Η επιλογή της καθολικής κάλυψης και της ισότιμης πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας ως κεντρικό θέμα συζήτησης στην 71η Γενική Συνέλευση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας , έχει ένα ισχυρό συμβολισμό. 70 χρόνια μετά τον εμβληματικό ορισμό του ΠΟΥ ( 1948) επιβεβαιώνουμε και επικαιροποιούμε την εκτίμηση ότι η διατήρηση και προαγωγή της Υγείας , αυτού του θεμελιώδους ανθρώπινου και κοινωνικού δικαιώματος , δεν είναι μόνο ζήτημα καλών υπηρεσιών περίθαλψης . Είναι ζήτημα συνολικού σχεδιασμού δημόσιων πολιτικών στη βάση των αρχών της καθολικής κάλυψης, της ολιστικής και διεπιστημονικής προσέγγισης των προβλημάτων υγείας των ανθρώπων , της αλλαγής του «κέντρου βάρους» των Συστημάτων Υγείας προς την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας , την πρόληψη , την κοινοτική φροντίδα και την τροποποίηση των κοινωνικών προσδιοριστών της αρρώστιας.
Στην Ελλάδα, έχοντας ακόμα «ανοικτές πληγές» από τις αρνητικές επιπτώσεις των προγραμμάτων δημοσιονομικής πειθαρχίας , ιδιαίτερα στο χώρο της Υγείας , και έχοντας να διαχειριστούμε μια ζώνη «υγειονομικής φτώχειας» λόγω της από-ασφάλισης του πληθυσμού , επιλέξαμε να προωθήσουμε στο ίδιο περιβάλλον λιτότητας ένα διαφορετικό πολιτικό σχέδιο στην Υγεία με «πυρήνα» την καθολική και ισότιμη κάλυψη μέσω ενός αναβαθμισμένου και αποτελεσματικού Δημόσιου Συστήματος Υγείας . Με προτεραιότητα στη μεταρρύθμιση της ΠΦΥ, στην «ηθικοποίηση» , εξυγίανση και διαφανή διακυβέρνησή του Συστήματος Υγείας , στον περιορισμό των δυσβάστακτων οικονομικών επιβαρύνσεων των πολιτών , στην ανθρωποκεντρική φροντίδα και στα δικαιώματα των ασθενών .
Κατά την άποψη μας η πολιτική απάντηση στην κρίση των Συστημάτων Υγείας και στις ανισότητες πρόσβασης είναι η στρατηγική της καθολικότητας , της ισότητας και της αποτελεσματικότητας στη φροντίδα . Είναι ο μόνος τρόπος να καλύψουμε αξιόπιστα τις αυξανόμενες ανάγκες υγειονομικής και ψυχοκοινωνικής φροντίδας των πολιτών , αλλά και για να ανταποκριθούμε με επάρκεια στο αίτημα των σύγχρονων κοινωνιών για υγειονομική ασφάλεια, ιδιαίτερα στη σημερινή εποχή της διακινδύνευσης και των πολλαπλώνπροκλήσεων για τη Δημόσια Υγεία (διατροφικά σκάνδαλα, επιδημικές εξάρσεις «ξεχασμένων» λοιμώξεων,προσφυγικά-μεταναστευτικά ρεύματα ,περιβαλλοντικές καταστροφές , κλιματική αλλαγή, αντιεμβολιαστικό κίνημα , μικροβιακή αντοχή κλπ).
Στην Ελλάδα της κρίσης λοιπόν , παρά τους δημοσιονομικούς περιορισμούς και παρά τη μεγάλη απόσταση ανάμεσα στις ανάγκες και στους διαθέσιμους πόρους, καταφέραμε , ανακατανέμοντας δημόσιες δαπάνες και προωθώντας τη συνέργεια πόρων από τον κρατικό προϋπολογισμό και την κοινωνική ασφάλιση, να εξασφαλίσουμε την καθολική, δωρεάν και ισότιμη πρόσβαση των ανασφάλιστων πολιτών ( πού εξακολουθούν να είναι πάνω από το 20% του πληθυσμού) στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, υλοποιώντας το στόχο του ΠΟΥ «να μη μείνει κανείς πίσω». Καταφέραμε επίσης να στηρίξουμε και να σταθεροποιήσουμε τη δημόσια περίθαλψη , να ανοίξουμε μέτωπο με ταδιαχρονικά προβλήματα της προκλητής ζήτησης, της σπατάλης και της διαφθοράς στο Σύστημα Υγείας, να διασφαλίσουμε την αξιόπιστη υγειονομική φροντίδα των χιλιάδων προσφύγων-μεταναστών, θωρακίζοντας υγειονομικά τη χώρα και μην επιτρέποντας να μετατραπεί το προσφυγικό σε πρόβλημα Δημόσιας Υγείας. Κυρίως όμως, καταφέραμε, με την πολύτιμη τεχνική υποστήριξη του ΠΟΥ Ευρώπης , να προωθήσουμε αλλαγές και μεταρρυθμίσεις στο Σύστημα Υγείας που διασφαλίζουν την ποιότητα των υπηρεσιών και τη βιωσιμότητα του. Κορυφαία τομή υπήρξε η μεταρρύθμιση στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, που οργανώνεται πλέον με βάση νέες αποκεντρωμένες δομές (Τοπικές Μονάδες Υγείας), τον οικογενειακό γιατρό και την ομάδα υγείας . Το κεντρικό μήνυμα της μεταρρύθμισης είναι ότι η ΠΦΥ αποτελεί το «κλειδί» για μια Υγεία ανοιχτή σε όλους , για την ελεύθερη πρόσβαση σε συνεχή , τεκμηριωμένη και ολοκληρωμένη υγειονομική φροντίδα.
Ταυτόχρονα , είναι σε εξέλιξη διαρθρωτικές αλλαγές στο χώρο του φαρμάκου, με προτεραιότητα στην αξιολόγηση(ΗΤΑ) και διαπραγμάτευση των τιμών αποζημίωσης των νέων φαρμάκων , καθώς και στην ορθολογική συνταγογράφηση τους με βάση θεραπευτικά πρωτόκολλα και αξιόπιστα μητρώα ασθενών . Αδιαπραγμάτευτος στόχος της φαρμακευτικής πολιτικής είναι η εγγυημένη πρόσβαση των ασθενών στα αναγκαία φάρμακα και στις πραγματικά αποτελεσματικές θεραπείες , με ταυτόχρονη διασφάλιση της βιωσιμότητας του Συστήματος Υγείας. Η πρόκληση μιας νέας ισορροπίας ανάμεσα στην προώθηση έρευνας και της καινοτομίας από τη μια και στο δικαίωμα της πρόσβασης όλων στις σύγχρονες θεραπείες με οικονομικά βιώσιμο τρόπο από την άλλη , απαιτεί διεθνείς πρωτοβουλίες , διακρατικές συνεργασίες , ενίσχυση της διαπραγματευτικής δύναμης των εθνικών κρατών και των ασθενών στην ανισότιμη σχέση τους με τη φαρμακοβιομηχανία . Η εθελοντική συνεργασία 10 χωρών της ΕΕ στο πλαίσιο της «διακήρυξης της Βαλέτα» στοχεύει σε ένα νέο υπόδειγμα φαρμακευτικής πολιτικής που μπορεί να εγγυηθεί «δίκαιες» και προσιτές τιμές στα ακριβά φαρμακα ( αντικαρκινικά, βιολογικοί παράγοντες , «ορφανά» κλπ) και άρα την ευχερή και ισότιμη πρόσβαση των πολιτών σ’αυτά.
Είναι βαθύτατη πεποίθηση μας πως η καθολική κάλυψη δεν είναι μια διακήρυξη κενή περιεχομένου. Είναι ζήτημα ουσιαστικής αντιμετώπισης ζωτικών και ανελαστικών αναγκών υγείας των ανθρώπων χωρίς διακρίσεις και αποκλεισμούς . Γιατί η Υγεία είναι πρωτίστως ένα πρόταγμα ισότητας, αλληλεγγύης, κοινωνικής δικαιοσύνης και Δημοκρατίας .
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου