επιμέλεια medlabnews.gr iatrikanea
Το μελάνωμα είναι μία μορφή καρκίνου του δέρματος που χαρακτηρίζεται από ανεξέλεγκτη
ανάπτυξη των κυττάρων που παράγουν μελανίνη (μελανοκύτταρα). Το μεταστατικό
μελάνωμα αποτελεί την πιο θανατηφόρο μορφή της νόσου και παρουσιάζεται όταν ο
καρκίνος εξαπλωθεί πέραν της επιφάνειας του δέρματος σε άλλα όργανα. Τα
τελευταία 30 χρόνια τα περιστατικά μελανώματος αυξάνονται σταθερά. Στις
Ηνωμένες Πολιτείες, εκτιμάται ότι ο αριθμός των νέων διαγνώσεων μελανώματος θα
ανέλθει το 2021 σε 106.110 και ότι 7.180 θα χάσουν τη ζωή τους από τη νόσο.
Επιπλέον, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας εκτιμά ότι έως το 2035, τα περιστατικά
μελανώματος σε παγκόσμιο επίπεδο θα αριθμούν 424.102 και οι θάνατοι 94.308. Το μελάνωμα είναι μια ιάσιμη νόσος εφόσον διαγνωστεί
και αντιμετωπιστεί στα αρχικά στάδια, ωστόσο οι πιθανότητες επιβίωσης των
ασθενών μειώνονται εάν έχουν προσβληθεί οι περιφερικοί λεμφαδένες.
Η Bristol Myers Squibb ανακοίνωσε τα πρώτα αποτελέσματα της μελέτης Φάσης 2/3 RELATIVITY-047 (CA224-047) για την αντιμετώπιση του μη
προθεραπευμένου μεταστατικού ή ανεγχείρητου μελανώματος, η οποία αξιολογεί τη
χρήση του συνδυασμού σταθερής δόσης relatlimab, ενός αντι-LAG-3 αντισώματος, με nivolumab, έναντι του nivolumab ως μονοθεραπεία.
Στην εν λόγω μελέτη, ο συνδυασμός relatlimab με nivolumab πέτυχε το πρωτεύον
καταληκτικό σημείο της επιβίωσης χωρίς εξέλιξη της νόσου (PFS), ενώ συνεχίζεται η παρακολούθηση των
ασθενών για την αξιολόγηση της συνολικής επιβίωσης, η οποία αποτελεί δευτερεύον
καταληκτικό σημείο. Η συνδυαστική θεραπεία ήταν καλά ανεκτή από τους ασθενείς που
συμμετείχαν στη μελέτη, ενώ δεν προέκυψαν νέα θέματα ασφάλειας για αυτούς που
έλαβαν συνδυαστική θεραπεία, ούτε για εκείνους που έλαβαν μόνο το nivolumab. Τα
συγκεκριμένα αποτελέσματα είναι τα πρώτα δεδομένα Φάσης 3 που ανακοινώνονται από
μία μελέτη αξιολόγησης ενός αντι-LAG-3 αντισώματος. Επίσης, όσον αφορά στη Bristol Myers Squibb, το relatlimab είναι ο τρίτος διακριτός
αναστολέας σημείου ελέγχου του ανοσοποιητικού συστήματος (αντι-PD-1, αντι-CTLA-4 και αντι-LAG-3) και, σε συνδυασμό με το nivolumab, η πρώτη συνδυαστική θεραπεία σταθερής
δόσης που καταδεικνύει όφελος για τους ασθενείς.
«Είτε ως μονοθεραπεία, είτε ως συνδυαστική θεραπεία, οι αναστολείς
ανοσολογικού σημείου ελέγχου έχουν αλλάξει τη θεραπευτική αντιμετώπιση του μεταστατικού
ή ανεγχείρητου μελανώματος, αυξάνοντας τα ποσοστά επιβίωσης των ασθενών. Παρ’
όλα αυτά, πολλοί ασθενείς θα μπορούσαν να ωφεληθούν από μία νέα συνδυαστική θεραπεία,
η οποία χάρη στον διαφορετικό μηχανισμό δράσης της, καταδεικνύει μεγαλύτερη
αποτελεσματικότητα έναντι του όγκου», δήλωσε ο Jonathan Cheng, Senior Vice President και επικεφαλής
ανάπτυξης του τομέα ογκολογίας της Bristol Myers Squibb. «Τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης δείχνουν
ότι η στόχευση του μονοπατιού κυτταρικής σηματοδότησης LAG-3 σε συνδυασμό με την αναστολή του PD-1, ενδεχομένως θα αποτελέσει μια σημαντική επιλογή για
την ενίσχυση της ανοσολογικής ανταπόκρισης των ασθενών, αυξάνοντας κατ’
επέκταση την αποτελεσματικότητα της θεραπείας.
Το LAG-3 (Lymphocyte-activation gene 3) είναι ένα μόριο που εκφράζεται σε
δύο συγκεκριμένες κατηγορίες κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος: τα
δραστικά T-κύτταρα και τα
ρυθμιστικά T-κύτταρα (T-regs). Ειδικότερα, το LAG-3 ρυθμίζει ένα ανασταλτικό σημείο ελέγχου του
ανοσοποιητικού συστήματος, το οποίο περιορίζει τη δράση των T-κυττάρων, με αποτέλεσμα να μειώνεται η ικανότητά τους να
επιτίθενται εναντίον των καρκινικών κυττάρων. Σε χρόνιες νόσους όπως ο καρκίνος,
τα T-κύτταρα σταδιακά
«αποδυναμώνονται» (εξαντλούνται), μια διαδικασία που χαρακτηρίζεται από την αυξημένη
έκφραση (αυξορύθμιση) των ανασταλτικών σημείων ελέγχου, όπως το PD-1 και το LAG-3. Μολονότι το LAG-3 και το PD-1 αποτελούν διακριτά σημεία ελέγχου, μπορεί να
επενεργούν συνδυαστικά στα δραστικά T-κύτταρα, οδηγώντας τα σε «εξάντληση». Σε αυτό το
πρόβλημα φαίνεται να απαντά το relatlimab: ένα
μονοκλωνικό αντίσωμα που αναστέλλει τη δράση του LAG-3. Συγκεκριμένα, το αντίσωμα συνδέεται στο μόριο LAG-3 που βρίσκεται στην επιφάνεια των εξαντλημένων T-κυττάρων, αποκαθιστώντας τη δραστικότητά τους. Όταν
λοιπόν χορηγείται μαζί με nivolumab, το relatlimab αποτελεί το πρώτο αντι-LAG-3 αντίσωμα που καταδεικνύει όφελος για τους ασθενείς.
Η Bristol Myers Squibb θα παρουσιάσει τα
αποτελέσματα της μελέτης σε μελλοντικό συνέδριο και θα τα συζητήσει με τις
ρυθμιστικές αρχές.
Η εταιρεία ευχαριστεί τους ασθενείς και τους ερευνητές που συμμετείχαν στη μελέτη
RELATIVITY-047, ενώ
συνεχίζει τη διεξαγωγή αρκετών ακόμη μελετών που αξιολογούν συνδυαστικές
θεραπείες με βάση το relatlimab για την
αντιμετώπιση άλλων τύπων καρκίνου.
Σχετικά με το LAG-3
Το LAG-3 (lymphocyte-activation gene 3) είναι ένα μόριο που εκφράζεται στην επιφάνεια των δραστικών
T-κυττάρων και των ρυθμιστικών
T-κυττάρων (Tregs) ελέγχοντας την ανταπόκριση, ενεργοποίηση και ανάπτυξή
τους. Προκλινικές μελέτες δείχνουν ότι η αναστολή του σηματοδοτικού μονοπατιού LAG-3 μπορεί να αποκαταστήσει τη δραστικότητα των
εξαντλημένων T-κυττάρων και δυνητικά
να προκαλέσει την ανταπόκρισή τους, ώστε να επιτεθούν και να εξουδετερώσουν τα
καρκινικά κύτταρα. Αρχικές έρευνες έδειξαν ότι η στόχευση του μονοπατιού LAG-3 σε συνδυασμό με άλλα ανοσολογικά μονοπάτια ενδέχεται
να αποτελέσει μια σημαντική στρατηγική για την αποτελεσματικότερη ενίσχυση της
αντικαρκινικής δράσης του ανοσοποιητικού συστήματος.
Η Bristol Myers Squibb αξιολογεί το relatlimab σε κλινικές μελέτες σε
συνδυασμό με άλλους βιολογικούς παράγοντες, για τη θεραπεία διαφορετικών τύπων καρκίνου.
Σχετικά με το nivolumab
To nivolumab είναι ένας
αναστολέας του ανοσολογικού σημείου ελέγχου προγραμματισμένου θανάτου-1 (PD-1), μοναδικά σχεδιασμένος για να αξιοποιεί
το ίδιο το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού, ώστε να συμβάλλει στην
αποκατάσταση της αντικαρκινικής ανοσολογικής ανταπόκρισης. Ως εκ τούτου, το
nivolumab έχει καταστεί μία σημαντική θεραπευτική επιλογή σε πολλαπλούς τύπους
καρκίνου.
Το κορυφαίο παγκόσμιο πρόγραμμα
ανάπτυξης του nivolumab βασίζεται στην επιστημονική εξειδίκευση της Bristol
Myers Squibb στο πεδίο της Ανοσο-Ογκολογίας και περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα
κλινικών μελετών σε όλες τις φάσεις, συμπεριλαμβανομένης της Φάσης 3, σε
διάφορους τύπους όγκων. Μέχρι σήμερα, έχουν ενταχθεί περισσότεροι από 35.000
ασθενείς στο πρόγραμμα κλινικής ανάπτυξης του nivolumab. Οι κλινικές μελέτες
του nivolumab έχουν συμβάλει στην εμβάθυνση της γνώσης σχετικά με τον πιθανό
ρόλο των βιολογικών δεικτών στη φροντίδα των ασθενών, ιδιαίτερα όσον αφορά τον
τρόπο με τον οποίο οι ασθενείς μπορούν να ωφεληθούν από το nivolumab σε όλο το
φάσμα έκφρασης του PD-L1.
Τον Ιούλιο του 2014, το nivolumab ήταν
ο πρώτος αναστολέας του ανοσολογικού σημείου ελέγχου PD-1 που έλαβε έγκριση από
τις ρυθμιστικές αρχές σε παγκόσμιο επίπεδο. Σήμερα είναι εγκεκριμένο σε
περισσότερες από 65 χώρες, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, της
Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ιαπωνίας και της Κίνας. Τον Οκτώβριο του 2015, το
συνδυαστικό σχήμα nivolumab με ipilimumab υπήρξε ο πρώτος ανοσοθεραπευτικός
συνδυασμός που έλαβε έγκριση για την αντιμετώπιση του μεταστατικού μελανώματος,
ενώ αυτή τη στιγμή το εν λόγω σχήμα είναι εγκεκριμένο σε περισσότερες από 50
χώρες, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.