medlabnews.gr
Δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα η μεγάλη Εκθεση του ΟΟΣΑ για την ευζωία στις 38 χώρες-μέλη του Οργανισμού («Πώς είναι η ζωή; Ευζωία και ανθεκτικότητα σε εποχές κρίσεων»).
Η Εκθεση περιλαμβάνει περισσότερους από 80 δείκτες (οικονομικούς, κοινωνικούς, περιβαλλοντικούς), που «μετράνε» περισσότερο στη ζωή των πολιτών, συνθέτοντας τις υλικές αλλά και ψυχοσυναισθηματικές προϋποθέσεις της ανθρώπινης ευζωίας και ευημερίας.
Η Εκθεση του ΟΟΣΑ, έργο της μονάδας WISE του ΟΟΣΑ, είναι απότοκο της στροφής (που επιταχύνθηκε μετά την οικονομική κρίση του 2008) στην αναζήτηση πιο σύνθετων δεικτών ευημερίας, πέραν του ΑΕΠ (Beyond GDP). Προϊόν αυτής της στροφής είναι η ανάπτυξη συναφών προσεγγίσεων, όπως τα οικονομικά της ευτυχίας (economics of happiness), ο προσδιορισμός δεικτών ευτυχίας (happiness indices), κ.λπ. Η σειρά αυτή του ΟΟΣΑ ξεκίνησε το 2011, στην κλιμάκωση της οικονομικής κρίσης για την Ευρωζώνη, υπηρετώντας το μότο του Οργανισμού «καλύτερες πολιτικές για καλύτερη ζωή».
Η τελευταία προηγούμενη έκδοση της σειράς πραγματοποιήθηκε το 2020, αμέσως πριν ξεσπάσει η πανδημία του Covid-19. Η έκθεση, όπως ο τίτλος της υποδεικνύει, εστιάζεται στις επιπτώσεις της «πολυκρίσης» μετά το 2008, επιπτώσεις που εκδηλώθηκαν με σφοδρότατη ένταση στην περίπτωση της Ελλάδας, όπου η πανδημία του 2020 βρήκε μια οικονομία και κοινωνία ήδη εξουθενωμένες από την παρατεταμένη Μεγάλη Κρίση της προηγούμενης δεκαετίας.
Το μεγάλο ερώτημα που θέτει η Εκθεση αυτή είναι εάν η ζωή των ανθρώπων πράγματι βελτιώνεται ή όχι. Η αξία της Εκθεσης, επομένως, με την επικέντρωσή της στο ερώτημα αυτό, είναι ότι υπενθυμίζει στις κυβερνήσεις να εστιάσουν τις πολιτικές τους στην επιδίωξη μιας καλύτερης ζωής για τους πολίτες τους.
Η Εκθεση συγκρίνει τις χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ στη βάση των παραπάνω δεικτών, και συγκρίνει επίσης τη θέση της κάθε χώρας στην αρχή και στο τέλος της υπό εξέταση περιόδου (2019-2023), καθώς και με το 2010 ως πρώτο έτος αναφοράς. Η επιλογή του 2019 ως πρώτου έτους αναφοράς έγινε προκειμένου να καταγραφεί η κατάσταση τον τελευταίο χρόνο πριν από τον COVID-19, προκειμένου να αναδειχθούν οι διαρκέστερες επιπτώσεις της πανδημίας. Συμπεραίνει η Εκθεση ότι κατά μέσο όρο εισοδήματα και ευζωία σήμερα είναι σημαντικά υψηλότερα από ό,τι στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, όταν ο κόσμος βρισκόταν ακόμα στη δίνη των επιπτώσεων του οικονομικού κραχ του 2008.
Τα βασικά συμπεράσματα του συνόλου αυτής της εξαιρετικά εκτεταμένης σε εύρος και πλήθος δεικτών Εκθεσης.
Κάθε άλλο παρά «καταπληκτική ποιότητα ζωής» απολαμβάνουμε στην Ελλάδα, όπως αποτυπώνει η τελευταία έκθεση του ΟΟΣΑ για την παγκόσμια ευημερία. Εκτός από τους μισθούς, που παραμένουν καθηλωμένοι στην τελευταία ταχύτητα – μαζί με το Μεξικο και την Κολομβία – ανέμεσα σε 38 χώρες. η ζωή των Ελλήνων χαρακτηρίζεται από υψηλά επίπεδα άγχους, οικονομικών δυσκολιών και κοινωνικής ανισότητας.
Εκεί που η Ελλάδα διαπρέπει αρνητικά είναι στις δυσκολίες των νοικοκυριών να τα βγάλουν πέρα, με το υψηλότερο ποσοστό από όλες τις χώρες – σχεδόν 7 στους 10. Είμαστε σε χειρότερη μοίρα από τους Μεξικάνους, τους Σλοβάκους και τους Τούρκους, παρά τον εκρηκτικό πληθωρισμό που μαστίζει τα τελευταία χρόνια τη γείτονα χώρα.
Κάτω από τη βάση στους δείκτες του ΟΟΣΑ
Όμως δεν είναι μόνο οι οικονομικοί δείκτες που αντανακλούν το χαμηλό επίπεδο ζωής στην Ελλάδα.
Παρά τη βελτίωση των τελευταίων χρόνων, ο βαθμός ικανοποίησης των Ελλήνων από τη ζωή τους είναι ο 4ος χειρότερος ανάμεσα σε 30 χώρες μέλη του ΟΟΣΑ, μετά τους Τούρκους, τους Ιάπωνες και τους Κορεάτες.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ έχουμε τις πιο έντονες ανισότητες σε ό,τι αφορά τον ελεύθερο χρόνο. Η απόσταση που χωρίζει το πλουσιότερο 20% των Ελλήνων με το φτωχότερο 20% στο βαθμό ικανοποίησης από την αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου, είναι η μεγαλύτερη από όλες τις χώρες, διπλάσια από το μέσο όρο του ΟΟΣΑ. Η ψαλίδα μεταξύ φτωχών και πλούσιων είναι επίσης αβυσσαλέα στο γενικό βαθμό ικανοποίησης από τη ζωή. Βρισκόμαστε στην πέμπτη χειρότερη θέση παγκοσμίως, ανάμεσα σε 33 χώρες.
Στο ερώτημα «νιώσατε ανησυχία την προηγούμενη ημέρα» οι Έλληνες βρίσκονται σε χειρότερη θέση από το μέσο όρο του ΟΟΣΑ. Φαίνεται όμως ότι έχουμε μάθει να διαχειριζόμαστε την αβεβαιότητά μας, εμφανίζοντας βελτίωση.
Μοναξιά και καχυποψία
Ένας άλλος μύθος που διαλύεται από την έκθεση του ΟΟΣΑ είναι αυτός για την κοινωνικότητα των Ελλήνων. Στην πραγματικότητα τα ποσοστά των Ελλήνων που αναφέρουν ότι κυριαρχούνται από αισθήματα μοναξιάς, είναι σημαντικά υψηλότερα από τον μέσο όρο, στο ίδιο επίπεδο με τους «ψυχρούς» Γερμανούς, ενώ αυξήθηκαν την τελευταία τετραετία. Σχεδόν το 7,5% των Ελλήνων απαντά ότι νιώθει συνεχώς μοναξιά, εδώ και τουλάχιστον ένα μήνα, , έναντι 6% του μέσου όρου των χωρών του ΟΟΣΑ. Σε αντίθεση με τα στερεότυπα που θέλουν τους μεσογειακούς λαούς να είναι «έξω καρδιά», οι λιγότερο μοναχικοί όλων είναι οι Νορβηγοί και οι Ισλανδοί, ενώ ακολουθούν οι Τσέχοι.
Μια άλλη αρνητική επίδοση των Ελλήνων αφορά τον πολύ χαμηλό βαθμό εμπιστοσύνης στους συνανθρώπους μας, όπου είμαστε πέμπτοι από το τέλος. Το συναίσθημα που μας χαρακτηρίζει είναι η καχυποψία απέναντι στον διπλανό μας, αφού σε μια κλίμακα από 1 ως το 10 βαθμολογούμαστε με κάτω από τη βάση.
Οι 7 στους 10 δεν εμπιστεύονται την κυβέρνηση
Πολλοί πιο καχύποπτοι είμαστε απέναντι στην κυβέρνηση, σε μεγάλη απόσταση από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ. Παγκοσμίως το 48% των πολιτών – σε δείγμα 18 χωρών -απαντά ότι εμπιστεύεται τις εθνικές κυβερνήσεις. Πρόκειται για ένα ποσοστό που βαίνει μειούμενο σε σύγκριση με την περίοδο του Covid-19, όταν υπήρχε μεγαλύτερος βαθμός εθνικής συσπείρωσης λόγω της υγειονομικής κρίσης. Στην Ελλάδα οι 7 στους 10 δεν εμπιστεύονται την κυβέρνηση, η 6η χειρότερη επίδοση ανάμεσα σε 37 χώρες.
Στην Ελλάδα κυριαρχεί επίσης η καχυποψία γενικότερα απέναντι στους δημόσιους θεσμούς, τους οποίους θεωρούμε σε μεγάλο βαθμό διεθφαρμένους. Οι μόνοι που πιστεύουν ότι το κράτος τους είναι ακόμα πιο «βρώμικο» είναι οι Μεξικάνοι, οι Τούρκοι, οι Κολομβιανοί και οι Ούγγροι. Στον αντίποδα οι Σκανδιναβοί θεωρούν ότι το κράτος τους είναι αδιάφθορο, σε βαθμό 90%.
Eurostat: Πρωταθλητές στις ληξιπρόθεσμες οφειλές
Μπορεί το ιδιωτικό χρέος των νοικοκυριών να εμφανίζει μείωση την τελευταία τετρατεία – με βάση τον ΟΟΣΑ, όμως παραμένουμε μακράν τα πιο επιβαρυμένα νοικοκυριά της Ευρώπης, σε ό,τι αφορά τους ληξιπρόθεσμους λογαριασμούς, ενοίκια και δόσεις δανείων και αγορών.
Με βάση τον σύνθετο δείκτη της Εurostat που υπολογίζει τα συνολικά βάρη των νοικοκυριών σε ό,τι αφορά καθυστερήσεις πληρωμών – είτε για πάγια στεγαστικά κόστη είτε για άλλα έξοδα, η Ελλάδα βρίσκεται στη χειρότερη θέση από όλες τις χώρες της ΕΕ. Μάλιστα η Βουλγαρία, που είναι η δεύτερη χειρότερη, είναι σε μεγάλη απόσταση από εμάς, πάνω από 10 ποσοστιαίες μονάδες.
Στο σύνολο των νοικοκυριών της Ελλάδας, σχεδόν ο ο ένας τους δύο λογαριασμούς – για θέρμανση, ενέργεια, ύδρευση, ενοίκιο ή δόση τραπεζικού δανείου ή ακόμα και δόσεις αγορών, είναι απλήρωτος ή σε καθυστέρηση.
Οι δεύτεροι πιο ανικανοποίητοι στην ΕΕ
Εκτός από τον ΟΟΣΑ που μας κατατάσσει στους λιγότερο ικανοποιημένους λαούς παγκοσμίως, η Εurostat μας χαρίζει τη δεύτερη χειρότερη θέση στην ΕΕ.
Το 2023, ο μέσος όρος των κατοίκων της ΕΕ αξιολόγησε την ικανοποίηση από την ποιότητα ζωής με 7,3 μονάδες σε μια κλίμακα από 0 (απόλυτη δυσαρέσκεια) έως 10 (απόλυτη ικανοποίηση).
Η Ελλάδα, βρίσκεται κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, στη δεύτερη χειρότερη θέση μαζί με τη Λετονία, με δείκτη ικανοποίησης 6,9. Στον πάτο βρίσκεται η Βουλγαρία με 5,9.
Οι πιο ικανοποιημένοι πολίτες, σύμφωνα με την Eurostat, κατοικούν στη Φινλανδία, με δείκτη 7,8,/ Ακολουθούν η Σλοβενία, η Ρουμανία, η Αυστρία και το Βέλγιο, όπου ο δείκτης ικανοποίησης φτάνει το 7,7.