αυτό που διαφοροποιεί τα βιολογικά φάρμακα από τις υπόλοιπες θεραπείες είναι ότι είναι πιο επιλεκτικά στη δράση τους. Έτσι, ενώ είναι αποτελεσματικά δεν προκαλούν τοξικότητα σε ζωτικά όργανα( ήπαρ/νεφροί) όπως συμβαίνει με άλλες συστηματικές θεραπείες.

Τέλος, έχει καταγραφεί ως αρνητικό, η έλλειψη στη διατροφική μας αλυσίδα σημαντικών λιπαρών αρωματικών οξέων και φυτικών ινών, το άγχος, ορμονικές διαταραχές και ενδεχόμενο ηλιακό ερύθημα.

Πολύ σημαντικό ρόλο, παίζει η διατροφή μας, ώστε να αποβάλουμε τις τοξίνες μέσω των φυσιολογικών οδών και όχι μέσω του δέρματος. Έτσι προτείνονται διατροφικές συνήθειες που έχουν καταγραφεί στα θετικά της αντιμετώπισης, όπως ψάρια πλούσια σε ωμέγα 3 λιπαρά και Εpa π.χ. σκουμπρί, σολομός, σαρδέλα, γαύρος κ.λ.π. καθώς επίσης και πρωτεϊνούχα σκευάσματα όπως φασόλια. Πολλές φορές, άτομα με πρόβλημα ψωρίασης, έχουν δυσκολία στην απορρόφηση πρωτεϊνών και έτσι βάζουν σε δυσκολία τον εντερικό σωλήνα. Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι οι φυτικές πρωτεΐνες απορροφώνται πιο εύκολα από τις ζωικές. Πρέπει να προτιμώνται
  • τα φρέσκα φρούτα και
  • τα λαχανικά.
Επίσης πρέπει να αποφεύγονται τρόφιμα όπως
  • τα λευκά σιτηρά
  • το κόκκινο κρέας,
  • τα γαλακτοκομικά προϊόντα
  • τα πουλερικά,
  • τα λιπαρά προϊόντα,
  • τα τρόφιμα που είναι πλούσια σε ζάχαρη,
  • τα γλυκά,
  • το αλκοόλ,
  • ο καφές.
Βιβλιογραφικές αναφορές:
Schon, N Engl J Med, 2005; Greaves, N Engl J Med, 1995.
Sampogna, Br J dermatol, 2004.

Oστεοπόρωση τι είναι; Επιπτώσεις, αιτίες, συμπτώματα, διάγνωση, θεραπεία, πρόληψη. Οστεοπόρωση στα παιδιά



των Αλέξανδρου Γιατζίδη, M.D. και Ξενοφώντα Τσούκαλη, M.D.medlabnews.gr iatrikanea

Η Παγκόσμια Ημέρα Οστεοπόρωσης εορτάζεται στις 20 Οκτωβρίου με σκοπό να ευαισθητοποιήσει όλο και πιο πολλούς για την έγκαιρη πρόληψη της νόσου.

Τι είναι η οστεοπόρωση;

Η οστεοπόρωση είναι μια ασθένεια που χαρακτηρίζεται από χαμηλή οστική πυκνότητα και μέτρια ποιότητα οστού. Εξελίσσεται χωρίς συμπτώματα ή πόνους έως ότου προκύψει κάποιο κάταγμα, που εντοπίζεται συνήθως στο ισχίο, στην σπονδυλική στήλη, ή στον καρπό. Γι΄ αυτό χαρακτηρίζεται ως η σιωπηλή επιδημία της εποχής μας. Μπορεί να οδηγήσει σε πόνους, ανικανότητα και σε ορισμένες περιπτώσεις, στο θάνατο. Σε όλους μας παρατηρείται κάποια οστική απώλεια με το πέρασμα των χρόνων, αλλά δεν θα εμφανίσουμε όλοι οστεοπόρωση. Στην μέση ηλικία, η πιθανότητα για τις γυναίκες να εκδηλώσουν οστεοπόρωση μεγαλώνει, γιατί χάνουν την προστατευτική ιδιότητα των οιστρογόνων στα οστά, όμως η οστεοπόρωση μπορεί να εκδηλωθεί σε οποιαδήποτε ηλικία και στα δύο φύλα λόγω πολλών παραγόντων. Επομένως, είναι απαραίτητο να "χτίσουμε" γερά οστά κατά τη διάρκεια της ζωής μας και να προσπαθήσουμε να διατηρήσουμε την οστική μάζα σε μεγαλύτερες ηλικίες.

Ποια είναι η σημασία και οι επιπτώσεις της οστεοπόρωσης;

Η οστεοπόρωση αποτελεί ένα σημαντικό πρόβλημα δημόσιας υγείας για δύο λόγους: Πρώτον, διότι είναι συχνή και δεύτερον, διότι συνεπάγεται σοβαρές επιπτώσεις στους ασθενείς και στις οικογένειές τους, στο σύστημα υγείας και στην εθνική οικονομία.
Η κύρια κλινική εκδήλωση της οστεοπόρωσης είναι τα κατάγματα χαμηλής ενέργειας, δηλ. τα κατάγματα που συμβαίνουν μετά από ελαφρού βαθμού τραυματισμό, όπως είναι π.χ. η πτώση από την όρθια θέση. Περίπου στο 40% των περιπτώσεων τα οστεοπορωτικά κατάγματα αφορούν τους σπονδύλους, 20% τον αυχένα του μηριαίου οστού, 20%  την κερκίδα και 20% διάφορα άλλα οστά. Αν και η οστεοπόρωση γενικά θεωρείται ως πάθηση των γυναικών, ωστόσο, όπως ήδη αναφέρθηκε παραπάνω, η οστεοπόρωση προσβάλλει και τους άνδρες. Έχει μάλιστα διαπιστωθεί ότι το 30% των οστεοπορωτικών καταγμάτων του αυχένα του μηριαίου οστού και το 20% των οστεοπορωτικών καταγμάτων των σπονδύλων συμβαίνουν στους άνδρες.




Ο κίνδυνος των καταγμάτων του ισχίου, των σπονδύλων αλλά και της κερκίδας αυξάνει με την πρόοδο της ηλικίας τόσο στις γυναίκες, όσο και στους άνδρες. Έχει μάλιστα υπολογιστεί ότι ο κίνδυνος οστεοπορωτικού κατάγματος στις γυναίκες ηλικίας 50 ετών και πάνω είναι 40-50% και στους άνδρες 15-20%.
Οι δυσμενείς επιπτώσεις της οστεοπόρωσης στους ασθενείς και στις οικογένειές τους, στο σύστημα υγείας και στην εθνική οικονομία οφείλονται στα κατάγματα. 

Ενδεικτικά αναφέρονται μερικές μόνο από τις επιπτώσεις αυτές:
•   Η θνησιμότητα στους ασθενείς με κατάγματα του ισχίου και με κλινικώς συμπτωματικά κατάγματα σπονδύλων είναι σημαντικά μεγαλύτερη από εκείνη που παρατηρείται σε άτομα του ίδιου φύλου και της ίδιας ηλικίας στο γενικό πληθυσμό. Για παράδειγμα, μέσα στον πρώτο χρόνο μετά από το κάταγμα περίπου 20% των ασθενών με κάταγμα του ισχίου και 25% των ασθενών με κάταγμα σπονδύλων πεθαίνουν.
•   Ένα χρόνο μετά από κάταγμα του ισχίου μόνο το 50% των ασθενών μπορούν να εκτελούν χωρίς βοήθεια τις συνήθεις δραστηριότητες της καθημερινής ζωής. 
•   Σε ετήσια βάση ο αριθμός των ημερών νοσοκομειακής νοσηλείας για τους ασθενείς με οστεοπορωτικά κατάγματα είναι σημαντικά μεγαλύτερος από τον αριθμό των ημερών νοσοκομειακής νοσηλείας  που χρειάζεται για τους ασθενείς με αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο ή σακχαρώδη διαβήτη ή έμφραγμα του μυοκαρδίου ή καρκίνο του μαστού.

Εξάλλου, το 2000 στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 15 τότε κρατών-μελών (συνολικός πληθυσμός 379.000.000 άνθρωποι)υπολογίστηκε ότι συνέβησαν 3,79 εκατομμύρια οστεοπορωτικά κατάγματα και ότι το άμεσο κόστος των καταγμάτων αυτών (δαπάνες νοσηλείας, χειρουργικών επεμβάσεων και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης) ήταν περίπου 32 δισεκατομμύρια Ευρώ.
  

Ποιες είναι οι αιτίες και πώς αναπτύσσεται η οστεοπόρωση;

Δύο είναι οι παράγοντες που παίζουν καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη της οστεοπόρωσης:
•   Το χαμηλό επίπεδο της κορυφαίας οστικής μάζας που αποκτά ένα άτομο στην ηλικία των 25 περίπου ετών
•   Η αυξημένη οστική απώλεια που μπορεί να συμβεί μετά την ηλικία των 45-50 ετών
Το ποσό της οστικής μάζας, που έχει ένα άτομο σε οποιαδήποτε ηλικία, είναι αποτέλεσμα δύο βασικών και αλληλένδετων κυτταρικών λειτουργιών, που πραγματοποιούνται συνεχώς μέσα στα οστά καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής, στα πλαίσια της λεγόμενης οστικής ανακατασκευής. Οι λειτουργίες αυτές είναι, πρώτον, η οστική απορρόφηση που προηγείται και δεύτερον, η οστική παραγωγή που ακολουθεί. Η οστική απορρόφηση γίνεται από τα κύτταρα που λέγονται οστεοκλάστες και η οστική παραγωγή γίνεται από τα κύτταρα που λέγονται οστεοβλάστες.
Φυσιολογικά, μέχρι την ηλικία περίπου των 25 ετών η οστική παραγωγή είναι μεγαλύτερη από την οστική απορρόφηση και έτσι η οστική μάζα αυξάνει συνεχώς, και μάλιστα πιο πολύ στους άνδρες από ότι στις γυναίκες, για να φθάσει στην ηλικία αυτή των 25 ετών στο μέγιστο επίπεδό της, που είναι γνωστό ως κορυφαία οστική μάζα. Κατά τα επόμενα 20 περίπου χρόνια η οστική απορρόφηση είναι ίση με την οστική παραγωγή τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες και επομένως η οστική μάζα παραμένει σταθερή. Μετά την ηλικία όμως των 45 ετών η εικόνα αρχίζει να αναστρέφεται. Η οστική απορρόφηση δηλ. γίνεται μεγαλύτερη από την οστική παραγωγή και  μάλιστα σε μεγαλύτερο βαθμό στις γυναίκες από ότι στους άνδρες λόγω της μειωμένης παραγωγής των οιστρογόνων και τελικά της εγκατάστασης της εμμηνόπαυσης περί την ηλικία περίπου των 50 ετών. Έτσι το αποτέλεσμα είναι μια “φυσιολογική” οστική απώλεια.


Ποιοι είναι οι παράγοντες κινδύνου για ανάπτυξη οστεοπόρωσης;

Κληρονομικό ή Ατομικό Ιστορικό
-οικογενειακό ιστορικό οστεοπόρωσης
-προχωρημένη ηλικία
-φύλο(θήλυ)
-πρώιμη εμμηνόπαυση

-περισσότερες από 3 εγκυμοσύνες

-μη θηλασμός
-θηλασμός διάρκειας μεγαλύτερης του 6μήνου
-ατοκία
-λεπτοφυής κατασκευή

-ωχρή χροιά δέρματος
-ξανθά μαλλιά
-γαλανά μάτια

Τρόπος ζωής
-χαμηλή λήψη ασβεστίου (μικρότερη από 1000mg ημερησίως)
-μειωμένη φυσική δραστηριότητα
-κάπνισμα
-υπερβολική χρήση αλκοόλ

-καφές (περισσότερο από 5 κούπες την ημέρα)
-υψηλή λήψη φυτικών ινών
-μειωμένη έκθεση στον ήλιο
Δευτερογενώς με άλλη πάθηση ή λήψη φαρμάκων
-γαστρεντερικές παθήσεις
-χρόνια νεφρική ανεπάρκεια
-υπερθυρεοειδισμός

-σακχαρώδης διαβήτης (ινσουλινοεξαρτώμενος)

-χρόνια λήψη κορτικοστεροειδών

-χρόνια λήψη αντιόξινων 

-αντιεπιληπτικά φάρμακα

-ηπαρίνη
-νευρογενής ανορεξία ή βουλιμία

Ποια είναι τα συμπτώματα της οστεοπόρωσης;

Η οστεοπόρωση είναι μια σιωπηρή νόσος, δεν παρουσιάζει δηλ. συμπτώματα για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αυτό σημαίνει ότι περνάνε αρκετά χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων η οστεοπόρωση συνεχώς χειροτερεύει από πλευράς απώλειας οστικής μάζας και διαταραχής της μικροαρχιτεκτονικής δομής των οστών, μέχρι να εμφανιστεί το πρώτο της σύμπτωμα, που είναι το κάταγμα. Η οστεοπόρωση είναι νόσος όλων των οστών και γι’ αυτό κατάγματα μπορεί να συμβούν σε διάφορες θέσεις του σκελετού, αλλά συνήθως συμβαίνουν στους σπονδύλους, στον αυχένα του μηριαίου οστού και στο αντιβράχιο. Πιο συγκεκριμένα, περίπου 40% των οστεοπορωτικών καταγμάτων αφορούν τη σπονδυλική στήλη, 20% τον  αυχένα του μηριαίου οστού, 20% το αντιβράχιο και 20% διάφορα άλλα οστά. Τα κατάγματα του αυχένα του μηριαίου οστού και του αντιβραχίου συμβαίνουν πάντοτε μετά από έναν ελαφρό τραυματισμό, όπως είναι π.χ. η πτώση από την όρθια θέση, ενώ συνοδεύονται πάντοτε από πόνο. Αντίθετα, τα σπονδυλικά κατάγματα συμβαίνουν συχνά χωρίς να προηγηθεί τραυματισμός και αρκετές φορές δεν συνοδεύονται από πόνο στη ράχη ή στη μέση. Απώλεια ύψους και κύφωση αποτελούν όψιμες εκδηλώσεις της οστεοπόρωσης και οφείλονται σε σπονδυλικά κατάγματα.


Πώς γίνεται η διάγνωση της οστεοπόρωσης;

Η μόνη εξέταση που επιτρέπει να ορίσουμε το βαθμό της αντοχής του οστού είναι η μέτρηση της οστικής πυκνότητος (ΒΜD). Aυτή η εξέταση είναι εντελώς ανώδυνη και ακίνδυνη, δεν χρειάζεται για να γίνει καμιά απολύτως προετοιμασία και μπορεί να γίνει ακόμα σε παιδιά αλλά και σε εγκύους.

Πώς γίνεται η μέτρηση της οστικής πυκνότητος;

Η οστεοπόρωση ελέγχεται με ειδικά μηχανήματα εντελώς ανώδυνα και ακίνδυνα. Η μέτρηση οστικής πυκνότητος πρέπει να γίνει σε όσο γίνεται μικρότερη ηλικία προκειμένου να αποκαλυφθεί αν υπάρχει πρόβλημα και σε τι βαθμό. Αν η εξέταση γίνει σε ηλικία που ο σκελετός αναπτύσσεται τότε η όποια παρέμβαση είναι καθοριστική και αποτελεσματική. Αν πάλι σε μεγαλύτερη ηλικία και κυρίως στην εμμηνόπαυση διαπιστωθεί πρόβλημα τότε το αποτέλεσμα συμβάλει στο να μην επιδεινωθεί η νόσος και σε ένα ποσοστό ασθενών να σταθεροποιηθεί και να αυξηθεί. 

Αρκεί η μέτρηση οστικής πυκνότητος να δείξει αν έχουμε οστεοπόρωση;

Αν δεν υπάρχει κάποιο άλλο πρόβλημα ναι. Αλλά όταν υπάρχει νόσος που αλλάζει τον μεταβολισμό μας (εμμηνόπαυση, θυρεοειδής, διαβήτης κλπ) θα πρέπει να γίνει ειδικός έλεγχος για να εκτιμηθεί το μέγεθος του προβλήματος. Σε αυτές τις περιπτώσεις η εξέταση οστικής πυκνότητος πρέπει να γίνεται μία φορά τον χρόνο.

Στην χώρα μας από το 1992 το Μedlab Ιατρικό Ινστιτούτο ανέπτυξε πίνακες με τις ελληνικές φυσιολογικές τιμές που απαιτούνται στην διάγνωση της οστεοπόρωσης για την Ελλάδα,  σε συνάρτηση με τους παράγοντες κινδύνου ανάπτυξης οστεοπόρωσης. Επίσης αξιοποιώντας την προηγμένη τεχνολογία μπόρεσε να μετατρέψει τα αποτελέσματα στα Ελληνικά με τέτοιο τρόπο, ώστε να είναι απόλυτα κατανοητά από τον γιατρό αλλά και από τον ασθενή.

Πόσο σημαντικό είναι τα αποτελέσματα να δίνονται με τις Ελληνικές φυσιολογικές τιμές;

Η φυσιολογική οστική πυκνότητα μεταβάλλεται από χώρα σε χώρα, σημαντικά. Από ερευνητική μελέτη που έγινε στο ΜΕDLAΒ βρέθηκε ότι υπάρχει μεγάλη διαφορά στις φυσιολογικές τιμές των Αμερικανών και των Ελλήνων. Αυτό σημαίνει ότι μία Ελληνίδα που εξετάζεται σε κάποιο από τα μηχανήματα που υπάρχουν στην Ελλάδα επειδή αναφέρουν μόνο τις Αμερικανικές φυσιολογικές τιμές, μπορεί να βρεθεί ότι έχει οστεοπόρωση, ενώ κανονικά με βάση τις Ελληνικές δεν έχει. 

Τι είναι οι βιοχημικές εξετάσεις για την οστεοπόρωση;



Επειδή η οστική πυκνότητα είναι μια στατική εξέταση (σαν την ζυγαριά που δείχνει το βάρος μας αλλά δεν μας λέει γιατί πήραμε κιλά και τι πρέπει να κάνουμε για να τα χάσουμε), είναι απαραίτητο η εξέταση να συνοδεύεται και από ειδικές εξετάσεις αίματος και ούρων όπου μπορούμε να βγάλουμε με την βοήθεια ειδικών υπολογιστών, το ποσοστό της ετήσιας οστικής απώλειας. Γνωρίζοντας και αυτή την παράμετρο, μπορούμε να αντιληφθούμε αν οργανισμός χάνει και με τι ρυθμό συστατικά των οστών, την αιτία που συμβαίνει το γεγονός και φυσικά να οδηγηθούμε στην καταλληλότερη θεραπεία.

Υπάρχει θεραπεία για την οστεοπόρωση;



Η θεραπεία της οστεοπόρωσης δεν μπορεί να πετύχει πλήρη αναπλήρωση της οστικής μάζας, που έχει ήδη χαθεί, ούτε αποκατάσταση της διαταραγμένης μικροαρχιτεκτονικής δομής των οστών και φυσικά δεν μπορεί να αναιρέσει τις σοβαρές συνέπειες των οστεοπορωτικών καταγμάτων, που μπορεί να έχουν ήδη συμβεί. Όλα αυτά βέβαια υπογραμμίζουν τη μεγάλη σημασία της πρωτογενούς κυρίως αλλά και της δευτερογενούς πρόληψης της νόσου.

Ωστόσο, πρέπει να τονιστεί ότι σήμερα υπάρχουν θεραπευτικές δυνατότητες για την οστεοπόρωση και ότι με την κατάλληλη εφαρμογή τους μπορεί να επιτευχθούν:


•   Αναστολή περαιτέρω οστικής απώλειας
•   Σημαντική αύξηση της οστικής μάζας
•   Σημαντική μείωση του κινδύνου καταγμάτων

Σήμερα υπάρχουν πολλά φάρμακα για την θεραπεία της οστεοπόρωσης τα οποία είτε αυξάνουν την οστική παραγωγή είτε αναστέλλουν την οστική απορρόφηση. Τα κυριότερα είναι:

•   Ασβέστιο
•   Βιταμίνη D
•   Διφωσφονικά
•   Παραθορμόνη
•   Εκλεκτικοί τροποποιητές των υποδοχέων των οιστρογόνων
•   Ρανελικό Στρόντιο
•   Καλσιτονίνη
•   Δενοσουμάμπη
•   Οιστρογόνα


Η επιλογή της κατάλληλης αγωγής εξαρτάται από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε ασθενή. 

Είναι αυτονόητο ότι το θεραπευτικό πρόγραμμα, που θα εφαρμοστεί σε ένα συγκεκριμένο ασθενή με οστεοπόρωση, δηλ. ποιο φάρμακο από τα παραπάνω θα χρησιμοποιηθεί και αν το φάρμακο αυτό θα συνδυαστεί ή όχι και με ασβέστιο ή/και βιταμίνη D, καθορίζεται από το θεράποντα γιατρό με βάση τα κλινικά δεδομένα και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου ασθενούς.


Πρόληψη της οστεοπόρωσης από την παιδική ηλικία

O σκελετός του ανθρώπου αναπτύσσεται μέχρι την ηλικία των 25 ετών περίπου. Στη διάρκεια αυτή δημιουργείται η μέγιστη οστική πυκνότητα που αποκτά κανείς στην ζωή του. Άρα, είναι πολύ σημαντικό η πρόληψη της οστεοπόρωσης να γίνεται από την ηλικία των 15 ετών περίπου. Από μελέτη που έγινε, στο ΜΕDLAB, σε παιδιά ηλικίας 15-25 ετών, το 40% από αυτά είχαν χαμηλότερη οστική πυκνότητα σε σχέση με φυσιολογικά παιδιά αντίστοιχης ηλικίας. Τα παιδιά αυτά, έχοντας χαμηλή κορυφαία οστική πυκνότητα, θα έχουν πολύ αυξημένο κίνδυνο δημιουργίας κατάγματος σε μεγαλύτερες ηλικίες. Για τον λόγο αυτό είναι απαραίτητο να ελέγχεται η πιθανότητα οστεοπενίας από νωρίς και να αντιμετωπίζονται οι λόγοι που την προκάλεσαν κάνοντας από τώρα, μία μέτρηση οστικής πυκνότητος σπονδυλικής στήλης.

Στην πρωτογενή πρόληψη της οστεοπόρωσης εφαρμόζονται μέτρα που έχουν ως στόχο την εξουδετέρωση των τροποποιήσιμων παραγόντων κινδύνου, ώστε να μην επιτραπεί η ανάπτυξη της νόσου. Στους στόχους της πρωτογενούς πρόληψης περιλαμβάνονται:

- Η απόκτηση του μέγιστου δυνατού επιπέδου της κορυφαίας οστικής μάζας μέχρι την ηλικία των 25 ετών και η διατήρησή της κατά την ηλικιακή περίοδο των 25-45 ετών.
- Η ελαχιστοποίηση της οστικής απώλειας μετά την ηλικία των 45 ετών.
Για την επίτευξη των στόχων αυτών θα πρέπει, λαμβάνοντας υπόψη τους τροποποιήσιμους παράγοντες κινδύνου για την οστεοπόρωση αλλά και τους μηχανισμούς με τους οποίους αναπτύσσεται η νόσος, η στρατηγική για την πρωτογενή πρόληψη της οστεοπόρωσης να εφαρμόζεται σε ευρεία κλίμακα, να αρχίζει από την παιδική και εφηβική ηλικία και να περιλαμβάνει:

- Καθημερινή λήψη με την τροφή της απαραίτητης ανάλογα με το φύλο και την ηλικία ποσότητας ασβεστίου και βιταμίνης D.
- Πρόγραμμα σωματικής άσκησης
- Ρύθμιση της ανεπάρκειας των οιστρογόνων σε περιπτώσεις πρόωρης εμμηνόπαυσης ή παρατεινόμενης αμηνόρροιας
- Διατήρηση κανονικού σωματικού βάρους
- Όχι κάπνισμα
- Όχι μεγάλη κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών
- Σε παθήσεις που επιβάλλεται η λήψη κορτιζόνης, θα πρέπει με βάση τις οδηγίες του θεράποντος γιατρού το φάρμακο αυτό να λαμβάνεται, αν είναι επιτρεπτό, στη μικρότερη δυνατή δόση και πάντως όχι πάνω από τα 7,5 mg πρεδνιζολόνης ημερησίως. Αν χρειάζεται μεγαλύτερη δόση, τότε θα πρέπει να λαμβάνεται παράλληλα ασβέστιο και βιταμίνη D με βάση τις οδηγίες του θεράποντος γιατρού. 

Επιπλέον, με βάση τα αποτελέσματα της μέτρησης της οστικής πυκνότητας ο θεράπων γιατρός θα κρίνει αν στα παραπάνω προληπτικά μέτρα χρειάζεται και η προσθήκη αντιοστεοπορωτικών φαρμάκων που αναστέλλουν την οστική απορρόφηση.

Οι ημερήσιες ανάγκες σε ασβέστιο έχουν υπολογιστεί ότι είναι περίπου 1 γραμμάριο για παιδιά μέχρι 10 ετών και για άνδρες μέχρι 65 ετών, ενώ είναι περίπου 1,5 γραμμάρια για εφήβους, γυναίκες όλων των ηλικιών και άνδρες άνω των 65 ετών. 

Οι ημερήσιες ανάγκες σε βιταμίνη D είναι 400-800 διεθνείς μονάδες. Το ασβέστιο λαμβάνεται κυρίως με τα γαλακτοκομικά προϊόντα. 
Επομένως, είναι χρήσιμο να αναφερθεί η περιεκτικότητα σε ασβέστιο ανά κιλό γαλακτοκομικού προϊόντος: Γάλα αγελάδας 1,2 γραμ. ανά κιλό, γάλα πρόβειο 2,1 γραμ., γιαούρτι 1,7 γραμ., τυρί φέτα 5 γραμ. και τυρί κίτρινο 10-12 γραμμάρια ανά κιλό. 
Εκτός από τα γαλακτοκομικά προϊόντα καλές πηγές ασβεστίου είναι τα ψάρια και τα μεταλλικά νερά, ενώ η έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία, τα εμπλουτισμένα σε βιταμίνη D γαλακτοκομικά προϊόντα και τα παχιά ψάρια αποτελούν καλές πηγές βιταμίνης D.

Το πρόγραμμα σωματικής άσκησης θα πρέπει να εφαρμόζεται συστηματικά για 3-4 ώρες κάθε εβδομάδα και να περιλαμβάνει ασκήσεις που εκτελούνται υπό την επίδραση της βαρύτητας. Τέτοιες ασκήσεις είναι π.χ. το περπάτημα, το ελεγχόμενο τρέξιμο, το τένις, το ανεβοκατέβασμα σκάλας και ο χορός.

Ιγμορίτιδα από νερό που μπαίνει από τη μύτη όταν κολυμπάτε. Προκαλεί πονοκεφάλους, ημικρανίες, κόπωση


του Ξενοφώντα Τσούκαλη, M.D, medlabnews.gr iatrikanea


Η ιγμορίτιδα (sinusitis) είναι η φλεγμονή της μεμβράνης που καλύπτει τα ιγμόρεια. Τα ιγμόρεια είναι κοιλότητες γεμάτες αέρα που σχηματίζονται από τα οστά που περιβάλλουν τη μύτη και επικοινωνούν με μικρά σωληνάκια με το εσωτερικό της μύτης. Tα ιγμόρεια άντρα και οι ηθμοειδείς κυψέλες δημιουργούνται αμέσως μετά τη γέννηση, ενώ οι σφηνοειδείς κόλποι στα 3-5 χρόνια και οι μετωπιαίοι στα 5-6 χρόνια της ζωής. Όταν αυτοί για διάφορους λόγους φλεγµαίνουν, τότε δηµιουργούνται οι παραρρινοκολπίτιδες, µε πιο συχνή απ’ όλες, αυτή της ιγµορίτιδας.  

Ομάδες αίματος. Παράγοντας ρέζους. Ποια η σχέση τους με ορισμένες ασθένειες; Μύθοι και αλήθειες για την αιμοδοσία (video)

blood group

της Κλεοπάτρας Ζουμπουρλή, μοριακής βιολόγου, medlabnews.gr iatrikanea

Στατιστικές μελέτες στον Ελληνικό πληθυσμό έχουν δείξει την ίδια συχνότητα των ομάδων αίματος με τους Ευρωπαίους.
ΑΒ = 4.75%
Α = 37.93%
Β = 12.93%
0 = 44.39%
Η συχνότητα των ομάδων αίματος σχετικά με τον παράγοντα Ρέζους στον Ελληνικό πληθυσμό είναι: 
Ρέζους θετικό = 85%
Ρέζους Αρνητικό = 15%

Μια μελέτη για τις ομάδες αίματος δείχνει, για παράδειγμα, πως όσοι έχουν ομάδα αίματος O διατρέχουν μειωμένο κίνδυνο να εκδηλώσουν έμφραγμα. Στην ίδια μελέτη υπογραμμίζεται ότι όσοι φέρουν ένα συγκεκριμένο γονίδιο (Adamts7 ) διατρέχουν σημαντικά υψηλότερο κίνδυνο εμφράγματος. Ωστόσο, εάν έχουν ομάδα αίματος O, έχουν και αυξημένη προστασία έναντι του εμφράγματος, ακόμη κι αν είναι φορείς του γονιδίου Adamts7.
Όσοι έχουν ομάδα αίματος Α κινδυνεύουν περισσότερο να εκδηλώσουν καρκίνο του στομάχου και πολύ λιγότερο όσοι έχουν Ο

Όσοι έχουν ομάδα αίματος Ο κινδυνεύουν περισσότερο απ’ όλους να εκδηλώσουν έλκος στομάχου ή δωδεκαδακτύλου , να έχουν ελικοβακτηρίδιο, να έχουν αρθρίτιδες, αλλεργίες, μελάνωμα, καρκίνο της ουροδόχου κύστης, διαταραχές του θυρεοειδούς, να εκδηλώσουν κατάθλιψη.

Όσοι έχουν ομάδα αίματος Ο έχουν γερά δόντια.

Όσοι έχουν ομάδα αίματος Ο κινδυνεύουν λιγότερο να εκδηλώσουν καρκίνο του μαστού και των πνευμόνων.

Όσοι έχουν ομάδα αίματος ΑΒ ή Β, διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να εκδηλώσουν καρκίνο του παγκρέατος σε σύγκριση με όσους έχουν ομάδα αίματος Α ή Ο.

Οι γυναίκες με ομάδα αίματος Α ή Β διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο αναπτύξεως καρκίνου των ωοθηκών.
Οι γυναίκες με ομάδα αίματος ΑΒ διατρέχουν διπλάσιες έως τριπλάσιες πιθανότητες από τις υπόλοιπες να αναπτύξουν στη διάρκεια της εγκυμοσύνης προεκλαμψία.

Οι άντρες με ομάδα αίματος Ο, είναι επιρρεπείς στην συσσώρευση περιττών κιλών.

Άτομα με ομάδα αίματος Ο φαίνεται ότι κινδυνεύουν λιγότερο να μολυνθούν και να αρρωστήσουν βαριά από COVID-19. Και αυτό, παρότι αποτελούν σημαντικό τμήμα του γενικού πληθυσμού. Aντιθέτως, όσοι έχουν ομάδα αίματος Α, Β ή ΑΒ, μπορεί να διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο μόλυνσης, σύμφωνα με την πρώτη μελέτη. Στη μελέτη αυτή εξετάστηκε η ομάδα αίματος περισσότερων από 473.000 Δανών, οι οποίοι υποβλήθηκαν σε τεστ κορoναϊού την περίοδο Φεβρουάριος-Ιούλιος 2020.

Άνθρωποι με διαβήτη που έχουν ΑΒ και Β ομάδα αίματος έχουν πολύ υψηλότερο κίνδυνο να αναπτύξουν καρκίνο του παγκρέατος.

Η δίαιτα βάσει της ομάδας αίματος, βασίζεται στην ιδέα ότι στους διαφορετικούς τύπους αίματος, η επεξεργασία τροφίμων γίνεται με διαφορετικό τρόπο. Για να χάσουν βάρος, τα άτομα με ομάδα Α πρέπει να ακολουθήσουν μία χορτοφαγική δίαιτα, ενώ τα άτομα της ομάδας O πρέπει να τρώνε κρέας και να αποφεύγουν τα γαλακτοκομικά και το σιτάρι.  Διαβάστε περισσότερα εδώ

Οι ομάδες αίματος

Το αίμα χωρίζεται σε διάφορες κατηγορίες ανάλογα με την παρουσία ουσιών στην επιφάνεια της μεμβράνης που περιβάλλει τα ερυθρά αιμοσφαίρια. Οι ουσίες αυτές από χημική άποψη είναι πρωτεΐνες και ονομάζονται αντιγόνα.
Ο κάθε οργανισμός ανάλογα με τα αντιγόνα των ερυθροκυττάρων του ανέχεται αίμα οποιασδήποτε κατηγορίας, αλλά καταστρέφει τα «ασύμβατα» κύτταρα, τα διαφορετικής δηλαδή ομάδας αίματος από τα δικά του, με συνέπειες σοβαρές μέχρι επικίνδυνες για τη ζωή του.
Τα αντιγόνα των ερυθροκυττάρων είναι πάρα πολλά, σπουδαιότερα όμως από κλινική άποψη είναι αυτά που ανήκουν σε δυο αντιγονικά συστήματα, το σύστημα ΑΒΟ και το σύστημα RHESUS, από τα οποία έχουν πάρει την ονομασία οι ομάδες αίματος στον άνθρωπο.
Το σύστημα ΑΒΟ είναι και το πρώτο που ανακαλύφθηκε το 1900 από τον LANDSTEINER και υποδηλώνει την ύπαρξη ή όχι των ουσιών Α και B στα ερυθρά αιμοσφαίρια.
Οι ουσίες, τα αντιγόνα αυτά, ή υπάρχουν και τα δυο μαζί, ή μόνο το ένα από αυτά ή και κανένα.
  • 'Όταν υπάρχουν και τα δυο, η ομάδα λέγεται ΑΒ
  • 'Όταν υπάρχει μόνο το Α, η ομάδα λέγεται Α
  • 'Όταν υπάρχει μόνο το Β, η ομάδα λέγεται Β
  •  Όταν δεν υπάρχει ούτε το Α ούτε το Β, η ομάδα λέγεται 0
Η παρουσία πάνω στα ερυθροκύτταρα των αντιγόνων Α και Β μόνων ή μαζί, καθορίζει και την ύπαρξη στο πλάσμα του αίματος των ουσιών αντι-B και αντι-Α αντίστοιχα, καθώς και αντι-Α+Β όταν η ομάδα είναι Ο, στερείται δηλαδή των αντιγόνων Α και Β.
Οι ουσίες αντι-Α, αντι-Β του πλάσματος είναι από χημική άποψη πρωτεΐνες, όπως και τα αντιγόνα και ονομάζονται «αντισώματα».
 Μία από τις λειτουργίες των αντισωμάτων του συστήματος ΑΒΟ είναι να συγκολλούν τα ερυθροκύτταρα στην επιφάνεια των οποίων υπάρχει η αντίστοιχη αντιγονική ουσία Α,Β και ΑΒ και για το λόγο αυτό ονομάζονται συγκολλητiνες, ενώ τα αντιγόνα έχουν το όνομα συγκολλητινογόνα.
Για παράδειγμα ερυθρά ομάδας Β συγκολλώνται και στη συνέχεια καταστρέφονται με την παρουσία του αντισώματος αντι-Β.
Είναι ευνόητο λοιπόν ότι στον ανθρώπινο οργανισμό ένα άτομο ομάδας π.χ. Α, στο πλάσμα του θα έχει την αντι-Β και δέχεται αίμα μόνο ομάδας A από άλλο άτομο σε περίπτωση που Θα χρειασθεί μετάγγιση.

Συμπερασματικά:

Άτομα ομάδας ΑΒ μπορούν να παίρνουν αίμα ομάδων Α,Β, και 0, ενώ δίνουν αίμα μόνο στην ομάδα ΑΒ.
'Άτομα ομάδας 0 δεν ανέχονται (λόγω της ταυτόχρονης ύπαρξης στο πλάσμα τους των αντισωμάτων αντι-Α και αντι- Β), παρά μονάχα αίμα της ίδιας με αυτούς ομάδας, ενώ μπορούν να δίνουν σε άτομα όλων των άλλων ομάδων.
Ομάδα  
Συγκολλητογόνα
(Ερυθρά Αιμοσφαίρια)  
Συγκολλιτίνες
(ορός ή πλάσμα)  
ΑΒ  
Α και Β  
-  
Α  
Α  
Αντι-Β  
Β  
Β  
Αντι-Α  
0  
-  
Αντι-Α  και Αντι-Β  

Το σύστημα Ρέζους

 Μετά το αντιγονικό σύστημα ΑΒΟ, δεύτερο σε σημασία από κλινική άποψη, έρχεται το σύστημα ρέζους που ανακαλύφθηκε πάλι από τον LANDSTEINER το 1940.
Ανάλογα με την παρουσία ή όχι στην επιφάνεια των ερυθροκυττάρων του παράγοντα ρέζους, που είναι όπως και οι ουσίες Α και Β, ένα συγκολλητινογόνο, τα ερυθρά αιμοσφαίρια λέγονται «Ρέζους θετικό» ή «Ρέζους αρνητικό».
Οι κύριες ομάδες αίματος έχουν την παρακάτω κατάταξη:
ΑΒ, Α, Β, 0 / Ρέζους θετικό και
ΑΒ, Α, Β, 0 / Ρέζους Αρνητικό
Ένα άτομο Ρέζους - Θετικό μπορεί να πάρει αίμα της ίδιας ομάδας και σε μερικές περιπτώσεις αίμα Ρέζους-Αρνητικό.
Αντίθετα, άτομο Ρέζους-Αρνητικό δεν πρέπει να δεχθεί αίμα Ρέζους- θετικό.
Ας σημειωθεί ότι αν συμβεί η τελευταία περίπτωση, στην διάρκεια της πρώτης μετάγγισης τέτοιου αίματος, συνήθως δεν συμβαίνει τίποτα. Μετά όμως από αυτή, ο οργανισμός του λήπτη «ευαισθητοποιείται» και παράγει «αντισώματα» δηλ. ουσίες αντι-Ρέζους που θα καταστρέψουν μαζικά ερυθρά-Θετικά σε περίπτωση και δεύτερης ή και άλλων λαθεμένων μεταγγίσεων με κίνδυνο της ζωής του αρρώστου αυτού.
Ανάλογη κατάσταση «ευαισθητοποίησης» με τον παράγοντα Ρέζους μπορεί να συμβεί σε γυναίκες Ρέζους - Αρνητικό σε περίπτωση που εγκυμονούν έμβρυο που έχει κληρονομήσει από τον πατέρα αντιγόνο Ρέζους.
Σ' αυτή την περίπτωση το πιθανότερο είναι, ότι δεν θα συμβεί τίποτα στη διάρκεια του πρώτου τοκετού. Στους επόμενους όμως τοκετούς τα προϋπάρχοντα στο αίμα της μητέρας αντισώματα αντι-Ρέζους ακολουθώντας αντίθετη πορεία, θα περάσουν διαμέσου του πλακούντα στην κυκλοφορία του αίματος του εμβρύου Ρέζους - θετικό και μπορεί να προκαλέσουν από ελαφρό ίκτερο, μέχρι σοβαρές ή και Θανατηφόρες βλάβες στο σώμα του εμβρύου.
O ελαφρός αυτός ίκτερος ονομάζεται αιμολυτικός ίκτερος των νεογνών και απαιτεί ειδική θεραπεία που σε σοβαρές περιπτώσεις περιλαμβάνει την «αφαιμαξομετάγγιση» δηλαδή την πλήρη ανταλλαγή του αίματος του νεογνού με νέο συμβατό αίμα.
Σήμερα με την πρόοδο της ιατρικής επιστήμης, η «ευαισθητοποίηση» της μητέρας προλαμβάνεται με τη χορήγηση αντι-ρέζους σφαιρίνης, αμέσως μετά τον τοκετό.
Οι ομάδες αίματος κληρονομούνται, επομένως συντροφεύουν τη ζωή του κάθε ατόμου από τη γέννηση μέχρι το θάνατο και είναι γενετικά καθορισμένες.
Η μελέτη όλων των συστημάτων αντιγόνων των ερυθροκυττάρων των λευκών αιμοσφαιρίων και των πρωτεϊνών του ορού (και όχι μόνο των συστημάτων ΑΒΟ και Ρέζους) χρησιμεύει και για τον έλεγχο αμφισβητούμενης πατρότητας.

Εάν δοθεί κατά λάθος, αίμα ομάδας που δεν πρέπει να δοθεί σε ένα ασθενή, τότε γίνεται μια μαζική και κάποτε θανατηφόρα αιμόλυση των ερυθρών αιμοσφαιρίων που μεταγγίζονται στον ασθενή.
Τα αντισώματα του ασθενούς αναγνωρίζουν τα αντίστοιχα αντιγόνα των ερυθρών αιμοσφαιρίων που μεταγγίζονται κατά λάθος, τα καταστρέφουν προκαλώντας σοβαρές αναφυλακτικές αντιδράσεις, αιμόλυση με ανεπάρκεια οργάνων που μπορεί να οδηγήσουν μεταξύ άλλων και στο θάνατο.

Μύθοι και αλήθειες

1. Η αιμοδοσία μπορεί να κάνει κακό στον οργανισμό και να προκαλέσει απώλεια της δύναμης του αιμοδότη.


Κάθε υγιής άνδρας ή γυναίκα ηλικίας 18-65 ετών μπορεί να δίνει άφοβα αίμα 2-4 φορές το χρόνο. Πριν από κάθε αιμοδοσία, ο αιμοδότης εξετάζεται από το γιατρό του κλιμακίου αιμοληψίας. Γίνεται ένα σύντομο τσεκ-απ βάσει ερωτηματολογίου σχετικά με το ιατρικό ιστορικό, τη γενική κατάσταση υγείας και τον τρόπο ζωής του δότη και ελέγχονται το επίπεδο της αιμοσφαιρίνης για διαπίστωση τυχόν αναιμίας, καθώς και η αρτηριακή πίεση και οι σφυγμοί. Επίσης εξετάζεται η όψη του ατόμου, η θερμοκρασία και αν χρειάζεται γίνεται ακρόαση. Αν κριθεί μετά απ’ όλα αυτά κατάλληλος και γίνει αιμοληψία, ένα δείγμα από το αίμα του θα εξεταστεί για ηπατίτιδα Β και C (HBV, HCV), AIDS (ιός HIV), λεμφοτρόπο ιό (HTLV) και σύφιλη. Αν ένας αιμοδότης βρεθεί θετικός σε κάποιον από αυτούς τους λοιμογόνους παράγοντες, θα παραπεμφθεί στους ειδικούς για περαιτέρω διερεύνηση και θεραπεία. Επομένως η αιμοδοσία δεν είναι σωτήρια μόνο για όποιον χρειάζεται αίμα, αλλά μπορεί να ωφελήσει σημαντικά και την υγεία του αιμοδότη με την έγκαιρη διάγνωση τυχόν λοιμώξεων ή άλλων νοσημάτων. Επιπλέον πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει ότι, συστηματικοί αιμοδότες ηλικίας 43-61 ετών, διατρέχουν μικρότερο κίνδυνο να εκδηλώσουν καρδιοπάθεια, υπέρταση, σακχαρώδη διαβήτη, υπερχοληστεριναιμία και εμβολικά επεισόδια από μη τακτικούς αιμοδότες.

2. Για την αναπλήρωση του όγκου και των συστατικών του αίματος, που δίνει ο δότης σε κάθε αιμοδοσία χρειάζεται πολύς καιρός ακόμα και μήνες ή χρόνια.


Δίνοντας 450 ml αίματος, δηλαδή ποσότητα που αντιστοιχεί στο 1/20 του συνολικού όγκου του αίματος του δότη, ο οργανισμός αντιδρά ενεργοποιώντας μια αλληλουχία φυσικών μηχανισμών για να τα αναπληρώσει γρήγορα. Η αναπλήρωση αρχίζει αμέσως μετά την αιμοδοσία, αλλά για κάθε συστατικό απαιτείται διαφορετικός χρόνος για την ολοκλήρωσή της. Πιο γρήγορα (συνήθως μέσα σε 10 λεπτά) αναπληρώνεται ο όγκος του αίματος, χάρη στα υγρά που καταναλώνει ο αιμοδότης (συνήθως ένα ποτήρι πορτοκαλάδα). Το πλάσμα χρειάζεται 24 ώρες για να αναπληρωθεί πλήρως, τα αιμοπετάλια 72 ώρες, τα ερυθρά αιμοσφαίρια 2-4 εβδομάδες και ο σίδηρος 12 εβδομάδες στους άντρες και 16 στις γυναίκες. Γι’ αυτό συνιστάται να υπάρχει χρονική απόσταση τουλάχιστον τριών μηνών μεταξύ δύο αιμοδοσιών.

3. Δεν πειράζει να το ρίξει κανείς έξω, αφού έτσι και αλλιώς η αιμοδοσία θα ελέγξει το αίμα και δεν θα κινδυνεύσει κανείς ασθενής που θα του μεταγγίσουν το αίμα.


Η αιμοδοσία είναι μια πολύ υπεύθυνη πράξη. Οι εργαστηριακές εξετάσεις που γίνονται στον αιμοδότη δεν αρκούν για να βεβαιώσουν την ασφάλεια του μεταγγιζόμενου αίματος. Για το λόγο αυτό παρέχονται πληροφορίες και οδηγίες στους υποψήφιους αιμοδότες πριν δώσουν αίμα. Οι αιμοδότες πρέπει να είναι ξεκούραστοι, να μην έχουν καπνίσει ή φάει βαριά λιπαρά φαγητά, να μην έχουν πιεί αλκοόλ, να μην έχουν πάρει φάρμακα και να διαβάσουν προσεκτικά τις ερωτήσεις που περιλαμβάνονται στο Δελτίο του Αιμοδότη σχετικά με το ιατρικό ιστορικό και τον τρόπο ζωής τους. Από όλα τα μέτρα ασφάλειας του αίματος, που λαμβάνονται στη χώρα μας και διεθνώς, η «ασφαλής και υγιής» συμπεριφορά του δότη θεωρείται το σημαντικότερο.
Πηγές

Copyright © 2015-2022 MEDLABNEWS.GR / IATRIKA NEA All Right Reserved. Τα κείμενα είναι προσφορά και πνευματική ιδιοκτησία του medlabnews.gr
Kάθε αναδημοσίευση θα πρέπει να αναφέρει την πηγή προέλευσης και τον συντάκτη. Aπαγορεύεται η εμπορική χρήση των κειμένων