Ολο και βορειότερα στο Αιγαίο διεισδύουν το λεοντόψαρο και ο λαγοκέφαλος, τα εντυπωσιακά αλλά επικίνδυνα ψάρια-εισβολείς από τον Ινδικό Ωκεανό, τα οποία εδώ και πολλά χρόνια έχουν περάσει από τη Διώρυγα του Σουέζ στη Μεσόγειο.
Και τα δύο ψάρια είναι ισχυροί θηρευτές που απειλούν το θαλάσσιο οικοσύστηµα, ενώ είναι επικίνδυνα και για τον άνθρωπο. Με διαφορά ελάχιστων ηµερών, ο επαγγελµατίας αλιέας Μανώλης Μουρίκης, από τη Σάµο, έπιασε στα δίχτυα του και τα δύο είδη, ψαρεύοντας ανοικτά του Καρλοβάσου. Ευτυχώς, ο ίδιος γνώριζε µε τι είχε να κάνει και πώς να τα χειριστεί. Το λεοντόψαρο, το εντυπωσιακό... πανκ ψάρι, το οποίο είναι οπλισµένο µε µακριά και µυτερά αγκάθια, παρότι είναι βρώσιµο απελευθερώνει δηλητήριο µε το τσίµπηµά του, που µπορεί να προκαλέσει αλλεργικό σοκ στον άνθρωπο, ενώ ο λαγοκέφαλος είναι τοξικός και η κατανάλωσή του µπορεί να επιφέρει ακόµη και τον θάνατο. «Εχω ξαναπιάσει λαγοκέφαλο, ενώ το λεοντόψαρο το είδα πρώτη φορά, αλλά ήξερα περί τίνος πρόκειται. Ηµασταν µαζί µε τον πατέρα µου. Μόλις το είδα το αναγνώρισα και του είπα να µην το αγγίξει καν» λέει στο «Εθνος» ο Μ. Μουρίκης.
Δηλητήριο
Οταν ανέβασε τη φωτογραφία του παράξενου αλιεύµατος στο Facebook έγινε αποδέκτης δεκάδων σχολίων και οδηγιών από διαδικτυακούς φίλους του για το καθάρισµα και το µαγείρεµά του, αλλά δεν... τσίµπησε. «Μου έγραψαν ότι σε αντίθεση µε τον λαγοκέφαλο και άλλα ψάρια-εισβολείς, αυτό τρώγεται και µάλιστα κάνει εκλεκτό φιλέτο, αρκεί να ξέρεις τον τρόπο να το καθαρίσεις. Υπάρχουν µάλιστα σχετικά βίντεο στο Διαδίκτυο. Εγώ δεν µπήκα στη διαδικασία, γιατί αποφάσισα να µη ρισκάρω. ∆εν γνωρίζεις σε ποιους αδένες βρίσκεται το δηλητήριο. Ετσι, τον εκλεκτό µεζέ τον απόλαυσαν οι... γάτες» σηµειώνει ο αλιέας.
Το λεοντόψαρο (επιστηµονική ονοµασία Pterois miles), το οποίο ενδηµεί στον Ινδικό Ωκεανό, είναι δηµοφιλές έκθεµα τροπικών ενυδρείων, καθώς εντυπωσιάζει µε τους έντονους κόκκινους, κίτρινους και µαύρους χρωµατισµούς, αλλά και την «πανοπλία» του από µυτερά αγκάθια που εκλύουν δηλητήριο. Αυτά αποτελούν τόσο αµυντικό όσο και επιθετικό µηχανισµό, καθώς από τη µία αποτρέπουν δυνητικούς θηρευτές και από την άλλη αιχµαλωτίζουν τα θηράµατα. Η επαφή του ανθρώπου µε τα αγκάθια µπορεί να αποβεί από επώδυνη έως και θανατηφόρα, καθώς υπάρχει κίνδυνος να προκληθεί αλλεργικό σοκ. Το λεοντόψαρο ζει σε θερµά νερά και τα τελευταία χρόνια έχει εισβάλει στη Μεσόγειο. Το γεγονός επιβεβαιώθηκε αρχικά στο Ισραήλ και στη συνέχεια στην Κύπρο, όπου πλέον η παρουσία του θεωρείται µόνιµη, ενώ λεοντόψαρα έχουν αλιευθεί στα νότια παράλια της Τουρκίας και σε ελληνικά νερά, στο Καστελόριζο, στη Ρόδο και αλλού, µε όλο και βορειότερη διείσδυση. Το Καρλόβασι της Σάµου είναι µία από τις βορειότερες περιοχές όπου έχει εντοπιστεί. Η ψαριά επεφύλασσε πάντως και δεύτερη έκπληξη για τον Μ. Μουρίκη, καθώς έβγαλε και έναν µεγάλο λαγοκέφαλο.
Οπως αναφέρει, από το 2013 έχει πιάσει λαγοκέφαλους και άλλες φορές, αλλά µικρότερου µεγέθους και στο νότιο τµήµα του νησιού, όπου τα νερά είναι πιο ζεστά. Ο λαγοκέφαλος πρωτοεµφανίστηκε στη Μεσόγειο το 2003. Είναι τοξικός και η κατανάλωσή του µπορεί να επιφέρει αναπνευστικές διαταραχές, ανεπάρκεια του κυκλοφορικού συστήµατος, µυϊκή παράλυση, ακόµη και θάνατο. «Υπάρχει µια νοητή γραµµή από τη Βόρεια Εύβοια µέχρι τη θαλάσσια περιοχή µεταξύ Χίου και Λέσβου, κάτω από την οποία εντοπίζονται είδη εισβολέων. Βορειότερα από αυτήν τη γραµµή τα νερά είναι πιο κρύα και λιγότερα αλµυρά λόγω των ρευµάτων που κατεβαίνουν από τον Εύξεινο Πόντο και µεταφέρουν νερό ποταµών» εξηγεί στο «Εθνος» ο Αργύρης Καλλιανιώτης, βιολόγος και ιχθυολόγος, πρώην διευθυντής του Ινστιτούτου Αλιευτικών Ερευνών της Καβάλας, ο οποίος προσθέτει ότι η παρουσία αυτών των ειδών είναι ιδιαίτερα βλαπτική για το θαλάσσιο οικοσύστηµα.
«Αλλάζουν όλες οι ισορροπίες. Το λεοντόψαρο δεν έχει κανέναν φυσικό εχθρό, είναι δεινός θηρευτής και τρώει σχεδόν τα πάντα, από χταπόδια και σουπιές µέχρι όλα τα είδη ψαριών» επισηµαίνει. Παράλληλα συµβουλεύει τους Ελληνες αλιείς που θα τύχει να βρουν στα δίχτυα τους ψάρια αυτών των ειδών να κάνουν ό,τι και ο αλιέας από τη Σάµο, δηλαδή να µην τα πειράξουν.
ethnos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου