επιμέλεια medlabnews.gr
Τις τελευταίες ώρες κυκλοφόρησαν σε ελληνικά μέσα ενημέρωσης δημοσιεύματα που αναφέρουν ότι οι αιγυπτιακές αρχές προχωρούν σε «δίωξη» και «έξωση» των μοναχών της Μονής Αγίας Αικατερίνης στο Σινά, και ότι κινδυνεύει η περιουσία και η υπόσταση της Μονής. Είναι άξιο απο
Τέτοιες πληροφορίες έχουν προκαλέσει έντονη ανησυχία στην κοινή γνώμη και ιδιαίτερα στους εκκλησιαστικούς και διπλωματικούς κύκλους.
Είναι άξιον απορίας πώς ένα τόσο σοβαρό ζήτημα αποτέλεσε αντικείμενο δριμύτατων δηλώσεων από σημαίνοντα πρόσωπα της Εκκλησίας και της Πολιτείας. Ο Αρχιεπίσκοπος, αρχηγοί κομμάτων και ο πρώην Πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς τοποθετήθηκαν με ιδιαίτερη ένταση —ίσως δικαίως ως προς την πρόθεση— αλλά χωρίς να έχουν σαφή γνώση της πραγματικής κατάστασης.
Το παράδοξο είναι ότι η δημόσια συζήτηση βασίστηκε σε εσφαλμένες ή διαστρεβλωμένες πληροφορίες. Όπως διαπιστώσαμε εμείς, ήδη από πολύ νωρίς και μετά από διερεύνηση μέσω του διαδικτύου, η δικαστική απόφαση ανέφερε άλλα από όσα διαδόθηκαν στη χώρα μας. Η διαφορά ανάμεσα στο τι πραγματικά έλεγε η απόφαση και στο τι μεταδιδόταν ως "πραγματικότητα" ήταν καταλυτική και οδήγησε σε έναν θόρυβο δίχως πραγματική βάση.
Σε διεθνές επίπεδο, ιδιαίτερο βάρος απέδωσε στην απόφαση ο ίδιος ο Πρόεδρος της Αιγύπτου Αμπντέλ Φατάχ Αλ Σίσι, ο οποίος δήλωσε χαρακτηριστικά ότι η απόφαση "εδραιώνει το ιερό θρησκευτικό καθεστώς της Μονής της Αγίας Αικατερίνης", επισημαίνοντας τη σημασία της διατήρησης του θρησκευτικού και ιστορικού χαρακτήρα της. Η στάση αυτή φανερώνει πως η υπόθεση αντιμετωπίζεται με θεσμική σοβαρότητα από την αιγυπτιακή πλευρά.
Το ΥΠΕΞ Αιγύπτου τόνισε ότι αυτή είναι η πρώτη φορά που το καθεστώς του μοναστηριού νομιμοποιείται δικαστικά και διασφαλίζεται η ιερότητά του.
Όλη αυτή η φασαρία, επομένως, μοιάζει περισσότερο με αποτέλεσμα ελλιπούς ενημέρωσης και επιλεκτικής ανάγνωσης των γεγονότων, παρά με αντίδραση βασισμένη σε στέρεα γνώση. Ίσως είναι καιρός να επανεξετάσουμε πώς ενημερωνόμαστε και πώς διαμορφώνουμε άποψη, ιδιαίτερα σε ζητήματα με τόσο ευαίσθητη θρησκευτική και διπλωματική διάσταση.
Όμως τι ακριβώς λέει η επίμαχη δικαστική απόφαση και ποια είναι η πραγματική εικόνα;
Η δικαστική υπόθεση
Η υπόθεση εξετάστηκε στο Πρωτοδικείο Νοτίου Καΐρου με αριθμό φακέλου 226/33. Οι ενάγοντες –των οποίων τα στοιχεία δεν έχουν δημοσιοποιηθεί πλήρως– προσέφυγαν κατά της Μονής Αγίας Αικατερίνης και ζήτησαν την έξωση των μοναχών από γεωτεμάχια και θρησκευτικά κτίσματα. Επιπλέον, επιδίωξαν την ακύρωση κάθε μορφής νομικής κατοχής και τη δήλωση ότι η Μονή δεν έχει δικαιώματα στις εκτάσεις που διαχειρίζεται.
Το δικαστήριο, ωστόσο, απέρριψε όλες τις αιτήσεις των εναγόντων, κρίνοντας ότι δεν τεκμηριώνεται λόγος αποβολής του μοναστηριού από τους χώρους που κατέχει. Ταυτόχρονα, απορρίφθηκε και το ανταγωγικό αίτημα του μοναστηριού για εγγραφή κυριότητας, χωρίς όμως αυτό να συνεπάγεται απομάκρυνση ή δήμευση. Η απόφαση αναγνωρίζει τη συνεχιζόμενη χρήση των κτιρίων και εκτάσεων από τη Μονή, η οποία περιλαμβάνει δεκάδες εκκλησίες, ξενώνες, αποθήκες, μοναστηριακά δωμάτια και ιστορικά σημεία, όπως ο τόπος του Προφήτη Ηλία και η Εκκλησία του Ακανθώδους Θάμνου.
Ενδεικτικά, το δικαστήριο κατονομάζει ότι η Μονή διατηρεί τη χρήση:
της Εκκλησίας του Προφήτη Ααρών,
της Εκκλησίας του Αγίου Αντωνίου,
του κοιμητηρίου και των κατοικιών των μοναχών,
καθώς και πολλών ακόμη γεωτεμαχίων, με σαφείς τεχνικές περιγραφές και τοπογραφικά στοιχεία.
Η απόφαση είναι ξεκάθαρη: δεν απομακρύνονται οι μοναχοί, ούτε δημεύεται η περιουσία της Μονής.
Παράλληλα, το δικαστήριο καταλόγισε τα δικαστικά έξοδα στους ενάγοντες και στους εκκαλούντες, ενώ καθόρισε την αμοιβή δικηγόρου για την υπόθεση αριθ. 266/33 στο ποσό των 75 αιγυπτιακών λιρών.
Με αυτή την απόφαση, απορρίπτεται κάθε προσπάθεια έξωσης ή αμφισβήτησης της παρουσίας της Μονής Αγίας Αικατερίνης στον χώρο που ιστορικά καταλαμβάνει. Το μοναστήρι διατηρεί τη χρήση των χώρων του, χωρίς να τίθεται ζήτημα απομάκρυνσης ή δήμευσης, και συνεχίζει τον θρησκευτικό και πολιτιστικό του ρόλο στην περιοχή του Σινά.
Τι λένε τα ελληνικά Μέσα Ενημέρωσης
Παρ’ όλα αυτά, αρκετά ελληνικά ΜΜΕ προχώρησαν σε δραματικούς τίτλους και ρεπορτάζ, σύμφωνα με τα οποία επίκειται αποβολή των μοναχών, μετατροπή της Μονής σε μουσείο και ανάληψη του ελέγχου από αιγυπτιακές αρχές. Σε κάποιες περιπτώσεις γίνεται λόγος για «δίωξη» και «καταστολή του ορθόδοξου χαρακτήρα της Μονής». Κάποιες πηγές μάλιστα παραπέμπουν σε εσωτερικές οδηγίες των αιγυπτιακών υπηρεσιών για τον χαρακτηρισμό τμημάτων της Μονής ως «κρατικής ιδιοκτησίας».
Ωστόσο, δεν υπάρχουν δημοσιευμένα έγγραφα ή επίσημες ανακοινώσεις από τις αιγυπτιακές αρχές που να επιβεβαιώνουν τέτοια πρόθεση. Η απόφαση του δικαστηρίου –τουλάχιστον όπως είναι καταγεγραμμένη– διαψεύδει την έξωση και δεν επιφέρει καμία αναγκαστική μετακίνηση ή απομάκρυνση. Πρόκειται ουσιαστικά για δικαστική επικύρωση της υφιστάμενης κατάστασης.
Η ελληνική κυβέρνηση παρακολουθεί στενά το ζήτημα. Το Υπουργείο Εξωτερικών έχει επικοινωνήσει με τις αιγυπτιακές αρχές και έχει ζητήσει επίσημες διευκρινίσεις για την απόφαση και την ερμηνεία της. Στόχος είναι να διασφαλιστεί η θρησκευτική ανεξαρτησία και συνέχεια της Μονής, που αποτελεί παγκόσμιο πολιτιστικό και ορθόδοξο σύμβολο.
Παράλληλα, έχουν υπάρξει παρεμβάσεις από τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας, την Αρχιεπισκοπή Σινά, και την ελληνική διπλωματία για την υπεράσπιση του καθεστώτος της Μονής, που λειτουργεί ανελλιπώς επί σχεδόν 1.500 χρόνια στην ίδια τοποθεσία, με αναγνωρισμένο πνευματικό, ιστορικό και πολιτιστικό ρόλο.
Η πραγματικότητα, όπως προκύπτει από την ίδια τη δικαστική απόφαση, δεν επιβεβαιώνει τους ισχυρισμούς περί δίωξης ή έξωσης των μοναχών. Αντίθετα, η Μονή συνεχίζει να λειτουργεί στους χώρους της, χωρίς διακοπή, και με τη ρητή αποδοχή της χρήσης των εκκλησιών και των άλλων εγκαταστάσεών της από το Δικαστήριο του Καΐρου.
Η απόφαση μεταφρασμένη στα ελληνικά
Το Πρωτοδικείο Νοτίου Καΐρου, συνεδριάζοντας δημόσια υπό την προεδρία του Συμβούλου Αλάα Μουσταφά Αμπντέλ Ραζίκ, με μέλη τους Χουσεΐν Άχμαντ Αλ-Μουμπάιτ και Σαγίντ Άμπου Νιλ και παρουσία του εισαγγελέα Σαγίντ Μοχάμεντ Χόσι, εξέδωσε την απόφασή του στην υπόθεση υπ’ αριθμ. 226/33.
Κύριες αποφάσεις:
Έγινε δεκτή η προσφυγή αριθ. 266/33.
Απορρίφθηκε το αίτημα αναστολής διαδικασίας της προσφυγής 228/33.
Ορίστηκαν ως αντίδικοι ο Υπουργός Βακουφίων και η Γενική Διοίκηση Χαρτογράφησης και Νομοθεσίας.
Απορρίφθηκαν οι ενστάσεις περί έλλειψης έννομου συμφέροντος και νομιμοποίησης.
Ειδικές κρίσεις επί των αγωγών:
Η κύρια και παρεμπίπτουσα αγωγή απορρίφθηκε, καθώς το Μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης δεν είχε νόμιμη νομιμοποίηση για να τις ασκήσει.
Το ανταγωγικό αίτημα του Μοναστηριού για αναγνώριση κυριότητας επίσης απορρίφθηκε.
Κρίση επί της έξωσης και ιδιοκτησίας:
Οι ενάγοντες ζητούσαν την έξωση του Μοναστηριού από διαφιλονικούμενα ακίνητα. Η αγωγή απορρίφθηκε:
1. Ως προς τα γεωτεμάχια με αριθμούς από 51 έως 88.
2. Ως προς τα θρησκευτικά και μοναστικά ακίνητα, τα οποία το Δικαστήριο αναγνώρισε και επικύρωσε:
Μονή Αγίας Αικατερίνης, εκκλησίες και προσκυνηματικοί χώροι (π.χ. προφήτης Ααρών, Άγιος Θεόδωρος, Άγιοι Πάντες, Τρεις Ιεράρχες, Άγιος Μωυσής κ.ά.).
Εκκλησία της Αγίας Αικατερίνης, αποθήκες, ξενώνες, κατοικίες μοναχών, κοιμητήρια κ.ά.
3. Ως προς επιμέρους τεμάχια που χρησιμοποιούνται για μοναστικές, θρησκευτικές και αποθηκευτικές ανάγκες, με σαφή περιγραφή τοποθεσίας, χρήσης και επιφανειών (από 13 τ.μ. έως 7.050 τ.μ.).
Το Δικαστήριο αποδέχθηκε την τεχνική έκθεση, η οποία αναγνώριζε τη χρήση ή κατοχή των επίμαχων γαιών από το μοναστήρι.
Τελική απόφαση:
Απόρριψη της αγωγής στο σύνολό της.
Επιβολή των δικαστικών εξόδων στους ενάγοντες και στους εκκαλούντες για κάθε στάδιο της διαδικασίας.
Καθορισμός αμοιβής δικηγόρου για την υπόθεση αριθ. 266/33 στις 75 αιγυπτιακές λίρες.
Η απόφαση αυτή διατηρεί το ιδιοκτησιακό και λειτουργικό καθεστώς του Μοναστηριού της Αγίας Αικατερίνης για όλα τα αναφερόμενα θρησκευτικά και μοναστικά ακίνητα.
Πώς σώθηκε η περιουσία της ιστορικής Μονής Σινά
Όσοι παρακολούθησαν τη κοινή συνέντευξη στις 7/8/25 του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Αιγύπτιο πρόεδρο Αλ Σίσι αντελήφθησαν τη δύναμη της Ορθοδοξίας και γιατί τα σύμβολά της πρέπει να είναι ιερά και σεβαστά.
Και οι δύο ηγέτες έκαναν αναφορά σε ένα θέμα που δοκίμασε τις σχέσεις μεταξύ των δύο κρατών στο παρασκήνιο τα τελευταία δέκα χρόνια. Στο ιδιοκτησιακό καθεστώς της Μονής της Αγίας Αικατερίνης του Αγίου και Θεοβάδιστου Όρους Σινά.
Θεωρείται η παλαιότερη χριστιανική μονή στον κόσμο, είναι χτισμένη στην ομώνυμη χερσόνησο της Αιγύπτου και υπάγεται στην Αυτόνομη Εκκλησία του Όρους Σινά. Η μονή χτίστηκε επί του Βυζαντινού αυτοκράτορα Ιουστινιανού στο σημείο όπου βρισκόταν η φλεγόμενη βάτος του Μωυσή και το μέρος είναι ιερό και για τους χριστιανούς και για τους Εβραίους.
Η ύπαρξη της μονής στο σημείο, για τη λειτουργία της οποίας έδωσε άδεια με ιδιόγραφη υποχρέωση «Αχτναμέ» ο ίδιος ο Μωάμεθ και σεβάστηκε αργότερα ο Μέγας Ναπολέων, έχει τεράστια σημασία και για την Ορθοδοξία αλλά και για τον Ελληνισμό, τα πνευματικά σύνορα του οποίου εκτείνονται με τα Πατριαρχεία Κωνσταντινουπόλεως, Ιεροσολύμων, Αλεξανδρείας και Αντιοχείας, με τις Αυτοκέφαλες Εκκλησίες Κύπρου και Αλβανίας στα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή και βεβαίως με το Άγιον Όρος.
Η Μονή Αγίας Αικατερίνης έγινε πολιτικό και διπλωματικό θέμα για ένα και μόνο λόγο: Το αιγυπτιακό δημόσιο προσπάθησε από την εποχή της επικρατήσεως των Αδελφών Μουσουλμάνων το 2015 να υφαρπάξει την περιουσία της μονής και με μια προτεινόμενη πολυετή συμφωνία να την καταστήσει ενοικιαστή στην ιδιοκτησία της υπό μορφή επικαρπίας.
Συγκεκριμένα το 2015 επιχείρησε να αρπάξει 71 ακίνητα της μονής (γαίες στη Χερσόνησο), περιλαμβανομένου του κτιρίου του μοναστηριού αλλά και το Ιμαρέτ στην Καβάλα, όπου γεννήθηκε ο ιδρυτής του αιγυπτιακού κράτους, για να το αποδώσει στον… Ερντογάν. Για να συμβεί αυτό βεβαίως, οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι εκμεταλλεύτηκαν το νομικό κενό.
Η Μονή της Αγίας Αικατερίνης δεν είχε μέχρι πρότινος νομική προσωπικότητα. Όπως δεν έχουν νομική προσωπικότητα το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και άλλα. Αλλά και μετά την εκλογή Σίσι, μάλλον εν αγνοία του Αιγύπτιου προέδρου, όπως διεφάνη χθες από τις ειλικρινείς και αυθόρμητες δηλώσεις του στο Μέγαρο Μαξίμου, η γραφειοκρατία του αιγυπτιακού δημοσίου συνέχισε στην ίδια ρότα, εκμεταλλευόμενη τη χαλαρότητα των διπλωματικών μας Αρχών και άλλων, διεκδίκησε εγγράφως την απόδοση και την παραχώρηση του συνόλου της περιουσίας της μονής με αντάλλαγμα ως δώρο να παραμείνουν οι Ορθόδοξοι ως… ενοικιαστές στην παλαιότερη χριστιανική μονή στον κόσμο με μορφή επικαρπίας. Σε διαφορετική περίπτωση η απειλή που αιωρείτο στον αέρα ήταν πως το αιγυπτιακό δημόσιο θα προσέφευγε στην τοπική δικαιοσύνη και θα τα κέρδιζε όλα, εκδιώκοντας τη μονή!
Το παράδοξο είναι ότι σύμφωνη με την πρόταση του αιγυπτιακού δημοσίου ήταν και η ελληνική πρεσβεία στο Κάιρο, που κάλεσε τον υπέργηρο ηγούμενο της μονής Δαμιανό να υπογράψει στα 93 του την παραχώρηση ιερών και οσίων.
Όταν τα πράγματα έλαβαν απρόσμενη τροπή, ανέλαβαν δράση ο επικεφαλής του μετοχίου της Μονής Αγίας Αικατερίνης Σινά στην Αθήνα, πατέρας Πορφύριος, και ο γενικός γραμματέας Θρησκευμάτων Γιώργος Καλατζής, που εξήγησαν στην κεντρική κυβέρνηση τι σημαίνει για την Ορθοδοξία, τον Βυζαντινό Ελληνισμό και τα πνευματικά σύνορά του η Μονή Αγίας Αικατερίνης.
Και το ευτύχημα ήταν ότι στην έκκληση να δοθεί στάτους νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου στο μετόχι της μονής στην Αθήνα προκειμένου να πράξει κάτι ανάλογο και η Αίγυπτος στη Μονή του Σινά για να έχει ενιαία νομική προσωπικότητα ανταποκρίθηκαν δύο άνθρωποι, μη αναμενόμενοι: Η υφυπουργός Εξωτερικών Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, η οποία στην κρίσιμη σύσκεψη απέρριψε την πρόταση της πρεσβείας και στελεχών του ΥΠΕΞ να υπογράψει η μονή την απαράδεκτη συμφωνία. Ήταν πιο σκληρή και από τον υπουργό της.
Ο δεύτερος ήταν ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος συνόδευσε σε εφηβική ηλικία τον πατέρα του Κωνσταντίνο στο Σινά, ο οποίος είχε την πρόνοια να τον παίρνει μαζί του, εντυπωσιάστηκε από τα κειμήλια που φυλάσσονται στη Μονή και δεν το ξέχασε ποτέ.
Η βιβλιοθήκη της μονής διατηρεί τη δεύτερη μεγαλύτερη συλλογή χειρογράφων και Κωδίκων της πρωτοχριστιανικής περιόδου και μοναδικές κηρόχυτες εικόνες του 6ου αιώνα, μεταξύ των οποίων και η παλαιότερη απεικόνιση του Ιησού Παντοκράτορα διασωθείσα από την περίοδο των εικονομαχιών. Ο «Σιναϊτικός Κώδιξ» είναι στο Μητροπολιτικό Μουσείο του Λονδίνου.
Ο πρωθυπουργός επικοινώνησε με τον πρόεδρο Σίσι, ενώ το υπουργικό συμβούλιο ενέκρινε προσφάτως νομοσχέδιο για τη μετατροπή του μετοχίου της μονής στην Αθήνα σε ΝΠΔΔ. Χθες ο κύριος Μητσοτάκης ευχαρίστησε τον πρόεδρο Σίσι για το ενδιαφέρον που επιδεικνύει για «την προστασία της μονής και της ελληνορθόδοξης κοινότητας».
Ο Σίσι αυθορμήτως και ειλικρινώς απάντησε: «Όταν ενημερώθηκα για το θέμα θύμωσα, φοβήθηκα, αγχώθηκα να μην επηρεάσει χωρίς λόγο τις σχέσεις μας», ενώ υπενθύμισε ότι «η Αίγυπτος έχτισε ξανά 65 ορθόδοξες εκκλησίες που κάηκαν στο παρελθόν από εξτρεμιστές» και διακήρυξε τον σεβασμό του στην πολυφωνία. Σημείωσε μάλιστα ότι πάντοτε καλεί τους επισκέπτες τους «ελάτε να δείτε μια μεγάλη αγία. Έχουμε σταθερή στάση απέναντι στην Αγία Αικατερίνη».
Για τα αποτελέσματα της συνάντησης Σίσι – Μητσοτάκη ενημέρωσε χθες το απόγευμα τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης. Ελπίζουμε να υλοποιηθεί τάχιστα η πρωτοβουλία της Αιγύπτου νομοθετικά και στο εσωτερικό της χώρας για να χαιρετίσουμε επισήμως τη συμφωνία. Μετά την υπογραφή του διακανονισμού μεταξύ μονής και πέντε υπουργείων για την αναγνώριση της κυριότητάς της Μητσοτάκης και Σίσι θα επισκεφθούν πανηγυρικά το Σινά.
Μέχρι τότε ας γίνει αντιληπτό στους άσχετους: Το γεγονός ότι είναι Έλληνες οι Πατριάρχες στα Ιεροσόλυμα, Έλληνες οι ηγούμενοι σε μονές-σύμβολα του χριστιανισμού, η Μονή Αγίας Αικατερίνης σημείο συνάντησης τριών θρησκειών, όπως οι χριστιανοί, οι Εβραίοι και οι μουσουλμάνοι (το Σινά είναι πέρασμα για τη Μέκκα), ότι είναι αυτοδιοίκητο το Άγιον Όρος δείχνει τη μεγάλη σημασία της Ορθοδοξίας για το έθνος μας.
Σε αντίθεση με τη θλιβερή υπόθεση της Εθνικής Πινακοθήκης, αυτήν τη φορά ο πρωθυπουργός ευτυχώς κατάλαβε. Είθε να έχει και συνέχεια.



Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου