medlabnews.gr
Ο Άγιος Νικόλαος (15 Μαρτίου 270 – 6 Δεκεμβρίου 343), που γιορτάζει σήμερα)είναι άγιος της Ανατολικής Ορθόδοξης και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Ήταν επίσκοπος στα Μύρα της Λυκίας (Μικρά Ασία), γι’ αυτό και αναφέρεται και ως Νικόλαος Μύρων, ενώ στο Δυτικό Χριστιανισμό αναφέρεται και ως Νικόλαος του Μπάρι, καθώς στο Μπάρι βρίσκονται τα λείψανά του.
Ο Άγιος Νικόλαος γεννήθηκε το 270 στα Πάταρα της Λυκίας, στη Μικρά Ασία, από γονείς ευσεβείς και εύπορους και έτυχε επιμελημένης μόρφωσης. Σε νεαρή ηλικία έμεινε ορφανός και κληρονόμος μιας μεγάλης περιουσίας. Από πολύ νωρίς είχε αφιερωθεί στα Θεία, μετά την μετάβασή του στα Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσει τον Τίμιο Σταυρό και τον Πανάγιο Τάφο. Όταν επέστρεψε στην πατρίδα του χειροτονήθηκε ιερέας. Στην αρχή αφιερώθηκε στον ασκητικό βίο και έγινε ηγούμενος της Μονής Σιών στα Μύρα της Λυκίας. Όταν απεβίωσε ο τότε Αρχιεπίσκοπος Μύρων της Λυκίας, οι επίσκοποι αναγόρευσαν Αρχιεπίσκοπο τον Νικόλαο.
Κατά τη διάρκεια της θητείας του ως επίσκοπος, και με την προθυμία του να εξαλείψει τις παγανιστικές λατρείες, διέταξε την κατεδάφιση του ναού της Αρτέμιδος στη Μύρα, ο μεγαλύτερος και πιο διάσημος ναός της Λυκίας, καθώς και αρκετά άλλα παγανιστικά κτίρια.
Από τη θέση αυτή ανέπτυξε έντονη δράση και επεξέτεινε τους αγώνες του για την προστασία των φτωχών και των απόρων ιδρύοντας νοσοκομεία και διάφορα φιλανθρωπικά ιδρύματα. Προικισμένος με υψηλό χριστιανικό φρόνημα, θάρρος και ζωτικότητα εμψύχωνε τους διωκόμενους (από τους Ρωμαίους) Χριστιανούς, διωκόμενος και εξοριζόμενος και ο ίδιος για τη στάση του αυτή.
Κατά τους διωγμούς του Διοκλητιανού υπέστη βασανιστήρια. Όταν όμως ανήλθε στον αυτοκρατορικό θρόνο ο Μέγας Κωνσταντίνος ελευθερώθηκαν όλοι οι Χριστιανοί και έτσι ο Νικόλαος επανήλθε στον αρχιεπισκοπικό θρόνο. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν προικισμένος με το χάρισμα της θαυματουργίας και έσωσε πολλούς ανθρώπους, και όσο ήταν εν ζωή, αλλά και μετά τον θάνατό του.
Αναφέρονται πλείστα θαύματα του Αγίου, όπως η απελευθέρωση των τριών στρατηλατών, θεραπείες νοσούντων και αποκαταστάσεις φτωχών.
Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος[
Το 325 μ.Χ έλαβε μέρος στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο, που έγινε στη Νίκαια της Βιθυνίας, και καταπολέμησε τις διδασκαλίες του Αρείου. Λέγεται ότι κατά τη Σύνοδο χαστούκισε τον Άρειο και ο Μέγας Κωνσταντίνος τον φυλάκισε. Όταν επέστρεψε από τη Σύνοδο, συνέχισε το ποιμαντικό του έργο μέχρι τα βαθιά γεράματα.
Ο θάνατος του
Ο Αγιος Νικόλαος αποδήμησε ειρηνικά στις 6 Δεκεμβρίου του έτους 343. Μετά τον θάνατό του ονομάστηκε «Μυροβλύτης», καθώς σύμφωνα με την παράδοση της χριστιανικής θρησκείας, τα λείψανά του άρχισαν να αναβλύζουν Άγιο μύρο, όπως και άλλων αγίων. Τα λείψανά του διατηρήθηκαν στα Μύρα της Λυκίας έως και τον ενδέκατο αιώνα, όπου το 1087 κάποιοι ναύτες αφαίρεσαν τα περισσότερα και τα μετέφεραν στην Ιταλία, στην πόλη Μπάρι, όπου τοποθετήθηκαν στην Βασιλική του Αγίου Νικολάου, που θεμελιώθηκε εκεί το 1087 ακριβώς για να στεγάσει τα λείψανα του Αγίου. Οι Βυζαντινοί κατηγόρησαν τους Λατίνους για «ιερή κλοπή» και τους προειδοποίησαν ότι θα βρεθούν αντιμέτωποι εκτός από τον νόμο και με την οργή του ίδιου του Αγίου. Οι Σελτζούκοι είχαν κατακτήσει την περιοχή όμως μετά τη Μάχη του Μαντζικέρτ (1071), και οι ναυτικοί ισχυρίστηκαν ότι πήραν τα οστά για να τα προστατεύσουν από τους Τούρκους, που είχαν στην κατοχή τους τα Μύρα. Λέγεται ότι κατά την τέλεση της θείας λειτουργίας άρχισε να αναβλύζει τόσο πολύ μύρο από τα ιερά λείψανα, που οι πιστοί το μάζευαν σε δοχεία για θεραπεία από διάφορες αρρώστιες, ενώ αρκετοί λιποθυμούσαν από την ευωδία του μύρου αυτού.
Οι Βενετοί που συμμετείχαν στην Α΄ Σταυροφορία πέρασαν από τα Μύρα, αφαίρεσαν τα υπόλοιπα οστά και τα μετέφεραν στην επιστροφή τους στη Βενετία (6 Δεκεμβρίου 1100). Ο επίσκοπος Ενρίκο Κονταρίνι, αρχηγός των Σταυροφόρων Βενετών, διεκδικούσε τον Άγιο Νικόλαο σαν Άγιο προστάτη της Βενετίας και αντίπαλο του Ευαγγελιστή Μάρκου. Αυτό ήταν αδύνατο επειδή τα περισσότερα οστά βρίσκονταν στο Μπάρι.[2] Τα οστά του Αγίου Νικολάου τοποθετήθηκαν στον ναό Σαν Νικολό ντι Λίντο, στο μακρόστενο νησάκι του Λίντο μήκους 15 χιλιομέτρων που χώριζε τη Λιμνοθάλασσα της Βενετίας από την Αδριατική Θάλασσα.
Η μνήμη του γιορτάζεται στις 6 Δεκεμβρίου, τόσο από την Ορθόδοξη, όσο και από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία.
Εξέταση λειψάνων και ανάπλαση προσώπου
Ο νέος τάφος του αγίου Νικολάου στο Μπάρι ανοίχθηκε τη νύχτα της 5ης προς την 6η Μαΐου 1953, επειδή έπρεπε να γίνουν αναστηλωτικά και αναπαλαιωτικά έργα στη Βασιλική του Αγίου Νικολάου, που οικοδομήθηκε το 1087 μέχρι το 1197 για να στεγάσει τα λείψανα του Αγίου. Με την ευκαιρία αυτή έγινε αναγνωριστικός έλεγχος και καταμέτρηση των οστών που βρέθηκαν στον τάφο από τον καθηγητή της Ανατομίας του Πανεπιστημίου του Μπάρι Luigi Martino, με τη βοήθεια της δρ. Venezia Luigi. Μετά, τα λείψανα τοποθετήθηκαν σε γυάλινη κάψα και τέθηκαν σε προσκύνημα στη Βασιλική του Αγίου.
Το 1957, ο ίδιος καθηγητής, με τον ίδιο βοηθό πραγματοποίησαν δεύτερη εξέταση των λειψάνων, τα οποία αμέσως μετά τοποθετήθηκαν στη σαρκοφάγο από όπου τα είχαν βγάλει αρχικά. Επρόκειτο για μια «ανατομική ανθρωπολογική μελέτη, που απέβλεπε στον προσδιορισμό και την αποτύπωση της εικόνας και των χαρακτηριστικών των οστών και κυρίως στην ανασύνθεση της φυσικής εμφάνισης ή ακόμη και της εικονογραφικής μορφής του ανθρώπου, στο όποιο ανήκαν τα υπό εξέταση οστικά λείψανα».[3]
Η εξέταση απέδειξε ότι πολλά τμήματα των οστών έλειπαν, και ότι η κάρα είχε διατηρηθεί καλύτερα από τα υπόλοιπα. Παράλληλα, όταν ανοίχτηκε η σαρκοφάγος, τα οστά βρέθηκαν βουτηγμένα σ’ ένα υγρό διαυγές, άχρωμο και άοσμο, σαν νερό που βγαίνει από βράχο. Όσα οστά βρίσκονταν πάνω από τη στάθμη του υγρού, που έφτανε στα 2 έως 3 εκατοστόμετρα από τον πυθμένα της σαρκοφάγου, ήταν υγρά, όπως και τα εσωτερικά τοιχώματα της. Επίσης από αυτό το υγρό ήταν γεμάτες οι μυελοκυψέλες των σπογγωδών οστών. Η εξέταση του υγρού στα Ινστιτούτα Χημείας και Υγιεινής του Πανεπιστημίου του Μπάρι έδειξε ότι επρόκειτο για νερό καθαρό, ελεύθερο από άλατα και στείρο από μικροοργανισμούς. Οι Ρωμαιοκαθολικοί του έχουν δώσει τη χαρακτηριστική ονομασία «Manna». Τα σχετικά αγιολογικά κείμενα αναφέρουν ότι και όταν οι ναυτικοί από το Μπάρι έσπασαν την πλάκα, του τάφου του Αγίου στα Μύρα, για να πάρουν τα λείψανα, τα βρήκαν μέσα σε «Θείο μύρο» (άλλοι γράφουν Sanctus liguor ή oleum). Σύμφωνα με τον ερευνητή καθηγητή, η ύπαρξη του υγρού αυτού στη σαρκοφάγο επέδρασε ευεργετικά στην καλύτερη συντήρηση των οστών όλους αυτούς τους αιώνες που πέρασαν. Η μελέτη των οστών έδειξε ότι ο κάτοχός τους έπασχε από αρθρίτιδα και διάχυτη ενδοκρανιακή υπερόστωση. Θεωρείται ότι αυτά πρέπει να κληροδοτήθηκαν στον Άγιο από κάποια υγρή φυλακή, όπου θα πέρασε αρκετά χρόνια της ζωής του και μάλιστα σε προχωρημένη ηλικία, όπως μαρτυρούν τα σχετικά αγιολογικά κείμενα. Ο ίδιος καθηγητής εκτέλεσε ανάπλαση της μορφής του αγίου Νικολάου με βάση τα οστά της κάρας του, και το αποτέλεσμα έμοιαζε με τη μορφή του αγίου όπως εικονίζεται στο Παρεκκλήσιο του Αγίου Ισιδώρου της Βασιλικής του Αγίου Μάρκου Βενετίας.[3]
Προστάτης ναυτικών – λαογραφία
Ο Άγιος Νικόλαος θεωρείται ο κατ’ εξοχήν προστάτης άγιος των Ναυτικών, του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού και του Λιμενικού Σώματος, γιατί στον βίο του αναφέρονται θαύματα που έχουν σχέση με τη θάλασσα. Για τον λόγο αυτό, όλα τα πλοία του πολεμικού ναυτικού, καθώς και όλα τα εμπορικά, φέρουν την εικόνα του [1]. Ο Άγιος Νικόλαος θεωρείται και προστάτης της πόλης του Βόλου, όπως και της ομώνυμης πόλης του Αγίου Νικολάου Κρήτης, όπου τιμάται με την ημέρα που εορτάζεται (6 Δεκεμβρίου) ως επίσημη αργία σε όλη την πόλη. Παρεκκλήσια πάνω σε πλοία είναι αφιερωμένα στον Άγιο Νικόλαο, όπως εκείνο στο ιστορικό Θ/Κ Γ. Αβέρωφ. Επίσης πολλά πλεούμενα παίρνουν το όνομά του και ως προστάτης των ναυτικών αναφέρεται και σε πολλά νησιώτικα τραγούδια. Επίσης Ναός του Αγίου Νικολάου υπάρχει και στο Ναύπλιο, χτισμένος δίπλα στο λιμάνι, σε ένα από τα πιο όμορφα σημεία της πόλης, καθώς είναι αφιερωμένος στους Ναυτικούς.
Η ημέρα τιμής του Αγίου Νικολάου είναι επίσημη αργία σε όλα τα ελληνικά πλοία, λιμένες, Υπηρεσίες λιμένων και ναυτιλιακές εταιρείες. Επίσημη επίσης αργία είναι για το Πολεμικό Ναυτικό, το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας και το Λιμενικό Σώμα.
Κατα την παράδοση, ο Νικόλαος υπήρξε προστάτης των φτωχών, ενώ έδινε και δώρα σε παιδιά και απόρους, συνήθως στα κρυφά, χωρίς να αποκαλύπτει την ταυτότητά του. Για αυτό στη Δύση η γιορτή του Αγίου Νικολάου, που λέγεται Santa Claus (σύντμηση του Santa Nicolaus), συνδέεται με τα Χριστούγεννα και με την ανταλλαγή δώρων που γίνεται τότε.
Στην Ελλάδα ταυτίζεται η μορφή του Άγιου Βασίλη (Santa Claus) που φοράει κόκκινα ρούχα και έχει λευκή γενειάδα, με τον Μέγα Βασίλειο, κυρίως για λόγους εορτολογίας της Ορθόδοξης εκκλησίας, στην ουσία όμως ο συμβολισμός αναφέρεται στον Άγιο Νικόλαο και περιέχει στοιχεία από παγανιστικές, προχριστιανικές δοξασίες για τον “πατέρα του χιονιού” κτλ.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου