MEDLABNEWS.GR / IATRIKA NEA: ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ

Responsive Ad Slot

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Eυερέθιστο έντερο. Σπαστική κολίτιδα με πόνο, φούσκωμα, κράμπες στην κοιλιά, διάρροια, δυσκοιλιότητα. Ποια η κατάλληλη δίαιτα;

του Αλέξανδρου Γιατζίδη, M.D., medlabnews.gr iatrikanea

Το ευερέθιστο έντερο (Irritable Bowel) είναι μια κοινή διαταραχή του εντέρου που προκαλεί κωλικοειδές κοιλιακό άλγος, «φούσκωμα στη κοιλιά», πολλά αέρια και αλλαγές στις κενώσεις.

Είναι ένα σύνδρομο που καθορίζεται δύσκολα γιατί με σκοπό να γίνει η διάγνωση της νόσου πρέπει να αποκλειστούν άλλες σοβαρές νόσοι.
IBS ευερέθιστο έντερο
Η καλοήθης αυτή πάθηση, παρότι δεν απειλεί τη ζωή, επηρεάζει την ποιότητα ζωής των ασθενών επιδρώντας στην ικανότητά τους να εργαστούν και να δραστηριοποιηθούν κοινωνικά.  Οι πάσχοντες απουσιάζουν, κατά μέσο όρο, από την εργασία ή το σχολείο 13 μέρες το χρόνο, υποβάλλονται σε περισσότερες χειρουργικές επεμβάσεις, όπως σκωληκοειδεκτομή και γυναικολογικές επεμβάσεις, πιθανώς λόγω λανθασμένης διάγνωσης, και καταναλώνουν σημαντικούς πόρους υγείας σε συχνές επισκέψεις στους γιατρούς και σε φαρμακευτικές αγωγές.

Το ευερέθιστο έντερο μιμείται τον πόνο και τα άλλα συμπτώματα που προκαλούνται από έλκη, κολίτιδα, και καρκίνο του παχέος εντέρου. Είναι η πιο συχνή νόσος του πεπτικού.
Μερικοί ασθενείς με ευερέθιστο έντερο έχουν δυσκοιλιότητα (δυσκολία ή μη συχνές κενώσεις), άλλοι έχουν διάρροια (συχνές κενώσεις, πολλές φορές με μια έντονη επιθυμία για αποβολή κοπράνων) και άλλοι ασθενείς παρουσιάζουν και τα δύο αυτά συμπτώματα. 

Στη πορεία του χρόνου το ευερέθιστο έντερο ονομάστηκε: κολίτιδα , βλεννώδη κολίτιδα, σπαστική κολίτιδα, σπαστικό έντερο. Οι περισσότεροι από αυτούς τους όρους δεν είναι ακριβείς. Κολίτιδα για παράδειγμα σημαίνει φλεγμονή του παχέος εντέρου. Το ευερέθιστο έντερο αντίθετα δεν προκαλεί φλεγμονή σε αντίθεση με την ελκώδη κολίτιδα η οποία είναι σοβαρή διαταραχή.

Η αιτία του ευερέθιστου εντέρου δεν είναι γνωστή και επομένως δεν υπάρχει ειδική θεραπεία. Οι γιατροί τη θεωρούν λειτουργική διαταραχή επειδή δεν βρίσκουν σημάδια αρρώστιας, όταν το παχύ έντερο ελέγχεται.
Το ευερέθιστο έντερο προκαλεί μεγάλη δυσφορία και άγχος , αλλά δεν προκαλεί μόνιμη ζημία στο έντερο ούτε επίσης αιμορραγία από το έντερο ή άλλη σοβαρή νόσο όπως καρκίνο. Συχνά το ευερέθιστο έντερο είναι μία ήπια ενόχληση αλλά μπορεί να κάνει τη ζωή δύσκολη σε μερικούς ασθενείς. Μπορεί να φοβούνται να πάνε σε ένα κοινωνικό γεγονός, έξω σε μια δουλειά ή να ταξιδέψουν ακόμη και σε μικρή απόσταση. Οι πιο πολλοί παρόλα αυτά είναι ικανοί να ελέγξουν τα συμπτώματα τους με δίαιτα , αντιμετώπιση του στρες, και φάρμακα που γράφονται από το γιατρό τους.

Τι προκαλεί το ευερέθιστο έντερο;

Δεν είναι ακριβώς γνωστό τι προκαλεί την νόσο αλλά είναι γνωστό ότι το στρες παίζει σημαντικό ρόλο। Οι άνθρωποι που πάσχουν από στρες στη δουλειά, στο σπίτι η από ασθένεια φαίνεται ότι έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να πάσχουν από ευερέθιστο έντερο. Οι μισοί ασθενείς με ευερέθιστο έντερο σημειώνουν το 1ο επεισόδιο ευερέθιστου εντέρου μετά από επεισόδιο στρες η προηγούμενης γαστρεντερίτιδας. Πρόσφατες ανακαλύψεις δείχνουν ότι υπερευαισθητικότητα του εντέρου και η δυσλειτουργία του πώς αντιλαμβάνεται ο εγκέφαλος τα σήματα του εντέρου μπορεί να παίξει ένα πολύ κρίσιμο ρόλο στη αιτιολογία της νόσου.

Ενώ το στρες χειροτερεύει τα συμπτώματα, η έρευνα υποστηρίζει ότι και άλλοι παράγοντες είναι επίσης σημαντικοί. Το ψυχολoγικό και συναισθηματικό stress μπορεί να αποδιοργανώσει την γαστρεντερική λειτουργία ακόμη και σε φυσιολογικά, υγιή άτομα, οδηγώντας σε συμπτώματα όπως κοιλιακός πόνος και διάρροια. Το stress από διάφορα γεγονότα της οικογενειακής και κοινωνικής ζωής πυροδοτεί την εμφάνιση, την υποτροπή ή την επιδείνωση των συμπτωμάτων του ΣΕΕ.


Προβλήματα στο γάμο, ένταση στις σχέσεις με τους γονείς ή τα παιδιά, επαγγελματικές δυσκολίες, έντονο συναισθηματικό stress κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας, που αφορά είτε την απώλεια ενός γονέα (λόγω διαζυγίου ή θανάτου), είτε τη σωματική ή σεξουαλική κακοποίηση παρατηρούνται συχνότερα στους ασθενείς με ΣΕΕ.

Έχει βρεθεί ότι ο μυς του ευερέθιστου εντέρου συσπάται με το παραμικρό ερεθισμό. Ο ασθενής με ευερέθιστο έντερο έχει παχύ έντερο που είναι πιο ευαίσθητο και αντιδρά πιο πολύ από το συνηθισμένο. Φυσιολογικές πράξεις όπως , το να φάει κανείς προκαλούν μια υπεραντίδραση σε ευερέθιστο έντερο. Μερικά φάρμακα και τροφές προκαλούν σπασμό σε μερικούς ανθρώπους.
Μερικές φορές ο σπασμός καθυστερεί την κένωση των κοπράνων που οδηγεί σε δυσκοιλιότητα.
Τα σοκολατούχα προϊόντα γάλατος οι μεγάλες ποσότητες αλκοόλ είναι συχνά προκλητικά αίτια. Οι ερευνητές επίσης έχουν βρει ότι οι γυναίκες με ευερέθιστο έντερο έχουν πιο συχνά συμπτώματα στη περίοδο τους , προτείνοντας ότι οι αναπαραγωγικές ορμόνες μπορεί να αυξήσουν τα συμπτώματα σε ευερέθιστο έντερο

Ποια τα συμπτώματα του ευερέθιστου εντέρου;

Τα συμπτώματα ποικίλουν από άτομο σε άτομο. Αυτά είναι:
  • Πόνος
  • Φούσκωμα
  • Δυσκοιλιότητα
  • Διάρροια
Ο πόνος μπορεί να εντοπιστεί στον οισοφάγο, στομάχι, ορθό, στην πλάτη η στα πλευρά. Η αλλαγή στις συνήθειες του εντέρου είναι κοινό σύμπτωμα ευερέθιστου εντέρου. Ο ασθενής μπορεί να έχει δυσκοιλιότητα η διάρροια η εναλλαγές δυσκοιλιότητας με διάρροια. Μια δίαιτα πλούσια σε ίνες βοηθά στην πέψη. Χωρίς ίνες η τροφή που φτάνει στο παχύ έχει μικρό όγκο και δεν μπορεί να συγκρατήσει νερό. Αυτό κάνει την κίνηση του εντέρου δύσκολη και επώδυνη. Το φούσκωμα είναι ένα άλλο σύμπτωμα. Σε μερικούς ασθενείς μπορεί να οφείλεται σε έλλειψη ενζύμων που χρειάζεται για την πέψη μερικών τροφών. Εάν άπεπτες τροφές ειδικά υδατάνθρακες περνούν στο παχύ παράγονται περισσότερα αέρια. Κοινά τρόφιμα περιλαμβάνουν λακτόζη και φρουκτόζη. Σε μερικούς ασθενείς υπερπαραγωγή μικροβίων στο λεπτό έντερο προκαλεί συμπτωματολογία ευερέθιστου εντέρου.

Η κένωση ποικίλει από 3 κενώσεις την ημέρα μέχρι 3 την εβδομάδα.
Μια φυσιολογική κένωση είναι εκείνη που τα κόπρανα δεν είναι σκληρά, δεν περιέχουν αίμα και δεν περνούν με δυσκολία η πόνο. Οι άνθρωποι με ευερέθιστο έντερο συχνά έχουν κωλικοειδές κοιλιακό πόνο με επώδυνη δυσκοιλιότητα η διάρροια. Σε μερικούς ασθενείς η δυσκοιλιότητα και η διάρροια εναλλάσσονται .
Μερικές φορές ασθενείς με ευερέθιστο έντερο έχουν βλέννα στις τις κενώσεις τους.

Επίσης, μπορεί να εμφανιστούν και άλλα συμπτώματα σχετικά με το ανώτερο πεπτικό σύστημα ή μη, όπως είναι τα εξής:
  • εφίδρωση
  • ναυτία, εμετός
  • κεφαλαλγία, ζάλη
  • δυσκολία στην κατάποση
  • αίσθημα ξηροστομίας ή υπερβολικής παραγωγής σιέλου
  • αίσθημα στομαχικού κορεσμού μετά τη λήψη μικρής ποσότητας τροφής
  • οσφυαλγία (πόνος στη μέση)
  • ινομυαλγίες (μορφή ρευματισμού που προσβάλλει τους μυς)
  • δυσπαρευνία (πόνος κατά τη σεξουαλική συνεύρεση)
  • προκάρδιο άλγος
  • συχνοουρία.
Αιμορραγία, πυρετός , απώλεια βάρους και επίμονος σοβαρός πόνος δεν είναι συμπτώματα του ευερέθιστου εντέρου και δείχνουν άλλη πάθηση.

Πώς γίνεται η διάγνωση για το ευερέθιστο έντερο ή σπαστική κολίτιδα;

Το ευερέθιστο έντερο διαγιγνώσκετε αφού ο γιατρός αποκλείσει άλλες σοβαρές οργανικές παθήσεις. Ο γιατρός θα πάρει ένα λεπτομερές ιστορικό που περιλαμβάνει λεπτομερή περιγραφή των συμπτωμάτων. Φυσική εξέταση και εργαστηριακός έλεγχος θα γίνουν. Κόπρανα θα εξεταστούν για περίπτωση αιμορραγίας.

Επίσης ο γιατρός μπορεί να ζητήσει να γίνουν εξετάσεις όπως: ενδοσκόπηση κατωτέρου πεπτικού η ακτινογραφία για να βρει εάν υπάρχει οργανική νόσος.

Πως η δίαιτα και το στρες επηρεάζουν το έντερο;

Πολλοί άνθρωποι αναφέρουν ότι τα συμπτώματα τους συμβαίνουν μετά από γεύμα η μετά από έντονο στρες.
Το φαγητό προκαλεί συσπάσεις του παχέος. Φυσιολογικά αυτό προκαλεί μια επιθυμία για κένωση σε 30-60 λεπτά. Σε ασθενείς με ευερέθιστο έντερο αυτή η επιθυμία έρχεται νωρίτερα και μπορεί να συνδυάζεται με πόνο, κράμπες και διάρροια.
Η ένταση της σύσπασης του εντέρου σχετίζεται με τον αριθμό των θερμίδων του γεύματος. Και ειδικά με το ποσό του λίπους στο γεύμα. Λίπος σε κάθε μορφή (ζωικό η φυτικό) είναι ένα ερέθισμα των συσπάσεων του εντέρου. Πολλές τροφές περιέχουν λίπος , ειδικά κρέας κάθε είδους, ολικό γάλα , κρέμα γάλακτος , βούτυρο ,φυτικό λάδι , μαργαρίνη κλπ.
Το στρες επίσης διεγείρει του σπασμούς του παχέος σε ασθενείς με ευερέθιστο έντερο. Αυτός ο μηχανισμός δεν είναι πλήρως κατανοητός, αλλά οι επιστήμονες σημειώνουν, ότι ελέγχεται από το κεντρικό νευρικό σύστημα.

Πως μια καλή δίαιτα βοηθά στο ευερέθιστο έντερο;

Για πολλούς ασθενείς μια καλή δίαιτα βοηθά στην ελάττωση των συμπτωμάτων. Πριν την αλλαγή της δίαιτας είναι μια καλή ιδέα να κρατά κάνεις σημειώσεις ποια τροφή του προκαλεί πρόβλημα. Αν για παράδειγμα τα γαλακτοκομικά σας επιδεινώνουν το πρόβλημα μπορείτε να τα ελαττώσετε.
Το γιαούρτι είναι καλύτερα ανεκτό επειδή περιέχει οργανισμούς που δίνουν λακτάση, το ένζυμο που χρειάζεται για την πέψη της λακτόζης ,(το σάκχαρο που περιέχεται στα γαλακτοκομικά). Επειδή τα γαλακτοκομικά είναι μια σημαντική πηγή ασβεστίου και άλλων θρεπτικών συστατικών, πρέπει να είστε σίγουροι ότι τα αντικαθιστάτε με τρόφιμα που είναι ανάλογα.
Διαιτητικές ίνες μπορεί να ελαττώσουν τα συμπτώματα σε πολλές περιπτώσεις. Ψωμί ολικής αλέσεως , φρούτα και λαχανικά είναι καλές πηγές ινών. Συμβουλευτείτε τον γιατρό σας πριν χρησιμοποιήσετε με το παραπάνω τις φυτικές ίνες. Οι δίαιτες με πολλές φυτικές ίνες κρατούν το έντερο λίγο διατεταμένο και μπορεί να μειώσει τους σπασμούς.
Μερικές μορφές ινών συγκρατούν το νερό στα κόπρανα μειώνοντας έτσι τα σκληρά κόπρανα που είναι δύσκολο να αποβληθούν.
Οι γιατροί συνιστούν να φάει κάποιος τόσες ίνες όσο χρειάζεται για την αποβολή μαλακών, χωρίς πόνο κοπράνων. Η δίαιτα με πολλές φυτικές ίνες μπορεί να προκαλέσει αέρια και «φούσκωμα» στην κοιλιά αλλά σε μερικές εβδομάδες , αυτά τα συμπτώματα φεύγουν και ο οργανισμός προσαρμόζεται στην καινούργια δίαιτα.
Τα μεγάλα γεύματα μπορεί να προκαλέσουν κράμπες και διάρροια σε ασθενείς με ευερέθιστο έντερο.
Τα συμπτώματα αυτά περνάνε εάν τρώτε μικρότερα γεύματα και πιο συχνά . Αυτό που βοηθά ιδιαίτερα είναι τα γεύματα να έχουν μικρή περιεκτικότητα σε λίπος και υψηλή σε υδατάνθρακες όπως μακαρόνια, ρύζι, ψωμί ολικής αλέσεως, φρούτα και λαχανικά.

Άσκηση και μείωση του άγχους

Τόσο η άσκηση όσο και η μείωση του άγχους συνιστώνται σε όλους τους πάσχοντες διότι βελτιώνουν τα συμπτώματα του ΣΕΕ. Η αεροβική άσκηση (περπάτημα, τρέξιμο κ.λπ) μπορεί να καταπραΰνει τα συμπτώματα και να σας ανακουφίσει, εφόσον γίνεται συστηματικά. Προσπαθήστε να περπατάτε καθημερινά, για τουλάχιστον 30 λεπτά. Συμβουλευτική πνευματικής υγείας και χαλάρωση από το στρες μπορεί να βοηθήσουν στην ανακούφιση των συμπτωμάτων.

Μπορεί τα φάρμακα να ανακουφίσουν τα συμπτώματα;

Από τη στιγμή που γίνει η διάγνωση του ευερέθιστου εντέρου και αποκλειστούν άλλες σοβαρές ασθένειες, η θεραπεία περιλαμβάνει σπασμολυτικά φάρμακα και αλλαγές στη δίαιτα του ασθενούς. Εάν το πρόβλημα είναι η έλλειψη ινών ο γιατρός θα ενθαρρύνει τον ασθενή να αυξήσει την ποσότητα των φρέσκων φρούτων και λαχανικών στην καθημερινή κατανάλωση τους
Δεν υπάρχει καθορισμένος τρόπος θεραπείας του ευερέθιστου εντέρου.

ΠΩΣ ΣΥΝΔΕΕΤΑΙ ΤΟ ΕΥΕΡΕΘΙΣΤΟ ΕΝΤΕΡΟ ΜΕ ΣΟΒΑΡΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ;

Το ευερέθιστο έντερο δεν έχει αποδειχτεί ότι οδηγεί σε σοβαρές οργανικές νόσους. Δεν έχει συσχετιστεί με φλεγμονώδεις νόσους όπως νόσος του Crohn ή ελκώδης κολίτιδα. Το ευερέθιστο έντερο δεν οδηγεί σε καρκίνο.
Μερικοί ασθενείς με έντονα συμπτώματα της νόσου με το φόβο της διάρροιας ή του πόνου μπορεί να οδηγηθούν σε αποκλεισμό από καθημερινές δραστηριότητες.


Διαβάστε επίσης

Στηθάγχη, έμφραγμα του μυοκαρδίου, καρδιακή ανεπάρκεια μπορεί να οφείλονται σε στεφανιαία νόσος. Παράγοντες κινδύνου για αθηρωσκλήρυνση


Η Στεφανιαία νόσος  οφείλει  το όνομά της στα στεφανιαία αγγεία, αρτηρίες οι οποίες αιματώνουν την καρδιά  και είναι υπεύθυνες για την σωστή λειτουργία της .
Τα στεφανιαία αγγεία εκφύονται από τη ρίζα της αορτής και αποτελούνται από την αριστερή και τη δεξιά στεφανιαία αρτηρία. Η αριστερή στεφανιαία αρτηρία έχει ένα βραχύ αρχικό τμήμα (το στέλεχος) και κατόπιν χωρίζεται σε δύο κλάδους: Τον πρόσθιο κατιόντα και τον περισπώμενο κλάδο. 
Η δεξιά στεφανιαία αρτηρία έχει ξεχωριστή έκφυση .
Η κυριότερη αιτία της στεφανιαίας νόσου είναι η αθηροσκλήρυνση των στεφανιαίων αρτηριών η οποία ευθύνεται σε ποσοστό περίπου 90%. Κατά την αθηροσκλήρυνση αναπτύσσονται αθηρωματώδεις πλάκες εντός του έσω χιτώνα των αρτηριών. Οι πλάκες αυτές δημιουργούν με την πάροδο του χρόνου στένωση του αυλού του αγγείου. Έτσι όταν το αίμα που φθάνει στο μυοκάρδιο με τις στεφανιαίες αρτηρίες δεν επαρκεί για τις ανάγκες της καρδιάς, τότε εμφανίζεται καρδιακή ισχαιμία και πόνος (στηθάγχη).
Για την παθογένεια της ενοχοποιούνται διάφοροι παράγοντες όπως μηχανικοί, αιμοδυναμικοί, υπερχοληστεριναιμία, ανοσολογικοί οι οποίοι προκαλούν βλάβη του ενδοθηλίου του αγγείου και έτσι ευνοείται η είσοδος των λιποπρωτεινών και η δημιουργία αθηροσκλήρυνσης.

Ποια είναι τα συμπτώματα του γυναικολογικού καρκίνου; Παράγοντες κινδύνου;

Η 20ή Σεπτεμβρίου έχει καθιερωθεί από το 2019 ως Παγκόσμια Ημέρα Γυναικολογικής Ογκολογίας (World Gynecologic Oncology Day) με πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Γυναικολογικής Ογκολογίας (ESGO) και του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ομάδων Προστασίας του Γυναικολογικού Καρκίνου (ENGAGe).

Τι είναι οι γυναικολογικοί καρκίνοι;

Οι γυναικολογικοί καρκίνοι είναι καρκίνοι του γυναικείου αναπαραγωγικού συστήματος και εμφανίζονται όταν αναπτύσσονται ανώμαλα κύτταρα ανεξέλεγκτα.

Ποιοι είναι οι διάφοροι τύποι γυναικολογικού καρκίνου;

Οι γυναικολογικοί καρκίνοι παίρνουν το όνομά τους με βάση το όργανο ή το μέρος του σώματος όπου πρωτοπαρουσιάζονται, συμπεριλαμβανομένων των ωοθηκών, της μήτρας, του τραχήλου, της κολπικής κοιλότητας και του αιδοίου.

Καρκίνος των ωοθηκών — ξεκινά σε μία ή και στις δύο ωοθήκες, οι οποίες είναι ένα ζεύγος συμπαγών οργάνων ωοειδούς σχήματος που παράγουν ορμόνες και αβγά (ωάρια). Είναι ο περισσότερο θανατηφόρος γυναικολογικός καρκίνος και η μέση ηλικία εμφάνισής του είναι το 65ο έτος. Μελέτες έχουν δείξει μια κληρονομική επιβάρυνση για την ανάπτυξη του καρκίνου των ωοθηκών και μια συσχέτιση με τον καρκίνο του μαστού. Μπορεί να προκαλέσει πολλών ειδών πρώιμα συμπτώματα όπως γαστρεντερικές διαταραχές, πυελικό πόνο, ανορεξία, ασκίτη και οιδήματα στα κάτω άκρα. Λόγω των άτυπων συμπτωμάτων του, συνήθως η διάγνωση γίνεται σε προχωρημένο στάδιο πράγμα που επηρεάζει δυσμενώς την επιβίωση. Δυστυχώς δεν υπάρχουν απόλυτα ειδικές εξετάσεις για την έγκαιρη διάγνωση του τύπου αυτού του καρκίνου. Σημαντική βοήθεια προσφέρουν το ενδοκολπικό υπερηχογράφημα – πρέπει να περιλαμβάνεται στον ετήσιο γυναικολογικό έλεγχο – οι καρκινικοί δείκτες αίματος και τέλος η αξονική και μαγνητική τομογραφία. Η θεραπεία είναι βασικά η χειρουργική αφαίρεση των έσω γεννητικών οργάνων και όσο το δυνατό μεγαλύτερου όγκου της νόσου και στη συνέχεια η συμπληρωματική χημειοθεραπεία.

• Καρκίνος της μήτρας

Ξεκινά στο κύριο σώμα της μήτρας, ενός κοίλου οργάνου που έχει περίπου το μέγεθος και το σχήμα ανάποδου αχλαδιού. Η μήτρα είναι ο χώρος όπου μεγαλώνει το μωρό όταν μείνει έγκυος μια γυναίκα. Αποτελεί τη συχνότερη κακοήθεια του γυναικείου γεννητικού συστήματος. Προσβάλει κυρίως μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες και αυξάνει με την πρόοδο της ηλικίας. Καταστάσεις που χαρακτηρίζονται απο αυξημένα επίπεδα οιστρογόνων όπως η παχυσαρκία, η θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης και η έλλειψη τακτικής ωορρηξίας προδιαθέτουν στην εμφάνιση της νόσου, η οποία συνήθως εκδηλώνεται συνήθως ως κολπική αιμορραγία περί ή μετά την εμμηνόπαυση. Στις προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες εμφανίζονται συνήθως διαταραχές κύκλου του τύπου της μηνορραγίας. Το ενδοκολπικό υπερηχογράφημα βοηθά σημαντικά στη πρώιμη διάγνωση του καρκίνου του ενδομητρίου, καθώς επίσης και η υστεροσκόπηση που προσφέρει μια ακριβέστατη απεικόνιση της ενδομητρικής κοιλότητας. Η θεραπεία είναι κατα κύριο λόγο χειρουργική (ολική υστερεκτομή με τα εξαρτήματα) και δευτερευόντως ακτινοθεραπεία.

Καρκίνος του τραχήλου

Ξεκινά στον τράχηλο που είναι το κατώτερο τμήμα της μήτρας και έχει κυλινδρικό σχήμα. Το ανώτερο χείλος του είναι συνδεδεμένο στη μήτρα ενώ το κατώτερο στην κολπική κοιλότητα. Είναι ο δεύτερος σε θνητότητα καρκίνος που αφορά τις γυναίκες, μετά τον καρκίνο του μαστού. Η ευρεία χρήση του τεστ Παπ μείωσε πολύ τη συχνότητα εμφάνισης της νόσου. Έχει αποδειχθεί οτι πρώιμη έναρξη σεξουαλικών επαφών, πολλαπλοί ερωτικοί σύντροφοι και κάπνισμα αυξάνουν τις πιθανότητες νόσησης. Η προσβολή από τους υψηλού κινδύνου τύπους του ιού των ανθρωπίνων κονδυλωμάτων συνδέεται παθογενετικά με τον καρκίνο του τραχήλου. Λόγω του γεγονότος αυτού καθώς και του οτι η νόσος στα αρχικά στάδια είναι ασυμπτωματική, είναι πολύ σημαντικός ο ετήσιος γυναικολογικός έλεγχος και η λήψη του τεστ Παπ. Η θεραπεία είναι ανάλογη του σταδίου και στα αρχόμενα στάδια είναι χειρουργική (ριζική υστερεκτομή), ενώ στα προχωρημένα είναι συνδυασμός ακτινοθεραπείας και χημειοθεραπείας.

• Καρκίνος του κόλπου

Ξεκινά στον κόλπο (λέγεται και κολπική κοιλότητα), ένα μυϊκό σωληνοειδές κανάλι που εκτείνεται από τον τράχηλο ως το εξωτερικό τμήμα των γυναικείων σεξουαλικών οργάνων (αιδοίο).

• Καρκίνος του αιδοίου

Ξεκινά στο αιδοίο που είναι το εξωτερικό τμήμα του γυναικείου αναπαραγωγικού συστήματος. Περιλαμβάνει το στόμιο της κολπικής κοιλότητας, τα εσωτερικά και τα εξωτερικά χείλη (λέγονται και μικρά και μεγάλα χείλη του αιδοίου), την κλειτορίδα και το εφήβαιο (έναν μαλακό, λιπώδη λοφίσκο ιστού που βρίσκεται επάνω από τα χείλη). Αποτελεί το 5% του κακοηθειών του γυναικείου γεννητικού συστήματος. Εμφανίζεται συνήθως σε γυναίκες 65-75 ετών. Συνήθως πρόκειται για καρκίνο από επιθήλιο που συνδέεται με τον ιό HPV. Το συνηθέστερο των συμπτωμάτων που προηγούνται είναι ο χρόνιος κνησμός ή το αίσθημα καψίματος στα έξω γεννητικά όργανα. Μπορεί ακόμη να ψηλαφάται μια διόγκωση ή μια μάζα. Η θεραπεία του είναι ανάλογη του σταδίου και κυρίως χειρουργική και εξατομικεύεται ανάλογα την έκταση της νόσου, την ηλικία της γυναίκας και τη σεξουαλική της ζωή.



Στους υπόλοιπους τύπους γυναικολογικών καρκίνων περιλαμβάνονται ο καρκίνος των φαλλόπειων σαλπίγγων και ο καρκίνος του πλακούντα (καρκίνος που σχετίζεται με την εγκυμοσύνη).

Ποια είναι τα συμπτώματα του γυναικολογικού καρκίνου;

Τα συμπτώματα του γυναικολογικού καρκίνου εξαρτώνται από το σημείο όπου βρίσκεται ο όγκος, από το μέγεθός του και από το πόσο γρήγορα αναπτύσσεται. Στα συμπτώματα που μπορεί να οφείλονται σε γυναικολογικούς καρκίνους περιλαμβάνονται τα εξής:

• μη φυσιολογική ή επίμονη κολπική αιμορραγία, π.χ. αιμορραγία μετά την εμμηνόπαυση ή αιμορραγία που δεν εμπίπτει στην εμμηνόρροια, αιμορραγία μετά τη σεξουαλική επαφή
• ασυνήθιστες κολπικές εκκρίσεις
• πόνος, πίεση ή δυσφορία στην κοιλιά πρησμένη κοιλιά
• αλλαγή στις συνήθειες του εντέρου ή της ουροδόχου κύστης
• πόνος στη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής
• φαγούρα, κάψιμο ή οδυνηρότητα
• εξογκώματα, έλκη ή νεοπλασίες σαν κονδυλώματα

Τα συμπτώματα αυτά ενδέχεται να οφείλονται σε αρκετές παθήσεις. Αν προκύψουν κάποια από τα εν λόγω συμπτώματα, έχει σημασία να αποταθείτε σε γιατρό.



Ποιοι είναι οι παράγοντες κινδύνου για τους γυναικολογικούς καρκίνους;

Παράγοντας κινδύνου είναι κάθε παράγοντας που συσχετίζεται με αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης κάποιας συγκεκριμένης πάθησης, π.χ. γυναικολογικού καρκίνου. Υπάρχουν διάφοροι τύποι παραγόντων κινδύνου, ορισμένοι εκ των οποίων μπορούν να τροποποιηθούν ενώ άλλοι όχι.

Πρέπει να σημειώσουμε ότι η ύπαρξη ενός ή περισσότερων παραγόντων κινδύνου δεν σημαίνει ότι μια γυναίκα θα προσβληθεί από κάποιο γυναικολογικό καρκίνο. Πολλές γυναίκες έχουν τουλάχιστον έναν παράγοντα κινδύνου αλλά δεν θα προσβληθούν ποτέ από κάποιο γυναικολογικό καρκίνο, ενώ άλλες που ήδη πάσχουν από κάποιο γυναικολογικό καρκίνο μπορεί να μην έχουν γνωστούς παράγοντες κινδύνου. Ακόμη και αν μια γυναίκα που πάσχει από κάποιο γυναικολογικό καρκίνο έχει έναν παράγοντα κινδύνου, συνήθως είναι δύσκολο να μάθουμε κατά πόσο ο παράγοντας αυτός συντέλεσε στην εμφάνιση της ασθένειας.



Αν και οι αιτίες πολλών γυναικολογικών καρκίνων δεν είναι πλήρως κατανοητές, υπάρχουν ορισμένοι παράγοντες που είναι συσχετισμένοι με τον κίνδυνο ανάπτυξης ενός ή περισσότερων τύπων γυναικολογικού καρκίνου. Στους εν λόγω παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνονται οι εξής:

• προχωρημένη ηλικία
• ισχυρό οικογενειακό ιστορικό
• διαπιστωμένες μεταλλάξεις γονιδίων
• αναπαραγωγικό ιστορικό, π.χ. τεκνοποίηση
• έκθεση σε ορμόνες – παραγόμενες από το σώμα ή ληφθείσες ως φαρμακευτική αγωγή
• έκθεση σε διαιθυλστιλβοιστρόλη (DES) στη μήτρα
• ιογενής λοίμωξη όπως από τον ιό των ανθρώπινων θηλωμάτων (HPV)
• παράγοντες τρόπου ζωής, π.χ. κάπνισμα, και όσοι οδηγούν σε υπερβολικό σωματικό βάρος.

Πώς γίνεται η διάγνωση των γυναικολογικών καρκίνων;

Για τη διάγνωση ενός γυναικολογικού καρκίνου ενδέχεται να απαιτούνται αρκετές εξετάσεις, στις οποίες περιλαμβάνονται οι εξής:

• φυσική (κλινική) εξέταση, με πυελική εξέταση
• τεστ Παπανικολάου
• εξετάσεις αίματος, π.χ του καρκινικού αντιγόνου 125 (CA125)
• απεικονιστικές εξετάσεις – μπορεί να περιλαμβάνουν διακολπικό υπερηχογράφημα (transvaginal ultrasound) ή υπολογιστική τομογραφία (computed tomography (CT)), ενώ επίσης μπορεί να προταθεί μαγνητική τομογραφία (magnetic resonance imaging (MRI)) ή τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων (PET)
• λήψη δείγματος ιστού (βιοψία) για εξέταση στο μικροσκόπιο.

Πηγή
AMERICAN CANCER SOCIETY
CANCER CARE

* Ο Γιώργος Μονεμβασίτης είναι Μαιευτήρας-Γυναικολόγος.
Επ. Καθηγητής Παν/μίου Cornell, H.Π.Α., 
Εξειδικευτής στην Ουρογυναικολογία και Χειρουργική Χαλάρωσης Πυέλου.
Τηλ. 210 8053176 Μαρούσι, τηλ 210 7777787 Δορυλαίου 10-12 Αθήνα

Διαβάστε επίσης


Υπερηχογράφημα Μαστού, αντικαθιστά τη μαστογραφία; Κάθε πότε πρέπει να γίνεται;

Υπερηχογράφημα Μαστού.

Ο καρκίνος του μαστού είναι ο συχνότερος καρκίνος στις γυναίκες. Ο καρκίνος ξεκινάει όταν κάποια κύτταρα του μαστού χάνουν τον έλεγχο της ανανέωσής τους και πολλαπλασιάζονται ανεξέλεγκτα.

Το μεγαλύτερο κακό σε αυτή την περίπτωση είναι ότι μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, αυτά τα καρκινικά κύτταρα, δεν μένουν μόνο στην περιοχή που πρωτοαναπτύχθηκαν, αλλά μπορούν να μετακινηθούν και σε άλλες περιοχές ή όργανα του ανθρώπινου σώματος. Σύμφωνα με μεγάλες διεθνείς μελέτες, μία στις 9 ή 10 γυναίκες θα εμφανίσει καρκίνο του μαστού στη διάρκεια της ζωής της ή περίπου 6.000 γυναίκες στη χώρα μας θα εμφανίζουν καρκίνο του μαστού, κάθε χρόνο. Ο κίνδυνος να αναπτύξει μια γυναίκα καρκίνο στο μαστό αυξάνει με την ηλικία. Έτσι ενώ μέχρι την ηλικία των 39 ετών ο κίνδυνος είναι μόλις 0,5%, στις ηλικίες 40-59 ετών ο κίνδυνος φτάνει το 4-6% (δηλαδή 1 στις 20-25 γυναίκες θα αναπτύξει καρκίνο μαστού). Από την ηλικία των 60 και άνω, ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου στο μαστό φτάνει το 7% -12% (περίπου 1 στις 10 με 15 γυναίκες. Μικρό αλλά υπαρκτό κίνδυνο έχουν και οι άνδρες που, σύμφωνα με διεθνείς μελέτες εμφανίζουν καρκίνο του μαστού σε ποσοστό 1%. Δηλαδή για κάθε 100 γυναίκες με καρκίνο του μαστού, αντιστοιχεί και ένας άνδρας που θα νοσήσει από τον ίδιο λόγο, συνήθως σε ηλικία 50 με 70 ετών.
Από διεθνείς μελέτες υπολογίζεται ότι οι ετήσιοι απεικονιστικοί έλεγχοι έχουν μειώσει τη θνησιμότητα από τον καρκίνο του μαστού κατά 24%. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο, αφού γνωρίζουμε ότι ο καρκίνος του μαστού είναι για τις γυναίκες, ο πρώτος σε συχνότητα καρκίνος και δυστυχώς αποτελεί ακόμα τη δεύτερη αιτία θανάτου από καρκίνο στον κόσμο.



Τι είναι η υπερηχογραφία

Είναι διαγνωστική μέθοδος ακίνδυνη (δεν υπάρχει κανενός είδους ακτινοβολία), μπορεί να επαναλαμβάνεται όσο συχνά χρειάζεται άφοβα. Είναι ανώδυνη, χαμηλού κόστους, γρήγορη, με άμεσα αποτελέσματα. Δεν απαιτεί προετοιμασία και μπορεί να χρησιμοποιηθεί εύκολα σαν μέθοδος πρώτης επιλογής όταν η αυτοψηλάφηση δεν είναι ασφαλής, κυρίως λόγω του μεγέθους των μαστών ή της συνυπάρχουσας ινοκυστικής μαστοπάθειας.
Η εκτέλεσή της, γίνεται από Ιατρό Ακτινολόγο, έμπειρο γνώστη της μεθόδου, οπότε ελαχιστοποιεί τα ψευδώς θετικά ή αρνητικά αποτελέσματα.
H υπερηχομαστογραφία, πιο συγκεκριμένα, είναι ο πλήρης έλεγχος του μαστού με υπερήχους συν, βεβαίως, τη μασχαλιαία χώρα (έλεγχος των λεμφαδένων αυτής).
Εκτός από τους συνήθεις προληπτικούς ελέγχους, ο υπέρηχος χρησιμοποιείται για τη διερεύνηση ψηλαφητικών ευρημάτων καθώς και για τη σήμανση ογκιδίων πριν την χειρουργική τους αφαίρεση. Επίσης το υπερηχογράφημα είναι ιδιαίτερα χρήσιμο στη διερεύνηση μικροαποτιτανώσεων που μπορεί να αποκαλυφθούν από τη μαστογραφία.

Σε όλες τις συμπτωματικές περιπτώσεις άνω των 30 ετών γίνεται συνδυασμός μαστογραφίας και υπερηχομαστογραφίας, ενώ, κάτω των 30 ετών, γίνεται, κατ' αρχήν, υπερηχομαστογραφία και, εφ' όσον δεν καταλήγουμε σε ασφαλές συμπέρασμα, ο έλεγχος συμπληρώνεται με μαστογραφία.

ΠΟΤΕ Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΥΠΕΡΗΧΟΜΑΣΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ

  • Στις μη ψηλαφητές μάζες
  • Στους πυκνούς μαστούς (με έντονα τα ινοαδενικά στοιχεία) όπου η ανίχνευση του καρκίνου όταν συνδυάζεται και με μαστογραφία αυξάνεται 17%
  • Στον καθορισμό σε πολύ μεγάλο βαθμό της φύσης μίας βλάβης έχοντας δυνατότητα διαφοροδιάγνωσης της απλής κύστης από βλάβες συμπαγούς τύπου



ΥΠΕΡΗΧΟΓΡΑΦΙΚΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ

Καλοήθους βλάβης
Η βλάβη έχει ομαλό περίγραμμα με σχήμα στρογγυλό ή ωοειδές. Είναι καλά περιγεγραμμένη περιβαλλόμενη από λεπτή υπερηχογενή κάψα. Η βλάβη εντός του μαστού έχει μεγαλύτερο πλάτος από βάθος.
Κακοήθους βλάβης
Είναι ακιδωτού σχήματος ή μικρολοβώδης σε ίση, περίπου, συχνότητα ενώ, με χαμηλότερη συχνότητα, παρουσιάζεται ανωμάλου σχήματος ή με βάθος μεγαλύτερο του πλάτους. Είναι σαφώς συχνότερα υποηχογενής και, μερικές φορές, συνοδεύεται από επασβεστώσεις ή πορεκτασία. (Διάταση των μαστικών πόρων).

ΠΟΤΕ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ Ο ΥΠΕΡΗΧΟΣ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ

  • Σε πυκνούς μαστούς
  • Όταν ανιχνεύεται ύποπτη μαστογραφικά μάζα μη ψηλαφητή
  • Σε ψηλαφητή μάζα και Αναρχία ιστών
  • Οταν υπάρχει βεβαρημένο οικογενειακό ιστορικό
  • Σε ηλικίες κάτω των 30 ετών (για προληπτικό έλεγχο)
  • Επεμβάσεις

Χρήσεις υπερηχομαστογραφίας.

• Για να καθοριστεί εάν ένα εξόγκωμα στο στήθος είναι κύστη (που περιέχει υγρό) ή συμπαγής μάζα. Υγρό αποσύρεται τυπικά από όλες τις κύστες με μία βελόνα και σύριγγα(διαδικασία που ονομάζεται αναρρόφηση). Εάν αφαιρεθεί καθαρό υγρό, και η μάζα εξαφανιστεί πλήρως, τότε δεν χρειάζεται περαιτέρω θεραπεία ή αξιολόγηση.
• Όταν χρειάζεται να γίνει παρακέντηση κάποιας ακτινολογικής ανωμαλίας υπό υπερηχογραφική καθοδήγηση.
• Για να μπορεί να εντοπιστεί με ακρίβεια η τοποθεσία ενός όγκου ο οποίος δεν μπορεί να ψηλαφιστεί για την καθοδήγηση του ιατρού κατά τη διαδικασία της βιοψίας. Ο υπέρηχος χρησιμοποιώντας ηχητικά κύματα που ανακλώνται από τον ιστό του μαστού, χρησιμοποιείται για να επιβεβαιώνει την σωστή τοποθέτηση της βελόνας κατά τη διάρκεια μιας βιοψίας.
• Το υπερηχογράφημα μαστών χρησιμοποιείται επίσης στην σταδιοποίηση των ασθενών με καρκίνο του μαστού, επιτρέποντάς μας να μετρήσομε με ακρίβεια το μέγεθος του όγκου και να εντοπίζομε επιπρόσθετες εστίες σε περιπτώσεις πολυεστιακής εντόπισης της βλάβης.
Διαδοχικές μετρήσεις του όγκου πρίν και μετά από τη χημειοθεραπεία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να εκτιμήσομε αντικειμενικά την απάντηση του ασθενή στο σχήμα της χημειοθεραπείας.


Ο υπερηχογραφικός έλεγχος ανιχνεύει το 35% των μη ψηλαφητών μαζών.

ΜΑΣΤΟΓΡΑΦΙΚΟΣ συν ΥΠΕΡΗΧΟΓΡΑΦΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ
ΑΝΙΧΝΕΥΕΙ ΤΟ 95% ΤΩΝ ΜΗ ΨΗΛΑΦΗΤΩΝ ΚΑΡΚΙΝΩΝ

Η μαστογραφική ανίχνευση τού καρκίνου είναι αντιστρόφως ανάλογη της πυκνότητας του μαστού αλλά βελτιώνεται σημαντικά με τη συμβολή της υπερηχογραφίας ακόμη και σε μικρού μεγέθους μάζες.



ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ:

Για το συνήθη ετήσιο έλεγχο, συνήθως σε ηλικίες κάτω των 30 ετών, χρησιμοποιείται μόνο το υπερηχογράφημα ενώ σε ηλικίες άνω των 30 ετών μπορεί να συμπληρωθεί με άλλες διαγνωστικές μεθόδους και συνήθως με τη μαστογραφία. Ο ετήσιος απεικονιστικός έλεγχος θα πρέπει να αρχίζει ακόμη νωρίτερα, ακόμα και πριν από την ηλικία των 25 ετών, σε γυναίκες με κληρονομικό ιστορικό καρκίνου του μαστού ή των ωοθηκών. Άνω των 35 ετών, η εξέταση εκλογής είναι η μαστογραφία που συνήθως συμπληρώνεται με υπερηχογράφημα αφού η συμβολή της υπερηχογραφίας είναι σημαντική στους ‘πυκνούς’ μαστούς με έντονα ινοαδενικά στοιχεία. Ο συνδυασμός των δύο μεθόδων αυξάνει την πιθανότητα για την ανίχνευση του καρκίνου του μαστού κατά 17%, αφού σε μια ‘ύποπτη’ από τη μαστογραφία βλάβη, το υπερηχογράφημα διακρίνει εύκολα, αν πρόκειται για μια απλή κύστη ή ένα συμπαγές μόρφωμα που χρειάζεται περαιτέρω έλεγχο. Η οδηγούμενη από υπέρηχο βιοψία (FNA) αυτών των βλαβών επιτρέπει την ιστολογική τους διερεύνηση και φυσικά σώζει ζωές. Ακόμα σημαντικότερη είναι η δυνατότητα της ανίχνευσης με τον υπέρηχο, πολύ μικρών, μη ψηλαφητών όγκων στον αδενικό ιστό του μαστού.

Πηγές: Ξενοφών Τσούκαλης, Κώστας Λούβρος

Tμήμα Υπερηχοτομογραφίας ΜΕDLAB IATΡΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ




Φερριτίνη. Τι δείχνει η φεριτίνη στην σιδηροπενική αναιμία, στις λοιμώξεις;

της Κλεοπάτρας Ζουμπουρλή, μοριακής βιολόγου, medlabnews.gr iatrikanea

Η φερριτίνη αποτελεί την κύρια ουσία στην οποία αποθηκεύεται ο σίδηρος. Η Φερριτίνη (Ferritin) είναι μια πρωτεΐνη που δεσμεύει τον σίδηρο και λειτουργεί στον οργανισμό σαν αποθήκη σιδήρου.


Τα 2/3 περίπου του αποθηκευμένου σιδήρου είναι συνδεδεμένα με τη Φερριτίνη, ενώ το υπόλοιπο 1/3 περιέχεται στην αιμοσιδηρίνη. 

Η φερριτίνη σχηματίζεται στο δικτυοενδοθηλιακό σύστημα.


Αποτελείται από πρωτεϊνικό κέλυφος, την αποφερριτίνη MB 445.000, που περιέχει διαφορετικές ποσότητες σιδήρου υπό μορφή συμπλέγματος οξυυδροξειδίου του σιδήρου. Η φερριτίνη ανευρίσκεται σχεδόν σ’ όλους τους ιστούς του σώματος ιδιαίτερα όμως στα ηπατοκύτταρα και στα κύτταρα του δικτυοενδοθηλιακού συστήματος, όπου χρησιμεύει ως αποθήκη σιδήρου.


Η φερριτίνη του ορού περιέχει 20-25% σίδηρο.
Η πρόσληψη σιδήρου από τη φερριτίνη γίνεται μετά την οξείδωση του Fe2+ σε Fe3+ και η απελευθέρωση του σιδήρου από τη φερριτίνη γίνεται μετά την αναγωγή του Fe3+ σε Fe2+. Έτσι, η φερριτίνη αποτελεί όχι μόνο πολύ αποτελεσματική παγίδα σιδήρου, αλλά και εύκολη διαθέσιμη πηγή σιδήρου για μεταβολικές ανάγκες.

Διάφορες επιστημονικές μελέτες επιβεβαίωσαν την άμεση σχέση μεταξύ της συγκέντρωσης της Φερριτίνης και του αποθηκευμένου σιδήρου στον οργανισμό λειτουργώντας ως δείκτης των ποσοτήτων και αποθεμάτων του σιδήρου στον οργανισμό. 


Η συγκέντρωση Φερριτίνης στον ορό, τόσο σε υγιή άτομα όσο και σε άτομα με έλλειψη ή πλεόνασμα σιδήρου, σχετίζεται άμεσα με την ποσότητα του αποθηκευμένου σιδήρου στο δικτυοενδοθηλιακό σύστημα. Έτσι, η χαμηλή συγκέντρωση Φερριτίνης στον ορό είναι πάντα ενδεικτική της έλλειψης σιδήρου στον οργανισμό, ενώ ψηλή συγκέντρωση Φερριτίνης μπορεί να οφείλεται σε διάφορες αιτίες, όπως υπερβολική λήψη σιδήρου, ηπατική νόσος, χρόνιες παθήσεις, νεοπλασίες αίματος, λευχαιμία, νόσος Hodgkin’s κ.λ.π. 

Η σιδηροπενική αναιμία είναι μια συνήθης ασθένεια η οποία μπορεί να προκληθεί από ανεπαρκή πρόσληψη σιδήρου, εγκυμοσύνη, αιμοκάθαρση ή αιμοδοσία.
Στις βιομηχανικά ανεπτυγμένες χώρες η σιδηροπενική αναιμία αποτελεί το συχνότερο πρόβλημα λόγω διαιτητικών εφαρμογών. 


Τα υψηλά επίπεδα φερριτίνης ενδεχομένως να είναι ένδειξη σοβαρότερης νόσησης στην περίπτωση που ο ασθενής έχει προσβληθεί από τη νόσο COVID-19 που προκαλεί ο νέος κοροναϊός SARS-CoV-2. Όταν ενεργοποιηθούν τα μακροφάγα αρχίζουν να εκκρίνουν κυτταροκίνες, ειδικά σηματοδοτικά μόρια που διαμεσολαβούν και ρυθμίζουν την ανοσία. Σε χαμηλές συγκεντρώσεις, βοηθούν τον οργανισμό να προστατευθεί από ιούς και βακτήρια. Σε υψηλά επίπεδα, την λεγόμενη «καταιγίδα κυτταροκινών», μπορεί να είναι θανατηφόρα για το 50% των ασθενών και ειδικά όταν πρόκειται για ηλικιωμένους. Άρα η υπερφερριτιναιμία σωστά έχει σχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο για μεγαλύτερη νοσηρότητα και ανεπιθύμητο τελικό αποτέλεσμα. Κι αυτό αφορά και στη νόσο COVID-19. 

Ο καθορισμός της συγκέντρωσης της Φερριτίνης στον οργανισμό, αποτελεί μία αξιόπιστη, ευαίσθητη και εξειδικευμένη μέτρηση για την έγκαιρη ανίχνευση της σιδηροπενικής αναιμίας στα αρχικά της στάδια, επειδή η πρώτη αντίδραση του οργανισμού στη μείωση των αποθεμάτων σιδήρου γίνεται με την πτώση των επιπέδων της Φερριτίνης.
Συνεπώς η ανίχνευση ανεπαρκών επιπέδων Φερριτίνης καθιστά δυνατή την αναμενόμενη θεραπεία.
Επιπλέον, η υπερβολική ποσότητα σιδήρου είναι χαρακτηριστικό ασθενειών όπως η μεσογειακή αναιμία και η σιδηροβλαστική αναιμία και επομένως η μέτρηση των επιπέδων της Φερριτίνης συμβάλλει στη διάγνωση και στην παρακολούθηση του ασθενή. 


Η αύξηση της φερριτίνης που παρατηρείται σε οξείες λοιμώξεις (απάντηση οξείας φάσεως) είναι δυνατόν να επισκιάσει τις πραγματικά χαμηλές τιμές φερριτίνης. Ο προσδιορισμός φερριτίνης είναι κλινικά χρήσιμος στη διάκριση ανάμεσα στη σιδηροπενική αναιμία, όπου τα επίπεδα φερριτίνης είναι ελαττωμένα και της «αναιμίας των χρόνιων νοσημάτων» όπου τα επίπεδα φερριτίνης είναι συνήθως φυσιολογικά ή αυξημένα.
Η φερριτίνη του ορού χρησιμοποιείται ακόμη στο διαχωρισμό της ερυθροκυτταρικής μικροκυττάρωσης που οφείλεται σε έλλειψη σιδήρου (χαμηλές τιμές) από τη μικροκυττάρωση που εμφανίζεται στους ετεροζυγώτες μεσογειακής αναιμίας (φυσιολογικές ή υψηλές τιμές). 

Τα χαμηλά επίπεδα υποδεικνύουν φυσιολογική παθολογία, η ένδειξη <300 mcg/L είναι εντός των ορίων του φυσιολογικού ορίου για έναν άνδρα, ενώ η ένδειξη <150 mcg/L είναι εντός του φυσιολογικού ορίου για μια γυναίκα σε περίοδο εμμηνόρροιας.

Τα συνεχώς υψηλά επίπεδα υποδεικνύουν υψηλό φορτίο σιδήρου (φεριτίνη σιδήρου >1000 mcg/L).



Copyright © 2015-2022 MEDLABNEWS.GR / IATRIKA NEA All Right Reserved. Τα κείμενα είναι προσφορά και πνευματική ιδιοκτησία του medlabnews.gr
Kάθε αναδημοσίευση θα πρέπει να αναφέρει την πηγή προέλευσης και τον συντάκτη. Aπαγορεύεται η εμπορική χρήση των κειμένων