Επιμέλεια Κική Τσεκούρα, medlabnews.gr
Ιδιαίτερα πρέπει να επισημανθεί το οικονομικό κόστος αντιμετώπισης του διαβήτη. Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες της ΕΣΔΥ το άμεσο κόστος ασθενή με ΣΔΙΙ στην Ελλάδα ανεξαρτήτως ρύθμισης είναι 1300 euro το χρόνο. Ο ρυθμιζόμενος ασθενής, έχει ετήσιο κόστος 983 euro, ενώ ο αρρύθμιστος 1570 euro (60% υψηλότερο κόστος θεραπείας για τους μη ρυθμισμένους ασθενείς).
Η ασθένεια σε αριθμούς
- Περίπου 800.000 Έλληνες έχουν διαβήτη
- Το 8,5% - 17,5% του συνόλου των θανάτων στον ελληνικό πληθυσμό σχετίζεται με έλλειψη σωστού έλεγχου του διαβήτη.
- Σχεδόν 634.000 Έλληνες έχουν διαταραγμένη ανοχή στη γλυκόζη (στάδιο προ-διαβήτη).
- Ο διαβήτης τύπου ΙΙ αποτελεί το 80%- 90% των συνολικών περιπτώσεων διαβήτη στην Ελλάδα και μειώνει το προσδόκιμο ζωής κατά 8 - 10 χρόνια.
- Το 24%-30% των ατόμων με διαβήτη τύπου ΙΙ δεν έχουν επίγνωση της ασθένειάς τους και παραμένουν αδιάγνωστοι.
- Ο διαβήτης κοστίζει στο υγειονομικό σύστημα της χώρας μας περίπου 12% επί των συνολικών δαπανών για την υγεία.
- Το 25% του κόστους του διαβήτη αφορά στην αντιμετώπισή του, ενώ το 75% στις χρόνιες επιπλοκές του.
- Μόνο 7% του κόστους αφορά στην αντιδιαβητική αγωγή, ενώ το 55% του κόστους του διαβήτη είναι το νοσοκομειακό κόστος.
Ιδιαίτερα πρέπει να επισημανθεί το οικονομικό κόστος αντιμετώπισης του διαβήτη. Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες της ΕΣΔΥ το άμεσο κόστος ασθενή με ΣΔΙΙ στην Ελλάδα ανεξαρτήτως ρύθμισης είναι 1300 euro το χρόνο. Ο ρυθμιζόμενος ασθενής, έχει ετήσιο κόστος 983 euro, ενώ ο αρρύθμιστος 1570 euro (60% υψηλότερο κόστος θεραπείας για τους μη ρυθμισμένους ασθενείς).
Άρα το συνολικό κόστος για την αντιμετώπιση των διαβητικών ασθενών στην Ελλάδα (περίπου 800.000 έως 1.000.000) ξεπερνά το 1,3 δις. Euro (6, 4% των συνολικών δαπανών) για την υγεία.
Αν συνυπολογισθούν και οι δαπάνες για την αντιμετώπιση (νοσηλεία) των επιπλοκών της νόσου (σύμφωνα με διεθνείς μελέτες αντιστοιχούν στο 55 – 65%του συνολικού κόστους) τότε το μέσο ετήσιο κόστος ανά ασθενή είναι περίπου 2900 euro με συνολικές δαπάνες για το διαβήτη υπολογιζόμενες στα 2,3 δις. Euro (12 – 15% των συνολικών δαπανών για την υγεία).
Εξάλλου η φαρμακευτική δαπάνη για την αντιμετώπιση των διαβητικών ασθενών ανήλθε το 2011 στα 200 εκατομμύρια euro (τα στοιχεία για α’ 8μηνο του 2012 εκτιμούν τη δαπάνη στα 134 εκατομμύρια Euro)
H φαρμακευτική δαπάνη εκτιμάται σε Ευρωπαϊκές μελέτες (μελέτη 8 Ευρωπαϊκών χωρών, Johnsson et al Diabetologia 2002, επίσης Kanavos et al LSE 2011) ότι είναι το 7% περίπου της συνολικής δαπάνης για το διαβήτη. Άρα και με αυτόν τον υπολογισμό προσεγγίζουμε ένα συνολικό κόστος για τον σακχαρώδη διαβήτη στην Ελλάδα στα 2,5 δις. Euro.
Τέλος θα πρέπει να υπολογισθεί και το έμμεσο κόστος του διαβήτη (απώλεια ωρών εργασίας, μείωση παραγωγικότητας, αναπηρία, πρόωρη συνταξιοδότηση, ψυχοκοινωνικό κόστος κλπ.) που εκτιμάται στο 110% του άμεσου κόστους (Kanavos 2011). Τότε το συνολικό κόστος του διαβήτη υπερβαίνει τα 4,5 δις euro ετησίως.
H περιπέτεια της οικονομικής κρίσης έχει πολλαπλές επιπτώσεις στην ζωή μας και μια από την σημαντικότερες είναι και η αλλαγή της διατροφικής συμπεριφοράς μας προς το χειρότερο. Η οικονομική κρίση φαίνεται ότι επηρεάζει κυρίως τα άτομα που ανήκουν σε χαμηλότερες κοινωνικοοικονομικές τάξεις. Συγκεκριμένα η μελέτη MEDIS, που διεξήχθη από το Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο και περιλάμβανε δείγμα 1.000 ηλικιωμένων κατοίκων της νησιωτικής χώρας (Μυτιλήνης, Λήμνου, Σαμοθράκης, Κεφαλλονιάς, Ζακύνθου, Κέρκυρας, Κρήτης και Κύπρου), έδειξε ότι ένας στους δύο Έλληνες χαμηλής μόρφωσης και εισοδήματος που κατοικούν στα νησιά πάσχει από:
- 4 στους 10 είναι παχύσαρκοι
- 22% έχουν διαβήτη
- Επίσης με άριστα το 10 η υιοθέτηση της παραδοσιακής μεσογειακής διατροφής στους κατοίκους αυτούς δεν ξεπερνά το 4, καθώς καταναλώνουν περισσότερο κρέας, δεν προσεγγίζουν εύκολα το ψάρι ως αντικαταστάτη του κρέατος, τρώνε πολλά γαλακτοκομικά πλήρη λιπαρών και πίνουν περισσότερο αλκοόλ. Ανάλογα αποτελέσματα προέκυψαν από την μελέτη ΑΤΤΙΚΗ της Α’ Καρδιολογικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών (σε 3.000 κατοίκους της Αττικής) στην οποία παρατηρήθηκε σε αντίθεση με τα χαμηλά και μεσαία στρώματα ότι τα άτομα με ανώτερη και ανώτατη μόρφωση κατανάλωναν περισσότερα φρούτα ψάρια και λαχανικά και λιγότερα λιπαρά. Άλλα αίτια που οδήγησαν στα παραπάνω αποτελέσματα, ήταν το αυξημένο κόστος της υγιεινής διατροφής και η αδυναμία των συμμετεχόντων στη μελέτη να κατανοήσουν ότι είναι κακό για παράδειγμα να τρώνε 4-5 φoρές κρέας την εβδομάδα.
Ιδιαίτερη ανησυχία υπάρχει για την επίδραση της οικονομικής κρίσης στην παιδική διατροφή αλλά και για τις μελλοντικές συνέπειές της. Τα δεδομένα από προηγούμενες περιόδους κρίσης και πείνας δείχνουν ότι άτομα που εκείνη την εποχή ήταν σε εμβρυική ή βρεφική ηλικία πλήρωσαν το τίμημα της κρίσης με αυξημένη εμφάνιση παχυσαρκίας, μεταβολικού συνδρόμου, διαβήτη και καρδιοπαθειών. «Εξαιτίας αυτού του γεγονότος είμαστε ανήσυχοι σχετικά με τη σημερινή κρίση. Πολύ δε περισσότερο γιατί πρόσφατα δεδομένα, που αφορούν χώρες οι οποίες βρέθηκαν σε κρίση πριν από το 2000, καταγράφουν ότι σε διάρκεια οικονομικών κρίσεων οι διατροφικές επιλογές παύουν να είναι υγιεινές και οι άνθρωποι προκειμένου να καλύψουν τις ενεργειακές τους ανάγκες, καταφεύγουν σε υδατάνθρακες και τροφές με απλή ενεργειακή αξία παραμελώντας την ποιότητα της τροφής, δηλαδή παραμελώντας να ενισχύσουν τον οργανισμό με βιταμίνες και με μικροθρεπτικά συστατικά όπως αυτά βρίσκονται στα φρούτα τα λαχανικά».
ΠΗΓΗ
Ελληνική Διαβητολογική Εταιρεία.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου