Όταν κάτι είναι σπασμένο, προσπαθεί κανείς να το επισκευάσει. Όταν αυτό δεν λειτουργεί, ψάχνει να το αντικαταστήσει. Αυτή η αρχή εφαρμόζεται και στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Ακόμη και πριν από το ξέσπασμα του κοροναϊού, το χρηματοπιστωτικό σύστημα δεν λειτουργούσε άψογα μετά την κρίση του 2009. Η νομισματική πολιτική δεν ήταν πολύ αποδοτική και οι τιμές πολλών περιουσιακών στοιχείων αψηφούσαν την οικονομική βαρύτητα. Αλλά τουλάχιστον οι τράπεζες είχαν καλύτερη κεφαλαιοποίηση και τα ιδιωτικά χρέη δεν βρίσκονταν εντελώς εκτός ελέγχου.
Για παράδειγμα, στον ιδιωτικό τομέα των ΗΠΑ, η αντιστοιχία των εταιρικών χρεών σε σχέση με τα χρέη των νοικοκυριών αυξήθηκε σταθερά από 55% το 1950 στο 168,5% το 2008. Η ανακεφαλαιοποίηση μετά την κρίση έφερε την αναλογία στο 150% το 2017.
Κανείς δεν ξέρει το μέγεθος της ζημίας που θα προκαλέσει ο κοροναϊός στις οικονομίες, ωστόσο ο άφθονος δανεισμός αδιαμφισβήτητα θα αυξήσει ορισμένα ιδιωτικά και κρατικά χρέη. Το άφθονο ρευστό θα περιορίσει τη ζημία από την αναστολή της οικονομικής δραστηριότητας. Είναι η καλύτερη λύση ανάμεσα σε πολλές κακές εναλλακτικές.
Όσο οι επιχειρήσεις αυξάνουν τον δανεισμό τους, πολλές θα αποφεύγουν τα ρίσκα και θα προσέχουν πού επενδύουν. Από την άλλη πλευρά, τα χαμηλότατα επιτόκια δανεισμού, που διευκολύνουν τους δανειολήπτες, προκαλούν αναστάτωση στους επενδυτές. Η δίψα τους για καλές αποδόσεις θα μπορούσε να τους οδηγήσει σε επισφαλείς επενδύσεις, που προσθέτουν περιττούς κινδύνους στο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Εν συντομία, το χρηματοπιστωτικό σύστημα προκαλεί περισσότερο κακό παρά καλό. Θα έπρεπε να βοηθάει στην ομαλή λειτουργία της οικονομίας διοχετεύοντας ρευστό στους πιο ωφέλιμους τομείς. Αντ’ αυτού, καθυστερεί την ανάπτυξη και αυξάνει τους κινδύνους.
Καμία από τις παραδοσιακές μεθόδους δεν μπορεί να μειώσει τα χρέη, διατηρώντας ταυτόχρονα τα επιτόκια αρκετά υψηλά, ώστε να ευχαριστούν τους επενδυτές. Ορισμένοι οικονομολόγοι συνιστούν την αύξηση του πληθωρισμού, ώστε να μειωθεί η αναλογία χρέους με το ονομαστικό ΑΕΠ. Φαίνεται, όμως, άδικο και είναι αβέβαιο αν θα πετύχει.
Υπάρχει καλύτερος τρόπος. Ας σκεφτούμε ότι η παγκόσμια οικονομία είναι μια εταιρεία με έναν ισολογισμό που δεν εναρμονίζεται με τα έσοδα – αυτό συμβαίνει με το ΑΕΠ. Το επόμενο βήμα για την εταιρεία θα ήταν, βάσει του πτωχευτικού κώδικα των ΗΠΑ, να συνεχίσει να λειτουργεί κατά τον ίδιο τρόπο, ενώ ο ισολογισμός της θα αναδιαμορφωθεί με ένα πιο βιώσιμο επίπεδο χρέους.
Ωστόσο, απαιτείται μεγάλη αναδιάρθρωση, ώστε να φτάσουν τα χρέη σε διαχειρίσιμο επίπεδο. Για παράδειγμα, η μείωση του ιδιωτικού χρέους των ΗΠΑ σε σχέση με το ΑΕΠ από τα επίπεδα του 2018 στο 1980 θα σήμαινε «κούρεμα» της τάξης του 32%. Για το κρατικό χρέος, η μείωση ανέρχεται στο 63%. Τα χρέη λόγω κοροναϊού θα αυξήσουν περαιτέρω αυτά τα ποσοστά. Μια ανακεφαλαιοποίηση τέτοιου μεγέθους θα ήταν εφιάλτης. Ακόμη και εάν οι πιστωτές μιας εταιρείας συμφωνούσαν στην αναδιάρθρωση, θα διαφωνούσαν για τον καταμερισμό των απωλειών και οι διαφωνίες θα πολλαπλασιάζονταν για μια παγκόσμια συμφωνία.
Ηγέτες και δανειολήπτες θα όφειλαν να συμβιβαστούν και οι τραπεζίτες και οι πολιτικοί θα έπρεπε να εμπλακούν. Πρόκειται για δύσκολο αίτημα, ιδίως εξαιτίας των διασυνοριακών χρεών και λόγω των σημερινών ηγετών.
Πάντως, η αναδιάρθρωση του παγκόσμιου χρέους είναι μια ιδέα που θα έπρεπε να συζητηθεί. Είναι υπερβολικά χρήσιμη για να παραμείνει αναξιοποίητη. Επιπλέον, η τεχνική δυσκολία είναι μικρή, ιδίως αν τη συγκρίνει κανείς με προβλήματα όπως η κλιματική αλλαγή.
kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου