επιμέλεια Βικτωρίας Πολύζου, medlabnews.gr
Τα πρώτα σημεία της σχιζοφρένειας εμφανίζονται συνήθως κατά την εφηβική ή την πρώιμη ενήλικη ζωή, όμως είναι γνωστές περιπτώσεις όπου εμφανίστηκαν σε άτομα ηλικίας άνω των 40 ετών.
Τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες διατρέχουν κίνδυνο να εμφανίσουν σχιζοφρένεια. Στους άνδρες τα συμπτώματα εμφανίζονται σε μικρότερη ηλικία απ' ό,τι στις γυναίκες.
Τα συμπτώματα της σχιζοφρένειας διαφέρουν από το ένα άτομο στο άλλο, αλλά γενικά κατηγοριοποιούνται ως εξής:
Θετικά συμπτώματα, π.χ. ψευδαισθήσεις, παραληρητικές ιδέες, αποδιοργανωμένη σκέψη και διέγερση), που φυσιολογικά δεν παρατηρούνται σε υγιή άτομα και θεωρείται ότι «προστίθενται», επειδή αποτελούν αποτέλεσμα της διαταραχής.
Αρνητικά συμπτώματα, θεωρούνται οι συμπεριφορές που «απουσιάζουν», π.χ. η έλλειψη: ενέργειας ή πρωτοβουλίας, συναισθηματικής ανταπόκρισης, ενθουσιασμού, κοινωνικής αλληλεπίδρασης. Πρόκειται για ψυχολογικές ικανότητες τις οποίες διαθέτουν οι περισσότεροι άνθρωποι, όμως τα άτομα με σχιζοφρένεια τις έχουν «απολέσει» σε κάποιο βαθμό.
Συναισθηματικά συμπτώματα, που μπορεί να επηρεάσουν τη διάθεση, π.χ. κατάθλιψη, άγχος, αίσθημα μοναξιάς ή σκέψεις αυτοκτονίας.
Γνωσιακά συμπτώματα είναι, μεταξύ άλλων, οι δυσκολίες στη συγκέντρωση και τη μνήμη, π.χ. έλλειψη προσοχής, βραδύτητα της σκέψης, έλλειψη επίγνωσης (δηλ. κατανόησης και αποδοχής) της ασθένειας.
Η σχιζοφρένεια αποτελεί μια διαταραχή, μια σύνθετη ασθένεια. Όσοι πάσχουν από αυτήν έχουν δυσκολίες στη διαδικασία της σκέψης τους, με αποτέλεσμα να εμφανίζουν ψευδαισθήσεις, παραληρητικές ιδέες, αποδιοργανωμένη σκέψη και ασυνήθιστη ομιλία ή συμπεριφορά (όλα αυτά που είναι γνωστά ως «συμπτώματα της ψύχωσης» ή «ψυχωσικά συμπτώματα»). Εξαιτίας αυτών των συμπτωμάτων, τα άτομα με σχιζοφρένεια μπορεί να δυσκολεύονται στην αλληλεπίδρασή τους με τους άλλους και ίσως αποτραβιούνται από τις καθημερινές δραστηριότητες και τον εξωτερικό κόσμο.
Στο παρελθόν η σχιζοφρένεια αντιμετωπιζόταν σαν μια πάθηση όπου υπήρχαν μόνο δύο ακραίες καταστάσεις και μάλιστα λεγόταν ότι ένα άτομο είτε «ήταν άρρωστο» είτε «ήταν καλά» Πρόσφατα όμως, η αντίληψη αυτή έχει αλλάξει και η κατάσταση ευεξίας ενός ατόμου παρουσιάζεται πάνω σε ένα συνεχές φάσμα: μπορεί να είναι από εξαιρετικά κακή έως πολύ καλή, περνώντας από διάφορα ενδιάμεσα επίπεδα λειτουργικότητας. Αυτό σημαίνει ότι οι ασθενείς με σχιζοφρένεια μπορούν να εμφανίσουν βελτιώσεις, με την έννοια ότι μαθαίνουν να αντεπεξέρχονται στην ασθένεια και επιτυγχάνουν ή επανακτούν τα επίπεδα καθημερινής λειτουργικότητας που είναι τα κατάλληλα για την περίπτωσή τους. Πολλά πράγματα μπορούν να βοηθήσουν σ' αυτή τη διαδικασία και η χρησιμότητά τους διαφέρει από άτομο σε άτομο.
Η φαρμακευτική αγωγή σε συνδυασμό με ψυχοκοινωνικού τύπου παρεμβάσεις, μπορούν να βοηθήσουν τους ασθενείς να ελέγχουν ικανοποιητικά τα συμπτώματά τους.
Οι φαρμακευτικές αγωγές που λαμβάνονται καθημερινά απαιτούν υψηλή συμμόρφωση, οδηγώντας συχνά και λόγω της φύσης της νόσου σε ανεπαρκή τήρηση της θεραπείας.
Επιπλέον, η καθημερινή λήψη της αγωγής μπορεί να επιβαρύνει συναισθηματικά τους ασθενείς με σχιζοφρένεια, καθώς τους υπενθυμίζει το πρόβλημα δυσχεραίνοντας την καθημερινότητά τους.
Η ανεπαρκής τήρηση ή η διακοπή της θεραπείας με τις αγωγές που λαμβάνονται καθημερινά, παραμένει ένα σημαντικό πρόβλημα καθώς εκτιμάται ότι έως και 89% των ασθενών με σχιζοφρένεια δεν τηρούν ή τηρούν εν μέρει τη φαρμακευτική αγωγή τους.
Η διακοπή της φαρμακευτικής αγωγής αφενός συνεπάγεται 5 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο υποτροπής μετά από ένα πρώτο ψυχωσικό επεισόδιο, και αφετέρου σχετίζεται με επιδείνωση των συμπτωμάτων και της λειτουργικότητάς τους, αυξημένο κίνδυνο επανεισαγωγών στο νοσοκομείο, αυτοκτονικό ιδεασμό, αυξημένο χρόνο ανάρρωσης και μειωμένη ανταπόκριση στα αντιψυχωσικά.
Νεότερες εξελίξεις στη θεραπεία της σχιζοφρένειας
Η εξέλιξη της φαρμακευτικής έρευνας φέρνει σήμερα νέα προοπτική στη θεραπεία της σχιζοφρένειας, δίνοντας τη δυνατότητα στους ασθενείς με σχιζοφρένεια να έχουν μεγαλύτερη ανεξαρτησία και καλύτερη ποιότητα ζωής, απαλλαγμένοι από το άγχος της συχνής λήψης της φαρμακευτικής αγωγής.
Οι δυνατότητες τήρησης της αγωγής αυξάνονται πλέον σημαντικά, καθώς η συχνότητα λήψης της αγωγής μειώνεται ακόμα περισσότερο μέσα στο διάστημα ενός έτους. Μέχρι σήμερα οι αγωγές μακράς δράσης απαιτούσαν λήψη από 26 ως 12 φορές το χρόνο. Η κυκλοφορία των άτυπων Αγωγών Μακράς Δράσης επέφερε σημαντική πρόοδο στη θεραπεία της σχιζοφρένειας καθώς συμβάλλουν στην τήρηση της θεραπείας, εμφανίζουν χαμηλότερα ποσοστά διακοπής της αγωγής και επανεισαγωγών στο νοσοκομείο, αλλά και χαμηλότερο κίνδυνο υποτροπών συγκριτικά με τις αγωγές που λαμβάνονται καθημερινά και συχνά παραπάνω από μια φορά την ημέρα
Οι αγωγές μακράς δράσης μπορούν να βοηθήσουν τους ασθενείς να συνεχίζουν αδιάκοπα τη θεραπεία τους, ελαχιστοποιώντας το χρόνο ενασχόλησής τους με τη λήψη του φαρμάκου. Ενώ πολλές θεραπείες απαιτούν λήψη χαπιών μία ή περισσότερες φορές την ημέρα, οι νεότερες θεραπείες μακράς δράσης χορηγούνται πιο αραιά, συνήθως μία φορά το μήνα, ή κάθε 3 μήνες, μειώνοντας την ενασχόληση με το φάρμακο στην καθημερινότητα, προσφέροντας μια πιο φυσιολογική ζωή τόσο στους ασθενείς όσο και στις οικογένειές τους. Βασικό πλεονέκτημα των αγωγών μακράς δράσης είναι η ελευθερία των ασθενών να μπορούν να εστιάσουν σε καθημερινές λειτουργίες της ζωής τους, να κοινωνικοποιούνται και να μειώσουν τον κίνδυνο μιας υποτροπής και εξέλιξης της νόσου.
Οι θεραπείες μακράς δράσης, όπως για παράδειγμα η παλμιτική παλιπεριδόνη, αυξάνουν τον χρόνο μεταξύ των δόσεων και έχουν αποδειχθεί ευεργετικές για άτομα με σχιζοφρένεια, τα οποία μπορεί να ξεχνούν ή να αμελούν να παίρνουν καθημερινά την αντιψυχωτική αγωγή. Αυτό προσφέρει στους ασθενείς μεγαλύτερη ανεξαρτησία και την ευκαιρία να επικεντρώνονται περισσότερο σε καθημερινές λειτουργίες και λιγότερο στην ενασχόληση με τη λήψη φαρμακευτικής αγωγής.
Τα πρώτα σημεία της σχιζοφρένειας εμφανίζονται συνήθως κατά την εφηβική ή την πρώιμη ενήλικη ζωή, όμως είναι γνωστές περιπτώσεις όπου εμφανίστηκαν σε άτομα ηλικίας άνω των 40 ετών.
Τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες διατρέχουν κίνδυνο να εμφανίσουν σχιζοφρένεια. Στους άνδρες τα συμπτώματα εμφανίζονται σε μικρότερη ηλικία απ' ό,τι στις γυναίκες.
Τα συμπτώματα της σχιζοφρένειας διαφέρουν από το ένα άτομο στο άλλο, αλλά γενικά κατηγοριοποιούνται ως εξής:
Θετικά συμπτώματα, π.χ. ψευδαισθήσεις, παραληρητικές ιδέες, αποδιοργανωμένη σκέψη και διέγερση), που φυσιολογικά δεν παρατηρούνται σε υγιή άτομα και θεωρείται ότι «προστίθενται», επειδή αποτελούν αποτέλεσμα της διαταραχής.
Αρνητικά συμπτώματα, θεωρούνται οι συμπεριφορές που «απουσιάζουν», π.χ. η έλλειψη: ενέργειας ή πρωτοβουλίας, συναισθηματικής ανταπόκρισης, ενθουσιασμού, κοινωνικής αλληλεπίδρασης. Πρόκειται για ψυχολογικές ικανότητες τις οποίες διαθέτουν οι περισσότεροι άνθρωποι, όμως τα άτομα με σχιζοφρένεια τις έχουν «απολέσει» σε κάποιο βαθμό.
Συναισθηματικά συμπτώματα, που μπορεί να επηρεάσουν τη διάθεση, π.χ. κατάθλιψη, άγχος, αίσθημα μοναξιάς ή σκέψεις αυτοκτονίας.
Γνωσιακά συμπτώματα είναι, μεταξύ άλλων, οι δυσκολίες στη συγκέντρωση και τη μνήμη, π.χ. έλλειψη προσοχής, βραδύτητα της σκέψης, έλλειψη επίγνωσης (δηλ. κατανόησης και αποδοχής) της ασθένειας.
Η σχιζοφρένεια αποτελεί μια διαταραχή, μια σύνθετη ασθένεια. Όσοι πάσχουν από αυτήν έχουν δυσκολίες στη διαδικασία της σκέψης τους, με αποτέλεσμα να εμφανίζουν ψευδαισθήσεις, παραληρητικές ιδέες, αποδιοργανωμένη σκέψη και ασυνήθιστη ομιλία ή συμπεριφορά (όλα αυτά που είναι γνωστά ως «συμπτώματα της ψύχωσης» ή «ψυχωσικά συμπτώματα»). Εξαιτίας αυτών των συμπτωμάτων, τα άτομα με σχιζοφρένεια μπορεί να δυσκολεύονται στην αλληλεπίδρασή τους με τους άλλους και ίσως αποτραβιούνται από τις καθημερινές δραστηριότητες και τον εξωτερικό κόσμο.
Στο παρελθόν η σχιζοφρένεια αντιμετωπιζόταν σαν μια πάθηση όπου υπήρχαν μόνο δύο ακραίες καταστάσεις και μάλιστα λεγόταν ότι ένα άτομο είτε «ήταν άρρωστο» είτε «ήταν καλά» Πρόσφατα όμως, η αντίληψη αυτή έχει αλλάξει και η κατάσταση ευεξίας ενός ατόμου παρουσιάζεται πάνω σε ένα συνεχές φάσμα: μπορεί να είναι από εξαιρετικά κακή έως πολύ καλή, περνώντας από διάφορα ενδιάμεσα επίπεδα λειτουργικότητας. Αυτό σημαίνει ότι οι ασθενείς με σχιζοφρένεια μπορούν να εμφανίσουν βελτιώσεις, με την έννοια ότι μαθαίνουν να αντεπεξέρχονται στην ασθένεια και επιτυγχάνουν ή επανακτούν τα επίπεδα καθημερινής λειτουργικότητας που είναι τα κατάλληλα για την περίπτωσή τους. Πολλά πράγματα μπορούν να βοηθήσουν σ' αυτή τη διαδικασία και η χρησιμότητά τους διαφέρει από άτομο σε άτομο.
Η φαρμακευτική αγωγή σε συνδυασμό με ψυχοκοινωνικού τύπου παρεμβάσεις, μπορούν να βοηθήσουν τους ασθενείς να ελέγχουν ικανοποιητικά τα συμπτώματά τους.
Οι φαρμακευτικές αγωγές που λαμβάνονται καθημερινά απαιτούν υψηλή συμμόρφωση, οδηγώντας συχνά και λόγω της φύσης της νόσου σε ανεπαρκή τήρηση της θεραπείας.
Επιπλέον, η καθημερινή λήψη της αγωγής μπορεί να επιβαρύνει συναισθηματικά τους ασθενείς με σχιζοφρένεια, καθώς τους υπενθυμίζει το πρόβλημα δυσχεραίνοντας την καθημερινότητά τους.
Η ανεπαρκής τήρηση ή η διακοπή της θεραπείας με τις αγωγές που λαμβάνονται καθημερινά, παραμένει ένα σημαντικό πρόβλημα καθώς εκτιμάται ότι έως και 89% των ασθενών με σχιζοφρένεια δεν τηρούν ή τηρούν εν μέρει τη φαρμακευτική αγωγή τους.
Η διακοπή της φαρμακευτικής αγωγής αφενός συνεπάγεται 5 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο υποτροπής μετά από ένα πρώτο ψυχωσικό επεισόδιο, και αφετέρου σχετίζεται με επιδείνωση των συμπτωμάτων και της λειτουργικότητάς τους, αυξημένο κίνδυνο επανεισαγωγών στο νοσοκομείο, αυτοκτονικό ιδεασμό, αυξημένο χρόνο ανάρρωσης και μειωμένη ανταπόκριση στα αντιψυχωσικά.
Νεότερες εξελίξεις στη θεραπεία της σχιζοφρένειας
Η εξέλιξη της φαρμακευτικής έρευνας φέρνει σήμερα νέα προοπτική στη θεραπεία της σχιζοφρένειας, δίνοντας τη δυνατότητα στους ασθενείς με σχιζοφρένεια να έχουν μεγαλύτερη ανεξαρτησία και καλύτερη ποιότητα ζωής, απαλλαγμένοι από το άγχος της συχνής λήψης της φαρμακευτικής αγωγής.
Οι δυνατότητες τήρησης της αγωγής αυξάνονται πλέον σημαντικά, καθώς η συχνότητα λήψης της αγωγής μειώνεται ακόμα περισσότερο μέσα στο διάστημα ενός έτους. Μέχρι σήμερα οι αγωγές μακράς δράσης απαιτούσαν λήψη από 26 ως 12 φορές το χρόνο. Η κυκλοφορία των άτυπων Αγωγών Μακράς Δράσης επέφερε σημαντική πρόοδο στη θεραπεία της σχιζοφρένειας καθώς συμβάλλουν στην τήρηση της θεραπείας, εμφανίζουν χαμηλότερα ποσοστά διακοπής της αγωγής και επανεισαγωγών στο νοσοκομείο, αλλά και χαμηλότερο κίνδυνο υποτροπών συγκριτικά με τις αγωγές που λαμβάνονται καθημερινά και συχνά παραπάνω από μια φορά την ημέρα
Οι αγωγές μακράς δράσης μπορούν να βοηθήσουν τους ασθενείς να συνεχίζουν αδιάκοπα τη θεραπεία τους, ελαχιστοποιώντας το χρόνο ενασχόλησής τους με τη λήψη του φαρμάκου. Ενώ πολλές θεραπείες απαιτούν λήψη χαπιών μία ή περισσότερες φορές την ημέρα, οι νεότερες θεραπείες μακράς δράσης χορηγούνται πιο αραιά, συνήθως μία φορά το μήνα, ή κάθε 3 μήνες, μειώνοντας την ενασχόληση με το φάρμακο στην καθημερινότητα, προσφέροντας μια πιο φυσιολογική ζωή τόσο στους ασθενείς όσο και στις οικογένειές τους. Βασικό πλεονέκτημα των αγωγών μακράς δράσης είναι η ελευθερία των ασθενών να μπορούν να εστιάσουν σε καθημερινές λειτουργίες της ζωής τους, να κοινωνικοποιούνται και να μειώσουν τον κίνδυνο μιας υποτροπής και εξέλιξης της νόσου.
Οι θεραπείες μακράς δράσης, όπως για παράδειγμα η παλμιτική παλιπεριδόνη, αυξάνουν τον χρόνο μεταξύ των δόσεων και έχουν αποδειχθεί ευεργετικές για άτομα με σχιζοφρένεια, τα οποία μπορεί να ξεχνούν ή να αμελούν να παίρνουν καθημερινά την αντιψυχωτική αγωγή. Αυτό προσφέρει στους ασθενείς μεγαλύτερη ανεξαρτησία και την ευκαιρία να επικεντρώνονται περισσότερο σε καθημερινές λειτουργίες και λιγότερο στην ενασχόληση με τη λήψη φαρμακευτικής αγωγής.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου