Ο δημόσιος τομέας λειτουργεί με τους δικούς του ρυθμούς. Οι οποίοι δεν συμβαδίζουν συνήθως με τις απαιτήσεις μιας απαιτητικής, ελεύθερης οικονομίας.
Ο χρόνος είναι χρήμα και αυτό το χρήμα πρέπει να πληρώνεται όταν το Δημόσιο καθυστερεί. Ελάχιστα είναι γνωστό ίσως ότι με νόμο του 1999 οι δημόσιες υπηρεσίες πρέπει να διεκπεραιώνουν τις υποθέσεις των πολιτών εντός 50 ημερών. Εάν δεν το πράξουν, το κράτος οφείλει «ειδική αποζημίωση» στον πολίτη, όπως αναφέρει το άρθρο 10 του Συντάγματος! Όμως κι αυτή η διαδικασία έχει τα δικά της προβλήματα. Την αποζημίωση την επιδίκαζαν «Ειδικές Επιτροπές Ελέγχου και Εφαρμογής της Νομοθεσίας» που λειτουργούσαν στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις της χώρας και οι οποίες καταργήθηκαν εδώ και πάνω από πέντε (5) χρόνια. Οπότε, οι αποζημιώσεις επιδικάζονται πλέον από τα δικαστήρια. Σε πέντε τέτοιες υποθέσεις που χειρίστηκα δικηγορικά, τα διοικητικά δικαστήρια χρειάστηκαν 7 χρόνια για να εκδώσουν τις σχετικές αποφάσεις, με αποζημιώσεις της τάξης των 1.500-3.000 ευρώ ανά περίπτωση. Οι αποζημιώσεις καταβλήθηκαν από τον δημόσιο φορέα που είχε επιδείξει την υπέρμετρη καθυστέρηση.
Το πρόβλημα λοιπόν και σε αυτό το θέμα είναι η καθυστέρηση της Δικαιοσύνης. Αυτός ήταν μέχρι πρόσφατα και ο συχνότερος λόγος καταδίκης της Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Το 2014 όμως ψηφίστηκε ένας νέος νόμος για να επιδικάζονται αποζημιώσεις για την καθυστέρηση των δικαστηρίων και να μην χρειάζονται οι διάδικοι να προσφεύγουν και στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Ο νέος αυτός νόμος έχει ήδη δείξει κάποια πρώτα δείγματα εφαρμογής. Ο κανόνας είναι ότι σε κάθε βαθμό δικαιοδοσίας, μόλις εκδοθεί μια δικαστική απόφαση με καθυστέρηση, ο πολίτης μπορεί μέσα σε έξι μήνες (αποκλειστική προθεσμία) να προσφύγει με δικηγόρο στο ίδιο δικαστήριο, με μια δικαστική αίτηση για να του επιδικαστεί «εύλογη ικανοποίηση λόγω της υπέρβασης της εύλογης διάρκειας της δίκης». Με την αίτηση πρέπει να κατατεθεί παράβολο 100 ευρώ (που αποδίδεται αν κριθεί ότι είναι βάσιμη) και φυσικά να εκτεθούν αναλυτικά όλα τα στοιχεία που αποδεικνύουν τις σοβαρές συνέπειες που είχε η καθυστέρηση, αντικρούοντας τα επιχειρήματα του Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο επίσης παρίσταται σε αυτή τη διαδικασία με λειτουργούς του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Το καλό είναι ότι κατά της απόφασης δεν προβλέπονται ένδικα μέσα, δηλαδή είναι τελική.
Το μεγάλο ερώτημα είναι: τι σημαίνει «εύλογη διάρκεια» της δίκης; Μια ένδειξη που περιλαμβάνει ο ίδιος ο νόμος είναι όταν ο δικαστής υπερβαίνει τους οκτώ (8) μήνες για να εκδώσει απόφαση από την ημέρα της δημόσιας συνεδρίασης του δικαστηρίου. Μετά το διάστημα αυτό, η διοίκηση του Δικαστηρίου έχει την εξουσία να αφαιρέσει τον φάκελο από τον δικαστή που κωλυσιεργεί και να τον αναθέσει σε έτερη δικαστική σύνθεση. Ωστόσο, μια απόφαση του Εφετείου Αθηνών που εκδόθηκε μετά το πέρας των 8 μηνών κρίθηκε από δικαστή του ίδιου δικαστηρίου που εκδίκασε αίτηση για υπέρβαση εύλογης διάρκειας της δίκης ότι δεν αποτελεί περίπτωση υπέρβασης! Εξυπακούεται ότι η απόφαση αυτή θέτει σε αμφιβολία την ουσιαστική αποτελεσματικότητα του νόμου του 2014 και πρόκειται να προσβληθεί άμεσα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Ωστόσο, ο κανόνας είναι ότι τα δικαστήρια επιδικάζουν την εύλογη ικανοποίηση. Σε πρόσφατη υπόθεση που το πρωτοδικείο υπερέβη τα 3 χρόνια έκδοσης απόφασης (από την ημέρα κατάθεσης της αγωγής), η αποζημίωση που επιδίκασε πρωτοδίκης ήταν ύψους 1.000 ευρώ και 200 ευρώ για τα δικαστικά έξοδα. Σε αυτές τις περιπτώσεις οι αποζημιώσεις καταβάλλονται με διαδικασία του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Σε κάποιες περιπτώσεις, η απόφαση του πρωτοδικείου καθυστερεί πολλά χρόνια, σε ακραίες περιπτώσεις μπορεί να αγγίξει ακόμη και την δεκαετία. Η αποζημίωση ανέρχεται στα 400-600 ευρώ ανά έτος καθυστέρησης, όμως αυτό συνέχεται και με τις επιπτώσεις που είχε η καθυστέρηση για τον προσφεύγοντα. Θεωρώ πάντως ότι είναι μια δυνατότητα που δεν πρέπει να αφήσουμε ανεκμετάλλευτη, αφενός για λόγους αποζημίωσης όσων περίμεναν επί χρόνια να εκδοθούν οι δικαστικές αποφάσεις και αφετέρου για να καταγραφούν οι σοβαρές καθυστερήσεις και να υποχρεωθεί το κράτος να λάβει άμεσα μέτρα για την επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης. Το πιο απλό μέτρο είναι η κατάργηση των τριμελών δικαστηρίων, σε όλες τις δικαιοδοσίες (πολιτική, ποινική, διοικητική), ώστε να μην χρειάζονται διασκέψεις δικαστών που καθυστερούν την έκδοση αποφάσεων και να αξιοποιηθούν καλύτερα οι υπάρχοντες δικαστές σε αποκλειστικά μονομελείς δικαστικές συνθέσεις. Ακόμη και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για τις πιο απλές υποθέσεις λειτουργεί σε μονομελή σύνθεση. Μπορούμε κι εμείς.
O Βασίλης Σωτηρόπουλος είναι Δικηγόρος
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου