Η συμφωνία εξαγοράς της Monsanto, έναντι 63 δισ. δολ. από την Bayer είναι πια γεγονός ένα χρόνο πριν όμως η Κομισιόν είχε ξεκινήσει έρευνα αναφέροντας ότι η ολοκλήρωση αυτής της κολοσσιαίας συγχώνευσης συνεπάγεται τη δημιουργία της μεγαλύτερης εταιρείας στον κλάδο των σπόρων και των παρασιτοκτόνων, αφήνοντας μικρό μερίδιο αγοράς στις ανταγωνίστριες εταιρείες. ‘Ετσι, οι Βρυξέλλες εξέφραζαν ανησυχίες για τον κίνδυνο αύξησης των τιμών, μείωσης της παρεχόμενης ποιότητας και περιορισμού της καινοτομίας.
Η Bayer είχε καταθέσει μία σειρά δεσμεύσεων, προκειμένου να αμβλύνει τις ανησυχίες των εποπτικών αρχών. Ωστόσο, η αγορά στον κλάδο των εντομοκτόνων βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του ενδιαφέροντος των ερευνητών της Επιτροπής, οι οποίοι προειδοποιούν ότι η Bayer είναι μία από τις πολύ λίγες εταιρείες που παράγουν μία εναλλακτική λύση στα φυτοφάρμακα της Monsanto που βασίζονται στο αμφιλεγόμενο ζιζανιοκτόνο glyphosate. Επίσης, η Κομισιόν θεωρεί ότι η συγχώνευση απειλεί να μειώσει τον ανταγωνισμό για την ανάπτυξη και εμπορία νέων σπόρων.
Η αρμόδια Ευρωπαία Επίτροπος, Μαργκέτ Βεστάγκερ, ήταν για πολλούς ένα είδος «τελευταίας ελπίδας», ώστε να αποτραπεί αυτό που αποκλήθηκε ως «ο γάμος της κόλασης». Η συμφωνία έχει προκαλέσει σφοδρές αντιδράσεις στην Ευρώπη και σε όλον τον κόσμο και εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, ανάμεσά τους πλήθος περιβαλλοντολόγων, οικολόγων και ακτιβιστών, καλούν σε αγώνα για την κατάργησή της.
Μεγάλο μέρος της δημόσιας οργής για την glyphosate, ωστόσο, βρίσκεται πολύ πέρα από το πεδίο εφαρμογής της έρευνας της Βεστάγκερ. Η εν λόγω χημική ουσία αποτελεί αντικείμενο έντονων συζητήσεων, κυρίως επειδή η ΕΕ πρέπει να αποφασίσει μέχρι το τέλος του έτους εάν θα ανανεώσει την άδεια χρήσης της για χρονικό διάστημα έως και 15 ετών από τους αγρότες, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι είναι κρίσιμο να διατηρηθούν οι αποδόσεις στην παραγωγή, την ώρα που επιστημονικές έρευνες καταλήγουν στο συμπέρασμα πως είναι καρκινογόνα.
Σύμφωνα με ανακοίνωση της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού της ΕΕ, η Μαργκέτ Βεστάγκερ ανέφερε σε δήλωσή της «πως οι σπόροι και τα ζιζανιοκτόνα είναι απαραίτητα για τους γεωργούς και εν τέλει τους καταναλωτές», για να προσθέσει πως «χρειάζεται να διασφαλίσουμε έναν αποτελεσματικό ανταγωνισμό, έτσι ώστε οι γεωργοί να έχουν πρόσβαση σε καινοτόμα προϊόντα, καλύτερη ποιότητα και επίσης να αγοράζουν προϊόντα σε ανταγωνιστικές τιμές. Και την ίδια στιγμή να διατηρήσουμε ένα περιβάλλον όπου οι επιχειρήσεις μπορούν να καινοτομούν και να επενδύουν σε βελτιωμένα προϊόντα. Η προτεινόμενη εξαγορά θα δημιουργήσει τη μεγαλύτερη εταιρεία ζιζανιοκτόνων και σπόρων στον κόσμο και θα συνδυάζει δύο ανταγωνιστές με κορυφαία χαρτοφυλάκια σε μη επιλεκτικά ζιζανιοκτόνα, σπόρους, γεωργικά χαρακτηριστικά και ψηφιακή γεωργία».
Σύμφωνα με την ΕΕ, η συγκέντρωση θα πραγματοποιηθεί σε βιομηχανίες που είναι ήδη συγκεντρωμένες παγκοσμίως, όπως φαίνεται από τις πρόσφατες συγχωνεύσεις των Dow και Dupont και Syngenta και ChemChina, στις οποίες η Επιτροπή παρενέβη για να προστατεύσει τον ανταγωνισμό προς όφελος των γεωργών και των καταναλωτών. Η Κομισιόν εκφράζει προκαταρκτικά ανησυχίες ότι η προτεινόμενη εξαγορά θα μειώσει τον ανταγωνισμό σε αριθμό διαφορετικών αγορών, με αποτέλεσμα τις ψηλότερες τιμές, χαμηλότερη ποιότητα, λιγότερες επιλογές για τους γεωργούς και λιγότερη καινοτομία.
Από την πλευρά της η Bayer δήλωνε ότι θα συνεχίσει να «εργάζεται εποικοδομητικά με την Επιτροπή προκειμένου να λάβει όπως και έλαβε τελικά την έγκρισή της ενώ η Monsanto είχε αποφύγει να σχολιάσει την έναρξη της έρευνας.
Ο Γάμος της Κόλασης
Η συμφωνία ανακοινώθηκε τον Σεπτέμβριο του 2016, αλλά ολοκληρώθηκε μόλις πριν λίγο καιρό. Το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ την εξέταζε για πολύ καιρό, ενώ ασχολήθηκαν με αυτήν και οι ρυθμιστικές αρχές στην Αυστραλία, τη Βραζιλία και τον Καναδά. Η Νότια Αφρική ενέκρινε υπό όρους τη συγχώνευση.
Περισσότεροι από ένα εκατομμύριο άνθρωποι παγκοσμίως έχουν υπογράψει κατά της συμφωνίας, ενώ χιλιάδες έχουν «βομβαρδίσει» με email την Βεστάγκερ, ζητώντας της να μπλοκάρει αυτό που αποκαλούν «συμφωνία από την κόλαση». Η Μαργκέτ Βεστάγκερ δήλωσε ότι έλαβε περισσότερα από 50.000 ηλεκτρονικά μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και περισσότερα από 5.000 ταχυδρομικές επιστολές σχετικά με την υπόθεση, αλλά προειδοποίησε ότι η Επιτροπή θα μπορούσε να εξετάσει την συμφωνία μόνο από την πλευρά του αν προκαλεί ζημιά ή όχι στον ανταγωνισμό και ότι το περιβαλλοντικό ζήτημα είναι αρμοδιότητα άλλων.
”Μια εταιρεία τέρας που ελέγχει τα τρόφιμά μας είναι κακή ιδέα για τους αγρότες και τους πολίτες παντού» απάντησε ο Nick Flynn, νομικός διευθυντής της Avaaz, της πλατφόρμας που φιλοξενεί ανάλογες εκστρατείες. «Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο περισσότεροι από ένα εκατομμύριο άνθρωποι ελπίζουν ότι η Επίτροπος Vestager θα απορρίψει αυτόν τον “γάμο” της Monsanto και της Bayer από την κόλαση».
Η Monsanto ιδρύθηκε το 1901 από τον John Francis Queeny, έναν έμπειρο φαρμακοβιομήχανο. Στην αρχή, η εταιρεία ασχολήθηκε με την παραγωγή διατροφικών πρόσθετων όπως τα συνθετικά γλυκαντικά, το 1920 επεκτάθηκε στην παραγωγή βασικών βιομηχανικών χημικών ενώ το 1960 και 1970, παρήγαγε το Agent Orange, ένα από τα φυτοκτόνα που χρησιμοποιήθηκαν από το στρατό των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής στον πόλεμο του Βιετνάμ. Ο «πορτοκαλί παράγοντας» εκτιμάται πως σκότωσε ή ακρωτηρίασε 400.000 ανθρώπους και είναι υπεύθυνη για 500.000 παιδιά γεννημένα με δυσμορφίες..
Το 1983 η Monsanto ξεκινάει τη γενετική τροποποίηση των σπόρων και πέντε χρόνια μετά έγιναν τα πρώτα πειράματα με ολόκληρες γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες. Έκτοτε η Monsanto μετατρέπεται σε έναν γίγαντα, αφού εξαγοράζει δεκάδες μεγάλες εταιρείες και σταδιακά αναδεικνύεται στη μεγαλύτερη εταιρεία του κόσμου στο εμπόριο μεταλλαγμένων σπόρων. Σήμερα ελέγχει μέχρι και το 26% της παγκόσμιας αγοράς.
Κατηγορείται ότι στην ιστορία της έχει αναπτύξει προϊόντα υψηλής τοξικότητας που έχουν αποτελέσει αιτία μόνιμων βλαβών στο περιβάλλον και ασθενειών ή θανάτων για χιλιάδες ανθρώπους, όπως το PCBs (πολυχλωριωμένα διφαινύλια), ένας από τους δώδεκα επίμονους οργανικούς ρύπους που επηρεάζουν τη γονιμότητα των ανθρώπων και των ζώων, το 2,4,5 Τ (2,4,5-τριχλωροφαινοξυοξικό οξύ), ένα συστατικό-που περιέχει διοξίνη- του αποφυλλωτικού Agent Orange, το Lasso, ένα ζιζανιοκτόνο που είναι τώρα απαγορευμένο στην Ευρώπη, το RoundUp, το πιο ευρέως χρησιμοποιούμενο τοξικό ζιζανιοκτόνο στον κόσμο που χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με τους γενετικά τροποποιημένους σπόρους σε μονοκαλλιέργειες μεγάλης κλίμακας, κυρίως για την παραγωγή σόγιας καλαμποκιού, για ζωοτροφές και βιοκαύσιμα και ενοχοποιείται για συμμετοχή στην ανάπτυξη καρκίνων.
«Η εταιρεία κατέχει ένα ακόμη ρεκόρ: των περισσότερων δικαστικών αγωγών και μηνύσεων που έχουν ασκηθεί ποτέ σε βιομηχανία. Για αιτίες που αφορούν απόκρυψη και αλλοίωση στοιχείων για τα προϊόντα της, ψευδείς πληροφορίες, για μόλυνση ολόκληρων περιοχών ακόμη και πόλεων, όπως και για δωροδοκίες σε κυβερνητικούς αξιωματούχους για να παραβλέψουν τους νόμους και τους κανονισμούς. Κι όμως η Monsanto αναπτύσσεται διαρκώς και τα κέρδη της αυξάνονται. Ο κόσμος σύμφωνα με τη Monsanto, είναι ένας κόσμος απρόσωπος, χωρίς ηθική, χωρίς κανόνες, ένας κόσμος όπου μετράει μόνο το κέρδος» αναφέρει η Γαλλίδα δημοσιογράφος και συγγραφέας, Μαρί-Μονίκ Ρομπέν, και τα τεκμήρια υπάρχουν στο αποκαλυπτικό ντοκιμαντέρ της «Ο κόσμος σύμφωνα με τη Monsanto».
Από την άλλη η γερμανική Bayer ειδκεύεται στα χημικά και φαρμακευτικά προϊόντα. Ήταν θυγατρική από το 1925 της εταιρείας IG Farben. Η μεγάλη επιτυχία της Bayer ήταν η ανακάλυψη και η παρασκευή της ηρωίνης, που την λάνσαρε ως αντιβηχικό φάρμακο και ως μη εθιστικό υποκατάστατο της μορφίνης και πωλούνταν ελεύθερα από το 1898 ως το 1910. Μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, η Bayer καθιερώθηκε σε πολύ λίγα χρόνια ως μία από τις μεγαλύτερες φαρμακοβιομηχανίες του κόσμου.
Η θυγατρική της Bayer, Cropscience, αναπτύσσει τεχνολογίες για τη μετάλλαξη του καλαμποκιού αλλά και φυτοφάρμακα.
Με την εξαγορά της Monsanto από την Bayer με τίμημα 63 δισ. δολάρια, το μεγαλύτερο ποσό που έχει διαθέσει ποτέ γερμανική εταιρεία για την εξαγορά ξένης εταιρείας, θα δημιουργηθεί το μεγαλύτερο παγκοσμίως μονοπώλιο στους γεωργικούς σπόρους και στη χημική βιομηχανία, το οποίο θα ελέγχει σε μεγάλο βαθμό τις πωλήσεις φυτοφαρμάκων και γεωργικών σπόρων παγκοσμίως. Με μια πρόταση το μέλλον της διατροφής του πλανήτη θα τους ανήκει. Επιπλέον ο μεγαλύτερος φόβος, όπως επισημαίνουν οι ακτιβιστές, είναι πως η τελική επιδίωξη της Bayer «είναι να κατακλύσει την ευρωπαϊκή αγορά με γενετικά τροποποιημένα προϊόντα», όπως έχει ήδη κάνει η Monsanto σε άλλες περιοχές του πλανήτη.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου