Η μελέτη δημοσιεύεται στο Journal of Medical Internet Research, και θεωρείται πως τα δεδομένα που προκύπτουν με αυτόν τον τρόπο είναι πιο ακριβή από αυτά που προκύπτουν μέσω διαδικασίας καθημερινών ερωτήσεων.
Τον εντοπισμό/ διάγνωση κατάθλιψης επιτρέπουν τα δεδομένα από τους αισθητήρες των smartphones-μετρώντας τον αριθμό των λεπτών χρήσης του κινητού και λαμβάνοντας υπόψιν τη γεωγραφική τοποθεσία, σύμφωνα με νέα έρευνα του Northwestern Medicine.
Όπως αναφέρεται σε σχετικό δημοσίευμα του PhysOrg, όσο περισσότερες ώρες περνάει κάποιος με το κινητό του, τόσο πιο πιθανό είναι να έχει κατάθλιψη.
Ο μέσος όρος καθημερινής χρήσης ήταν περίπου 68 λεπτά για αυτούς που πάσχουν από κατάθλιψη, ενώ για τους μη έχοντες κατάθλιψη είναι μόλις 17.
Παράλληλα, το να περνά κάποιος περισσότερο χρόνο στον σπίτι του- ή έστω, σε περιορισμένες τοποθεσίες, όπως φαίνεται από το GPS- είναι ένα φαινόμενο/ ένδειξη που επίσης θεωρείται ότι συνδέεται με την κατάθλιψη.
Και επίσης, το να έχει κανείς «άτακτο» πρόγραμμα- δηλαδή, για παράδειγα, το να φεύγει από το σπίτι και να πάει στη δουλειά διαφορετικές ώρες κάθε μέρα- επίσης θεωρείται ότι σχετίζεται με την κατάθλιψη.
Βάσει των δεδομένων από τα smartphones, οι επιστήμονες του Northwestern ήταν σε θέση να εντοπίζουν άτομα με συμπτώματα κατάθλιψης με ακρίβεια της τάξης του 87%.
Όπως εξηγεί ο Ντέιβιντ Μορ, senior author της έρευνας και διευθυντής του Center for Behavioral Intervention Technologies (Northwestern University Feinberg School of Medicine), υπάρχει πλέον ένα αντικειμενικό κριτήριο όσον αφορά στη συμπεριφορά κάποιου και το πώς μπορεί αυτή να σχετίζεται με την κατάθλιψη.
Βασικό πλεονέκτημα είναι ότι δεν χρειάζεται κάποιος να κάνει ερωτήσεις, καθώς τα τηλέφωνα κάνουν τη δουλειά «αθόρυβα».
Η μελέτη δημοσιεύεται στο Journal of Medical Internet Research, και θεωρείται πως τα δεδομένα που προκύπτουν με αυτόν τον τρόπο είναι πιο ακριβή από αυτά που προκύπτουν μέσω διαδικασίας καθημερινών ερωτήσεων.
Διαβάστε επίσης