της Emily Oster (*)
Τον περασμένο μήνα, ένας κολυμβητής στο Μέιν σκοτώθηκε από έναν καρχαρία. Το γεγονός αναπαρήχθη εκτενώς από τα τοπικά και τα εθνικά μέσα ενημέρωσης. Ήταν είδηση. Το γεγονός όμως ότι γίνονται σπανίως επιθέσεις καρχαριών στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι είδηση, γιατί κάθε πρωί που ξυπνάμε δεν περιμένουμε να γίνει μια τέτοια επίθεση.
Οι ερευνητές έχουν αναλύσει την προτίμησή μας για το απροσδόκητο, αποδεικνύοντας ότι μια πληροφορία που μας «εκπλήσσει» προσφέρει μεγαλύτερη απόλαυση και τραβάει περισσότερο την προσοχή. Σε πολλές περιπτώσεις, αυτό είναι ανώδυνο. Ένας αγώνας μπάσκετ που το τέλος του είναι θρίλερ αποκτά λογικά μεγαλύτερη δημοσιότητα από έναν αγώνα όπου η μια ομάδα επικρατεί εύκολα. Όταν πρόκειται για τον κοροναϊό όμως, αυτή η προτίμηση, και η σπουδή των μέσων ενημέρωσης να την ικανοποιήσουν, παρουσιάζει πραγματικούς κινδύνους. Μας οδηγεί σε άφρονες αποφάσεις που μπορεί να προκαλέσουν μόνιμη ζημιά.
Το πρόβλημα είναι ότι η δημοσιογραφική κάλυψη του covid-19 ακολουθεί συνήθως το παράδειγμα με την επίθεση του καρχαρία. Τα μέσα ενημέρωσης επικεντρώνονται στις «εκπλήξεις», όπως ότι προσβλήθηκε ένας πολιτικός ή μια διασημότητα. Η πρόκληση αυτού του ιού όμως είναι ακριβώς ότι είναι κάτι εντελώς καινούργιο. Όλοι οι τρόποι με τους οποίους συμπεριφέρεται - και δεν συμπεριφέρεται - είναι καινούργιοι. Με αυτή την έννοια, ένα γηροκομείο με μηδέν κρούσματα θα έπρεπε να προσελκύει το ίδιο ενδιαφέρον με ένα γηροκομείο με πολλά.
Η ανακάλυψη ότι τα σταγονίδια που περιέχουν τον ιό μπορεί θεωρητικά να ταξιδέψουν σε μεγάλη απόσταση στον αέρα έτυχε μεγάλης προβολής. Αυτό που υποβαθμίστηκε όμως είναι ότι παρόλο που τα σταγονίδια μπορεί να ταξιδεύουν σε μεγάλη απόσταση, δεν έχουμε αποδείξεις ότι το κάνουν. Διάφοροι ανοιχτοί χώροι λοιπόν έκλεισαν χωρίς να έχει τεκμηριωθεί ότι ευθύνονται για τη διάδοση του ιού.
Ύστερα υπάρχει η συζήτηση για το άνοιγμα των σχολείων.
Στο μεγαλύτερό της μέρος, αυτή η συζήτηση αφορά παραδείγματα με εμφάνιση κρουσμάτων. Η αβεβαιότητα όμως γύρω από τον ιό θα έπρεπε να μας κάνει να δείχνουμε την ίδια προσοχή για τα σχολεία όπου δεν υπάρχουν κρούσματα.
Όπως είναι φυσικό, οι γονείς και εκείνοι που λαμβάνουν αποφάσεις συμπεραίνουν έτσι ότι η διδασκαλία με φυσική παρουσία είναι επικίνδυνη. Χάνουν όμως ένα σημαντικό κομμάτι του παζλ. Στην Ιντιάνα υπάρχουν 291 σχολικές περιφέρειες που εξυπηρετούν 1 εκατομμύριο παιδιά. Πολλές από αυτές είναι ανοιχτές από τον Ιούλιο. Με τη χειρότερη εκτίμηση, υπάρχουν 100 κρούσματα, ένας αριθμός πολύ μικρός σε σχέση με τον συνολικό, που δεν αποδεικνύει καν ότι η μετάδοση του ιού έγινε στα σχολεία.
Ελλείψει πλήρους πληροφόρησης για τους κινδύνους, οι υπερβολικές μας αντιδράσεις μπορεί να έχουν σοβαρές συνέπειες. Ένα παράδειγμα είναι το πυρηνικό ατύχημα στο Θρι Μάιλ Αϊλαντ, που δεν έχει συνδεθεί με καμιά μακροπρόθεσμη αρνητική συνέπεια για την υγεία, έχει τρομοκρατήσει όμως τους Αμερικανούς για το θέμα της πυρηνικής ενέργειας. Το αποτέλεσμα είναι η πυρηνική ενέργεια να μην αναπτυχθεί όσο θα έπρεπε και η Αμερική να βασιστεί στα επικίνδυνα ορυκτά καύσιμα.
Ο κίνδυνος είναι να κάνουμε ανάλογα λάθη με τον κοροναϊό. Το να κρατάμε τα παιδιά μακριά από το σχολείο βλάπτει την ανάπτυξή τους. Το κλείσιμο των επιχειρήσεων καταστρέφει την οικονομία. Μπορεί βέβαια αυτό να είναι το τίμημα για την ανάσχεση του ιού. Όταν δεν έχουμε όμως πλήρη ενημέρωση, δεν μπορούμε να αξιολογήσουμε αυτή τη σχέση.
Αυτό που μας λείπει είναι η πλήρης εικόνα.
Τι ποσοστό σχολείων έχει κρούσματα;
Τι διαφοροποιεί τους χώρους με κρούσματα από τους χώρους χωρίς κρούσματα;
Τα μέτρα που έχουν ληφθεί;
Δημογραφικοί και οικονομικοί παράγοντες;
Για να απαντήσουμε σε αυτές τις ερωτήσεις, χρειαζόμαστε συστηματική συλλογή και δημοσιοποίηση στοιχείων. Το ίδιο συμβαίνει σε όλες τις καταστάσεις, από την οδήγηση μέχρι την κολύμβηση στον ωκεανό.
Όταν υπάρξουν αυτά τα στοιχεία, τα μέσα ενημέρωσης θα μπορούν να τα χρησιμοποιήσουν. Κι αν επιλέγουν να μην το κάνουν - αφού ένας τίτλος του τύπου «ο ρυθμός διάδοσης του ιού παραμένει για 45ημέρα κάτω από το 0,01%» δεν φέρνει αρκετά κλικ - , οι πολίτες έχουν τη δυνατότητα να αναλύουν οι ίδιοι τις πληροφορίες.
(*) Η Εμιλι Οστερ είναι καθηγήτρια οικονομικών στο Brown University
(Πηγή: Washington Post)
ΜΜΗ, ΑΠΕ-ΜΠΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου