Η πανδημία COVID-19 αποτελεί μια ανθρώπινη τραγωδία τεραστίων διαστάσεων. Συχνά ακούμε ότι η νόσος αυτή δεν κάνει διακρίσεις, στην πραγματικότητα όμως ισχύει το αντίθετο.
Οι ευάλωτες ομάδες -για παράδειγμα οι ηλικιωμένοι, οι άστεγοι ή τα άτομα με υποκείμενα νοσήματα- διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο, όπως και οι γυναίκες, οι οποίες αντιπροσωπεύουν δυσανάλογα μεγάλο ποσοστό του βασικού προσωπικού και των εργαζομένων φροντίδας που βρίσκονται σε άμεση επαφή με τον ιό. Τα παιδιά έχουν επηρεαστεί βαθιά από τα μέτρα που ελήφθησαν για να περιοριστεί η εξάπλωση της νόσου. Συνεπώς, κατά την κατάρτιση των σχεδίων ανάκαμψης, θα πρέπει να βεβαιωθούμε ότι τα παιδιά δεν θα γίνουν τα σιωπηλά θύματα αυτής της κρίσης, λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες και τα δικαιώματά τους και δίνοντας στις φωνές και τις ανησυχίες τους τη θέση που τους αξίζει.
Σε όλο τον κόσμο, περίπου 1,5 δισεκατομμύρια παιδιά δεν πάνε σχολείο λόγω του εγκλεισμού. Χάρη στις νέες τεχνολογίες, τα παιδιά μας μπορούν να συνεχίσουν να μαθαίνουν και να είναι συνδεδεμένα. Ωστόσο, σε αντίθεση με τους ενήλικες, εξαιτίας του αναπτυξιακού σταδίου στο οποίο βρίσκονται, τα παιδιά επηρεάζονται πολύ περισσότερο από τις επιπτώσεις της κρίσης. Για τα παιδιά, το να μην πάνε στο σχολείο έχει πολύ σοβαρότερες επιπτώσεις από ό,τι έχει για τους ενήλικες το να μην πάνε στο γραφείο για το ίδιο χρονικό διάστημα. Πολλά παιδιά βιώνουν συναισθηματική δυσφορία λόγω της τήρησης φυσικής απόστασης και της αβεβαιότητας για το μέλλον τους. Δεδομένου ότι η νέα κανονικότητα ενδέχεται να απαιτήσει τη συνέχιση της μάθησης από απόσταση, πρέπει να ενισχυθεί η ισότιμη και ελεύθερη πρόσβαση σε ποιοτική ψηφιακή εκπαίδευση και σε προγράμματα δημόσιας εκπαιδευτικής τηλεόρασης. Η στροφή στην κατ’ οίκον και στη διαδικτυακή εκπαίδευση ανέδειξε, αν μη τι άλλο, τις ανισότητες της πρόσβαση στην εκπαίδευση για τα παιδιά που προέρχονται από μειονεκτούσες οικογένειες, καθώς οι γονείς και οι κηδεμόνες τους δεν μπορούν πάντα να τα βοηθήσουν στο διάβασμα ή να τους παράσχουν τεχνολογικό εξοπλισμό και σύνδεση στο διαδίκτυο
Πολλά παιδιά περνούν πολύ χρόνο στο διαδίκτυο, συχνά χωρίς επιτήρηση, γεγονός που τα καθιστά πιο ευάλωτα απέναντι στους κινδύνους του ψηφιακού κόσμου. Πρέπει να εφοδιάσουμε τα παιδιά με τα εργαλεία και τις γνώσεις που χρειάζονται για να είναι ασφαλή στο διαδίκτυο. Οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί πρέπει να υποστηριχθούν στην αποστολή τους, μεταξύ άλλων και όσον αφορά τις νέες εκπαιδευτικές τεχνολογίες.
Για τα παιδιά που ήδη ζουν σε επισφαλείς κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, έχει περιοριστεί ακόμη περισσότερο η πρόσβαση σε στήριξη και κοινωνικές υπηρεσίες, γεγονός που ενέχει κίνδυνο μεγαλύτερης φτώχειας, καθώς τα εισοδήματα των γονιών τους επηρεάζονται από τις οικονομικές επιπτώσεις της κρίσης. Η ενδοοικογενειακή βία έχει αυξηθεί και επηρεάζει περισσότερο τα παιδιά και τις γυναίκες. Η κακοποίηση περνάει συχνά απαρατήρητη, πίσω από κλειστές πόρτες, μακριά από τα βλέμματα των εκπαιδευτικών και των κοινωνικών λειτουργών. Χάρη στη νομοθεσία της ΕΕ, πλέον σε κάθε κράτος μέλος της ΕΕ λειτουργεί τηλεφωνική γραμμή βοήθειας για τα παιδιά (ευρωπαϊκός αριθμός 116 111) και τηλεφωνική γραμμή για αγνοούμενα παιδιά (ευρωπαϊκός αριθμός 116 000). Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, είναι ζωτικής σημασίας η επαρκής στήριξη και χρηματοδότηση των υπηρεσιών αυτών ώστε να είναι προσβάσιμες σε όλα τα παιδιά που έχουν ανάγκη. Και πρέπει να παράσχουμε βοήθεια για τα θέματα υγείας των παιδιών, συμπεριλαμβανομένης της ψυχικής υγείας, για παράδειγμα μέσω ψυχοκοινωνικής στήριξης, συμβουλευτικής, κοινωνικών υπηρεσιών και υπηρεσιών προστασίας. Πολλά παιδιά που ζουν σε καθεστώς φροντίδας δεν μπόρεσαν να δουν τις οικογένειές τους επί εβδομάδες ή επέστρεψαν στα σπίτια τους για μεγάλο χρονικό διάστημα, χωρίς επαρκή υποστήριξη κατά την περίοδο εγκλεισμού και μετά από αυτήν. Τα παιδιά που τελούν υπό κράτηση αντιμετωπίζουν παρόμοιες προκλήσεις. Η κρίση που αντιμετωπίζουμε απαιτεί να καταβάλουμε προσπάθειες για να διασφαλίσουμε την πρόσβαση σε συστήματα δικαιοσύνης φιλικά προς τα παιδιά και ανθεκτικά στην κρίση.
Από τα παραπάνω καθίσταται σαφές ότι είναι ανάγκη τα δικαιώματα του παιδιού να ενσωματωθούν στις προσπάθειες ανάκαμψης και στα σχέδια αντιμετώπισης. Η αποκατάσταση του κοινωνικού μας ιστού και η προετοιμασία ενός καλύτερου μέλλοντος για τα παιδιά και τις επόμενες γενιές βρίσκεται στο επίκεντρο της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ανάκαμψη που παρουσιάστηκε στις 27 Μαΐου. Η βοήθεια που προτείνουμε συνίσταται στην παροχή χρηματοδοτικής στήριξης σε μέτρα για την καταπολέμηση της παιδικής φτώχειας. Η Επιτροπή θα παρουσιάσει ένα θεματολόγιο δεξιοτήτων για την Ευρώπη και ένα επικαιροποιημένο σχέδιο δράσης για την ψηφιακή εκπαίδευση, τα οποία θα περιλαμβάνουν τις ψηφιακές δεξιότητες των παιδιών. Το 2021, η Επιτροπή θα προτείνει επίσης την «Ευρωπαϊκή Εγγύηση για τα Παιδιά» η οποία θα εξασφαλίζει σε όλα τα παιδιά πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες, όπως η υγεία και η εκπαίδευση.
Πρέπει να προσεγγίσουμε τα παιδιά και τους νέους ώστε να κατανοήσουμε σε βάθος την πραγματικότητα που βίωσαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Έτσι θα μπορέσουμε να θέσουμε σε εφαρμογή τις κατάλληλες πολιτικές για να τα στηρίξουμε όσο το δυνατόν καλύτερα. Καθώς η Επιτροπή εκπονεί τη νέα συνολική στρατηγική της ΕΕ για τα δικαιώματα του παιδιού, η οποία αναμένεται να εγκριθεί στις αρχές του 2021, θα αντλήσουμε διδάγματα από την εμπειρία και τις επιπτώσεις της κρίσης της COVID-19 και θα βασιστούμε στη γνώση των οργανώσεων για τα δικαιώματα των παιδιών, ώστε να συμπεριλάβουμε τις φωνές των παιδιών στη στρατηγική μας.
Δεδομένου ότι δεν μπορούμε ακόμη να προβλέψουμε τον μακροπρόθεσμο αντίκτυπο αυτής της κρίσης στα παιδιά μας, πρέπει να βεβαιωθούμε ότι οι ανάγκες τους θα ληφθούν υπόψη στα σχέδια ανάκαμψης. Όταν λέμε ότι τα παιδιά είναι το μέλλον, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πρόκειται για άτομα που διαθέτουν, εδώ και τώρα, τα δικά τους δικαιώματα. Είναι καθήκον μας να τα προστατέψουμε, και ο καλύτερος τρόπος για να το πετύχουμε είναι να τα συμπεριλάβουμε στην εργασία μας, τώρα και στο μέλλον.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου