Αναγκαία κρίνει την αλλαγή του μίγματος δημοσιονομικής πολιτικής ώστε να γίνει περισσότερο υποστηρικτική ως προς την ανάπτυξη, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας.
Όπως επισημαίνει στην Έκθεσή του για το χρηματοπιστωτικό σύστημα που δημοσιοποιήθηκε την Τρίτη, θα πρέπει να γίνει ανακατανομή των δαπανών σε τομείς που θα έχουν σημαντικότερη αναπτυξιακή επίδραση, ενώ θα πρέπει να αλλάξει και ο φοροκεντρικός χαρακτήρας της δημοσιονομικής πολιτικής μέσω της μείωσης των φορολογικών συντελεστών και της συγκράτησης των δαπανών.
Στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2018-2021, οι δημοσιονομικοί στόχοι διατηρούνται στο επίπεδο του 3,5% του ΑΕΠ σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, ο στόχος αυτός κρίνεται πολύ υψηλός για να είναι διατηρήσιμος σε βάθος χρόνου και η δημοσιονομική προσπάθεια που χρειάζεται για την επίτευξή του μακροπρόθεσμα αποτελεί ανασχετικό παράγοντα της οικονομικής ανάπτυξης που απαιτείται ώστε αυτή να αποδώσει.
«Ο επαναπροσδιορισμός του δημοσιονομικού στόχου σε πρωτογενές πλεόνασμα 2,0% του ΑΕΠ αποτελεί μια περισσότερο ρεαλιστική προσέγγιση της απαραίτητης δημοσιονομικής προσαρμογής» υποστηρίζει η κεντρική τράπεζα.
Ως εκ τούτου, σημειώνει, «η σχετική απόφαση του Eurogroup της 15.6.2017 που αναφέρεται στη δυνατότητα μείωσης του πρωτογενούς πλεονάσματος σε επίπεδο ίσο προς ή λίγο πάνω από 2% του ΑΕΠ την περίοδο 2023-2060 κρίνεται προς τη σωστή κατεύθυνση.
«Η μείωση αυτή, σε συνδυασμό με την προώθηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που προαναφέρθηκαν και μια ήπιας μορφής αναδιάρθρωση, είναι δυνατόν να δημιουργήσει τις απαραίτητες προϋποθέσεις για τη σταδιακή μείωση της φορολογίας και την περαιτέρω ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας και των επενδύσεων, χωρίς να θέτει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους» τονίζει στην ίδια έκθεση η νομισματική αρχή.
Σύμφωνα με τον κεντρικό τραπεζίτη, τα ψηφισθέντα μέτρα κοινωνικής στήριξης, η μείωση του κατώτατου φορολογικού συντελεστή του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων, ο αναπροσδιορισμός (μειωτικά) των συντελεστών της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, η μείωση του φορολογικού συντελεστή για τα νομικά πρόσωπα, πλην των πιστωτικών ιδρυμάτων και η μείωση του ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων είναι προς τη σωστή κατεύθυνση.
Επίσης, για να καταπολεμηθεί η φοροδιαφυγή και να αυξηθούν τα δημόσια έσοδα, θα πρέπει, σύμφωνα με την ΤτΕ, να υλοποιηθούν αποτελεσματικά οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στη φορολογική διοίκηση και να ενισχυθούν οι έλεγχοι.
«Με αυτόν τον τρόπο θα βελτιωθεί η εισπραξιμότητα των φορολογικών εσόδων, αλλά και θα ενισχυθεί το αίσθημα φορολογικής δικαιοσύνης ανάμεσα στους πολίτες» αναφέρεται στην έκθεση.
Παράλληλα, επισημαίνεται η ανάγκη να γίνει πιο ορθολογική αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας.
Όπως τονίζει ο κ. Στουρνάρας, πέρα από τα προφανή οφέλη που επιφέρει η αύξηση των δημοσίων εσόδων στον κρατικό προϋπολογισμό, η υλοποίηση νέων επενδύσεων από τους ιδιώτες επενδυτές μαζί με την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας και την τόνωση του ανταγωνισμού προσφέρουν πολλαπλά οφέλη στο ΑΕΠ και στην απασχόληση.
Οι προβλέψεις για ανάπτυξη
Οι προβλέψεις της Τράπεζας της Ελλάδος για την ελληνική οικονομία δείχνουν ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας για τα έτη 2017, 2018 και 2019.
Αναλυτικότερα, αναμένονται ρυθμοί ανάπτυξης κατά 1,6%, 2,4% και 2,7% για το 2017, το 2018 και το 2019, αντίστοιχα.
Οι προβλέψεις της Τράπεζας της Ελλάδος για το 2017 βασίζονται στην υπόθεση ότι οι προβλεπόμενες δημοσιονομικές εξελίξεις θα έχουν θετική επίδραση στην οικονομική δραστηριότητα αφού το δημοσιονομικό αποτέλεσμα του 2016 βασίστηκε εν μέρει σε μη επαναλαμβανόμενη είσπραξη εσόδων και συγκράτηση δαπανών.
Επίσης, βασίζονται στις ενδείξεις για αύξηση της εξωτερικής ζήτησης αγαθών και υπηρεσιών (κυρίως τουριστικών).
Επιπλέον, αναμένεται ότι η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης θα επιδράσει θετικά στις συνθήκες χρηματοδότησης της οικονομίας και στη διαμόρφωση του οικονομικού κλίματος, με σημαντικές θετικές συνέπειες στην εξέλιξη των βασικών συνιστωσών της εγχώριας ζήτησης.
Οι κίνδυνοι που περιβάλλουν το βασικό σενάριο προβλέψεων της Τράπεζας της Ελλάδος είναι ισορροπημένοι.
Η πιο θετική του αναμενόμενου έκβαση σχετίζεται με την ταχύτερη από το αναμενόμενο αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και των προσδοκιών και την ταχύτερη βελτίωση της ρευστότητας.
Μια πιο αρνητική έκβαση σχετίζεται με τις επιπτώσεις πιθανών καθυστερήσεων στην υλοποίηση των συμφωνημένων μέτρων. Σχετίζεται επίσης με εξελίξεις στο διεθνές περιβάλλον, όπως με την έξαρση του προστατευτισμού διεθνώς και με το ενδεχόμενο επιδείνωσης της προσφυγικής κρίσης.
Γ. Στουρνάρας: Νωρίς ακόμη για έξοδο στις αγορές
Την εκτίμηση ότι είναι ακόμη νωρίς για να βγει η Ελλάδα στις αγορές και ότι θα ήταν προτιμότερο να γίνει αφού προηγηθούν δύο - τρεις αποκρατικοποιήσεις, διατυπώνει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, σε δηλώσεις του στην Wall Street Journal.
«Νομίζω ότι είναι λίγο νωρίς» τονίζει ο κ. Στουρνάρας, σημειώνοντας ότι «θα ήταν για παράδειγμα ακόμα καλύτερο αν η Ελλάδα προχωρήσει με δύο ή τρεις εμβληματικές ιδιωτικοποιήσεις».
«Αυτό θα βοηθούσε περισσότερο, για να βγει στις αγορές αργότερα» πρόσθεσε.
Πάντως, ο κ. Στουρνάρας καλωσόρισε την συμφωνία της κυβέρνησης με τους δανειστές, η οποία όπως είπε βοηθάει να μειωθεί η αβεβαιότητα για τους επενδυτές και ενθαρρύνει τους καταθέτες να βάλουν περισσότερα χρήματα στις ελληνικές τράπεζες.
Ωστόσο, άσκησε κριτική στην έλλειψη σαφήνειας για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Όπως ανέφερε «χωρίς μια συμφωνία για την ελάφρυνση χρέους, η Ελλάδα μπορεί να χρειαστεί μια νέα διάσωση. Αλλά κανείς δεν το εύχεται αυτό».
TO BHMA
Όπως επισημαίνει στην Έκθεσή του για το χρηματοπιστωτικό σύστημα που δημοσιοποιήθηκε την Τρίτη, θα πρέπει να γίνει ανακατανομή των δαπανών σε τομείς που θα έχουν σημαντικότερη αναπτυξιακή επίδραση, ενώ θα πρέπει να αλλάξει και ο φοροκεντρικός χαρακτήρας της δημοσιονομικής πολιτικής μέσω της μείωσης των φορολογικών συντελεστών και της συγκράτησης των δαπανών.
Στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2018-2021, οι δημοσιονομικοί στόχοι διατηρούνται στο επίπεδο του 3,5% του ΑΕΠ σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, ο στόχος αυτός κρίνεται πολύ υψηλός για να είναι διατηρήσιμος σε βάθος χρόνου και η δημοσιονομική προσπάθεια που χρειάζεται για την επίτευξή του μακροπρόθεσμα αποτελεί ανασχετικό παράγοντα της οικονομικής ανάπτυξης που απαιτείται ώστε αυτή να αποδώσει.
«Ο επαναπροσδιορισμός του δημοσιονομικού στόχου σε πρωτογενές πλεόνασμα 2,0% του ΑΕΠ αποτελεί μια περισσότερο ρεαλιστική προσέγγιση της απαραίτητης δημοσιονομικής προσαρμογής» υποστηρίζει η κεντρική τράπεζα.
Ως εκ τούτου, σημειώνει, «η σχετική απόφαση του Eurogroup της 15.6.2017 που αναφέρεται στη δυνατότητα μείωσης του πρωτογενούς πλεονάσματος σε επίπεδο ίσο προς ή λίγο πάνω από 2% του ΑΕΠ την περίοδο 2023-2060 κρίνεται προς τη σωστή κατεύθυνση.
«Η μείωση αυτή, σε συνδυασμό με την προώθηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που προαναφέρθηκαν και μια ήπιας μορφής αναδιάρθρωση, είναι δυνατόν να δημιουργήσει τις απαραίτητες προϋποθέσεις για τη σταδιακή μείωση της φορολογίας και την περαιτέρω ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας και των επενδύσεων, χωρίς να θέτει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους» τονίζει στην ίδια έκθεση η νομισματική αρχή.
Σύμφωνα με τον κεντρικό τραπεζίτη, τα ψηφισθέντα μέτρα κοινωνικής στήριξης, η μείωση του κατώτατου φορολογικού συντελεστή του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων, ο αναπροσδιορισμός (μειωτικά) των συντελεστών της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, η μείωση του φορολογικού συντελεστή για τα νομικά πρόσωπα, πλην των πιστωτικών ιδρυμάτων και η μείωση του ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων είναι προς τη σωστή κατεύθυνση.
Επίσης, για να καταπολεμηθεί η φοροδιαφυγή και να αυξηθούν τα δημόσια έσοδα, θα πρέπει, σύμφωνα με την ΤτΕ, να υλοποιηθούν αποτελεσματικά οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στη φορολογική διοίκηση και να ενισχυθούν οι έλεγχοι.
«Με αυτόν τον τρόπο θα βελτιωθεί η εισπραξιμότητα των φορολογικών εσόδων, αλλά και θα ενισχυθεί το αίσθημα φορολογικής δικαιοσύνης ανάμεσα στους πολίτες» αναφέρεται στην έκθεση.
Παράλληλα, επισημαίνεται η ανάγκη να γίνει πιο ορθολογική αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας.
Όπως τονίζει ο κ. Στουρνάρας, πέρα από τα προφανή οφέλη που επιφέρει η αύξηση των δημοσίων εσόδων στον κρατικό προϋπολογισμό, η υλοποίηση νέων επενδύσεων από τους ιδιώτες επενδυτές μαζί με την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας και την τόνωση του ανταγωνισμού προσφέρουν πολλαπλά οφέλη στο ΑΕΠ και στην απασχόληση.
Οι προβλέψεις για ανάπτυξη
Οι προβλέψεις της Τράπεζας της Ελλάδος για την ελληνική οικονομία δείχνουν ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας για τα έτη 2017, 2018 και 2019.
Αναλυτικότερα, αναμένονται ρυθμοί ανάπτυξης κατά 1,6%, 2,4% και 2,7% για το 2017, το 2018 και το 2019, αντίστοιχα.
Οι προβλέψεις της Τράπεζας της Ελλάδος για το 2017 βασίζονται στην υπόθεση ότι οι προβλεπόμενες δημοσιονομικές εξελίξεις θα έχουν θετική επίδραση στην οικονομική δραστηριότητα αφού το δημοσιονομικό αποτέλεσμα του 2016 βασίστηκε εν μέρει σε μη επαναλαμβανόμενη είσπραξη εσόδων και συγκράτηση δαπανών.
Επίσης, βασίζονται στις ενδείξεις για αύξηση της εξωτερικής ζήτησης αγαθών και υπηρεσιών (κυρίως τουριστικών).
Επιπλέον, αναμένεται ότι η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης θα επιδράσει θετικά στις συνθήκες χρηματοδότησης της οικονομίας και στη διαμόρφωση του οικονομικού κλίματος, με σημαντικές θετικές συνέπειες στην εξέλιξη των βασικών συνιστωσών της εγχώριας ζήτησης.
Οι κίνδυνοι που περιβάλλουν το βασικό σενάριο προβλέψεων της Τράπεζας της Ελλάδος είναι ισορροπημένοι.
Η πιο θετική του αναμενόμενου έκβαση σχετίζεται με την ταχύτερη από το αναμενόμενο αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και των προσδοκιών και την ταχύτερη βελτίωση της ρευστότητας.
Μια πιο αρνητική έκβαση σχετίζεται με τις επιπτώσεις πιθανών καθυστερήσεων στην υλοποίηση των συμφωνημένων μέτρων. Σχετίζεται επίσης με εξελίξεις στο διεθνές περιβάλλον, όπως με την έξαρση του προστατευτισμού διεθνώς και με το ενδεχόμενο επιδείνωσης της προσφυγικής κρίσης.
Γ. Στουρνάρας: Νωρίς ακόμη για έξοδο στις αγορές
Την εκτίμηση ότι είναι ακόμη νωρίς για να βγει η Ελλάδα στις αγορές και ότι θα ήταν προτιμότερο να γίνει αφού προηγηθούν δύο - τρεις αποκρατικοποιήσεις, διατυπώνει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, σε δηλώσεις του στην Wall Street Journal.
«Νομίζω ότι είναι λίγο νωρίς» τονίζει ο κ. Στουρνάρας, σημειώνοντας ότι «θα ήταν για παράδειγμα ακόμα καλύτερο αν η Ελλάδα προχωρήσει με δύο ή τρεις εμβληματικές ιδιωτικοποιήσεις».
«Αυτό θα βοηθούσε περισσότερο, για να βγει στις αγορές αργότερα» πρόσθεσε.
Πάντως, ο κ. Στουρνάρας καλωσόρισε την συμφωνία της κυβέρνησης με τους δανειστές, η οποία όπως είπε βοηθάει να μειωθεί η αβεβαιότητα για τους επενδυτές και ενθαρρύνει τους καταθέτες να βάλουν περισσότερα χρήματα στις ελληνικές τράπεζες.
Ωστόσο, άσκησε κριτική στην έλλειψη σαφήνειας για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Όπως ανέφερε «χωρίς μια συμφωνία για την ελάφρυνση χρέους, η Ελλάδα μπορεί να χρειαστεί μια νέα διάσωση. Αλλά κανείς δεν το εύχεται αυτό».
TO BHMA
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου