medlabnews.gr
Τα Χριστούγεννα αποτελούν για τους ανθρώπους μέρες χαράς, αισιοδοξίας, δώρων και γιορτών
Τα χριστουγεννιάτικα παραμύθια, όμως, συχνά με θρησκευτικό και άλλοτε απλώς με εορταστικό περιεχόμενο και χαρακτήρα, είναι συνήθως σκοτεινά, ψυχρά, τρομακτικά, μα, εν τέλει, καθαρτικά. Οι συγγραφείς βλέπουν αυτή τη χριστιανική γιορτή σαν μια αφορμή για να περάσουν στους ανθρώπους μηνύματα αγάπης, συμπόνιας και κατανόησης για τον συνάνθρωπο.
Πολλοί από τους μεγαλύτερους συγγραφείς έχουν στη συλλογή τους κάποιο διήγημα ή κάποια ιστορία που διαδραματίζεται κατά την περίοδο των Χριστουγέννων. Παρακάτω παραθέτουμε τα σημαντικότερα χριστουγεννιάτικα παραμύθια που έχουν γραφτεί. Ανάμεσά τους βρίσκονται έργα του Dickens, του Oscar Wilde, του Hans Christian Andersen, του Anton Chekhov, του Leo Tolstoy και των αδερφών Grimm.
Το κοριτσάκι με τα σπίρτα, του Hans Christian Andersen – Χριστουγεννιάτικα Παραμύθια
Η πασίγνωστη ιστορία του Δανού ποιητή Hans Christian Andersen, Το κοριτσάκι με τα σπίρτα (The little match girl, 1845), μιλάει για τα ολοζώντανα όνειρα και τις ελπίδες ενός ετοιμοθάνατου παιδιού.
Μια παγωμένη πρωτοχρονιά, όταν οι περισσότεροι άνθρωποι γιόρταζαν τον ερχομό του νέου έτους μέσα στη ζεστασιά του σπιτιού τους και τη θαλπωρή της οικογένειάς τους, ένα μικρό κορίτσι προσπαθούσε να πουλήσει σπίρτα στον χιονισμένο δρόμο. Οι δυνάμεις του το εγκατέλειπαν και, καθώς φοβόταν την οργή του πατέρα του αν γύριζε σπίτι δίχως να έχει πουλήσει σπίρτα, κάθισε στο παγωμένο πεζοδρόμιο.
Σε μια προσπάθειά του να ζεσταθεί, το κοριτσάκι άναψε ένα-ένα τα σπίρτα και είδε μέσα σε αυτά κάθε λογής οράματα: ένα χριστουγεννιάτικο τραπέζι γεμάτο φαγητά και γλυκίσματα, ένα θεόρατο χριστουγεννιάτικο δέντρο και τη νεκρή γιαγιά του, το μόνο πρόσωπο που του είχε φερθεί με αγάπη και φροντίδα. Με το άναμμα του τελευταίου σπίρτου, η μικρή ξεψύχησε στη μέση του δρόμου και η γιαγιά της την οδήγησε στον Παράδεισο. Την επόμενη μέρα, οι περαστικοί κοίταξαν με θλίψη το νεκρό παιδί, στο οποίο κανείς τους δεν είχε δείξει την παραμικρή συμπόνια μέχρι το θάνατό του.
Το διήγημα του Andersen αποτελεί μέχρι και σήμερα γροθιά με τον κυνισμό του και τη ρεαλιστική απεικόνιση μιας πραγματικότητας που ίσχυε στην εποχή του και συνεχίζει να ισχύει. Η αδιαφορία των ανθρώπων για τον πόνο των άλλων, η μετάνοια που φθάνει κατόπιν εορτής και η κακοποίηση και εκμετάλλευση των παιδιών είναι φαινόμενα που δεν έχουν πάψει να πλήττουν την κοινωνία μας.
Τα Χριστούγεννα, του Anton Chekhov – Χριστουγεννιάτικα Παραμύθια
Ο σπουδαίος Ρώσος θεατρικός συγγραφέας και διηγηματογράφος Anton Chekhov αφηγείται πέντε χριστουγεννιάτικα παραμύθια, χαρακτηριστικά του Ρωσικού πνεύματος των Χριστουγέννων και μας μεταφέρουν στη Ρωσία μιας άλλης εποχής. Το βιβλίο Τα Χριστούγεννα και άλλες χριστουγεννιάτικες ιστορίες περιλαμβάνει τα διηγήματα Ο Βάνκα, Τ’ αγόρια, Τα Χριστούγεννα, Νύχτα στο νεκροταφείο και Οι μεγαλομάρτυρες της Πρωτοχρονιάς. Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου με ένα εξαιρετικά λεπτό χιούμορ δημιουργείται μια γλυκιά χριστουγεννιάτικη μελαγχολία. Βρίσκεται ανάμεσα στο δράμα και την κωμωδία.
Ο Βάνκα Ζούκωφ, ένα εννιάχρονο αγόρι, ο Βαλάντια, η Ναταλία, ο ιδιόρρυθμος Τσετσεβίτσιν, η Βασίλισσα, ο Γιεγκόρ, ο μπεκρής Ιβάν Ιβάνιτς και ο δημόσιος υπάλληλος Γκεράσιμ Κουζμίτς Σινκλετέγιεφ είναι οι πρωταγωνιστές των ιστοριών αυτών. Οι ήρωες εκφράζουν τα όνειρά τους, αναμένουν την πραγματοποίηση τους αλλά στο τέλος διαψεύδονται. Έτσι, κυριαρχεί το πνεύμα του ανεκπλήρωτου. Αναζητούν το νόημα της ζωής, ενώ παράλληλα υφίστανται συνεχείς εσωτερικές διακυμάνσεις.
Έλα καλέ μου παππούλη, σε ικετεύω στ’ όνομα του Χριστού, να με πάρεις από δω. Λυπήσου με το άμοιρο ορφανό, όλο με δέρνουν και λαχταράω να φάω, και δεν μπορώ να σου πω τι θλίψη νιώθω, συνέχεια κλαίω. Τις προάλλες τ΄αφεντικό με βάρεσε με το καλαπόδι στο κεφάλι κι έπεσα χάμω και με το ζόρι ξανάρθα στα συγκαλά μου. Καταστράφηκε η ζωή μου, είμαι χειρότερα κι από σκυλί.[…] Παραμένω πάντα ο εγγονός σου, Ιβάν Ζούκωφ, έλα καλέ μου παππούλη.
Το παραπάνω απόσπασμα προέρχεται από την ιστορία του μικρού Βάνκα, τον ήρωα της πρώτης ιστορίας. Ο Ρώσος συγγραφέας θίγει με ρεαλισμό και ευαισθησία το θέμα της παιδικής βιοπάλης.
Μια Χριστουγεννιάτικη Ιστορία, του Charles Dickens – Χριστουγεννιάτικα Παραμύθια
Με το έργο του «Μια Χριστουγεννιάτικη Ιστορία» (A Christmas Carol, 1843), ο C. Dickens μας διηγείται την ιστορία του Εμπενίζερ Σκρουτζ, ενός δυστυχή ηλικιωμένου άντρα ο οποίος, την παραμονή κάποιων Χριστουγέννων, δέχεται επίσκεψη από το φάντασμα του νεκρού συνεργάτη του. Αργότερα τη νύχτα, ακολουθούν τρία ακόμα φαντάσματα.
Το φάντασμα του Παρελθόντος θυμίζει στον Σκρουτζ τα νεανικά του χρόνια, τη μοναξιά που βίωνε ως νέος και την εγκατάλειψή του από την τότε αρραβωνιαστικιά του. Η σκηνή τον συγκινεί, μα δεν καταφέρνει να τον κάνει να αλλάξει την εχθρική στάση του προς τα Χριστούγεννα. Το δεύτερο φάντασμα, αυτό των Παροντικών Χριστουγέννων, τον οδηγεί μέσα στο σπίτι του υπαλλήλου του, Μπομπ, ο οποίος προσπαθεί να γιορτάσει με την οικογένειά του με ένα πενιχρό δείπνο. Ο Σκρουτζ δίνει ιδιαίτερη προσοχή στον Τιμι, τον μικρό ανάπηρο γιό του Μπομπ. Τέλος, το φάντασμα των μελλοντικών Χριστουγέννων δείχνει στον Σκρουτζ την ημέρα της κηδείας του μικρού Τίμι και καταδικάζει τον Σκρουτζ σε έναν μοναχικό και δυστυχισμένο θάνατο.
Μετά από τις επισκέψεις των φαντασμάτων, ο Σκρούτζ μετατρέπεται σε έναν ευγενικό άνθρωπο, έτοιμο να μοιράσει χαρά και να απολαύσει τα Χριστούγεννα. Είναι ευτυχής που του δίνεται η ευκαιρία να αλλάξει το μέλλον του και να μην έχει το τέλος που του υπέδειξε το φάντασμα των Μελλοντικών Χριστουγέννων το ίδιο βράδυ.
Τα Χριστούγεννα ήταν μια παράδοση που είχε ξεκινήσει να αποκτά μεγάλη απήχηση κατά τη βικτοριανή εποχή, οπότε και γράφτηκε το βιβλίο. Ο Dickens επηρεάστηκε για το έργο του από την κοινωνική πτώση που υπέστη η οικογένειά του όταν ο ίδιος ήταν παιδί, μα και από την ύπαρξη πολλών φτωχών παιδιών στα μέσα του 19ου αιώνα. Υποστηρίζεται πως εμπνεύστηκε τον χαρακτήρα του Σκρουτζ από τα συγκρουόμενα συναισθήματά του για τον πατέρα του, τον οποίο αγαπούσε και είχε δαιμονοποιήσει ταυτόχρονα. Αυτή η ψυχική σύγχυση ίσως εξηγεί τους δύο εκ διά μέτρου αντίθετους χαρακτήρες του Σκρουτζ στη διάρκεια της ιστορίας.
O Τάρανδος Ρούντολφ με την Κόκκινη Μύτη του Robert L. May – Χριστουγεννιάτικα Παραμύθια
Όλοι μας έχουμε ακούσει έστω και μία φορά το γνωστό τραγούδι, που έγραψε ο Johnny Marks το 1939, βασιζόμενος στο παραμύθι Rudolph the Red – Nosed Reindeer του Robert L. May
Το παραμύθι δημιουργήθηκε από την αλυσίδα πολυκαταστημάτων Montgomery Ward στο Σικάγο, στην προσπάθειά της να εξοικονομήσει κάποια χρήματα. Το 1939 οι υπεύθυνοι της εταιρείας αποφάσισαν να βρουν ένα τρόπο για να κερδίσουν περισσότερα χρήματα, από τις πωλήσεις των βιβλίων ζωγραφικής. Ο Robert L. May, που εργαζόταν ως κειμενογράφος στην εταιρεία, ήταν γνωστός στους συναδέλφους του γιατί ήταν πολύ καλός στο να γράφει στιχάκια και ιστορίες για παιδιά. Επιλέχτηκε λοιπόν για να γράψει μια χριστουγεννιάτικη ιστορία, η οποία θα χρησίμευε ως διαφημιστική προώθηση για τα βιβλία ζωγραφικής που εισήγαγε η εταιρεία.
Ο Robert L. May στα νιάτα του ήταν πολύ μικροκαμωμένος και πολλά παιδιά τον πείραζαν γι’ αυτό. Έτσι, αποφάσισε να κάνει μια ιστορία σαν αυτή του ασχημόπαπου που έγινε κύκνος. Καθώς έγραφε την ιστορία του, δοκίμασε διάφορες εκδοχές της με την τετράχρονη κόρη του Barbara, μέχρι να καταλήξουν μαζί σε μια που θεωρούσαν και οι δύο ικανοποιητική. Κι ενώ ο εργοδότης του Robert L. May απέρριψε το πρώτο χειρόγραφο της ιστορίας –οι κόκκινες μύτες θεωρούνταν τότε χαρακτηριστικό των μέθυσων και δεν είχαν καμία θέση σε μια ιστορία για παιδιά– όταν του το παρουσίασε και πάλι, πλέον εικονογραφημένο από τον συνεργάτη του Denver Gillen, έδωσε αμέσως εντολή για την έκδοση του.
Τον πρώτο χρόνο ο Τάρανδος Ρούντολφ με την Κόκκινη Μύτη πούλησε περίπου 2,4 εκατομμύρια αντίτυπα. Μέχρι το 1946 πάνω από 6 εκατομμύρια αντίτυπα της ιστορίας είχαν διανεμηθεί από την εταιρεία, αριθμός πολύ εντυπωσιακός, δεδομένου ότι δεν εκτυπώθηκε κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.
Τα Ξωτικά και ο Παπουτσής, των αδελφών Grimm – Χριστουγεννιάτικα Παραμύθια
Ο Jacob and Wilhelm Grimm, γεννήθηκαν στη Γερμανία, το 1785 και 1786 αντίστοιχα. Ο Jacob ως φιλόλογος έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη μεσαιωνική λογοτεχνία και γλωσσολογία και ο Wilhelm ασχολήθηκε με τη λογοτεχνική κριτική. Έχουν επιστημονικό έργο και θεωρούνται ιδρυτές της γερμανικής φιλολογικής επιστήμης. Ειδικότερα, έδειξαν τεράστιο ενδιαφέρον για τις γερμανικές λαϊκές αφηγήσεις και παραδόσεις. Από αυτές εμπνεύστηκαν για να γράψουν έναν μεγάλο αριθμό παραμυθιών που έγιναν τα απόλυτα κλασικά παραμύθια. Μερικά από τα πιο διάσημα παραμύθια τους, που διαβάζονται από τα παιδιά όλου του κόσμου είναι Η Κοκκινοσκουφίτσα, Η Χιονάτη και οι Επτά Νάνοι, Χάνσελ και Γκρέτελ, Ραπουνζέλ, Η Ωραία Κοιμωμένη και H Σταχτοπούτα. Βέβαια, τα παραμύθια τους έχουν είναι γνωστά στην ωραιοποιημένη τους μορφή, καθώς από τις σύγχρονες αφηγήσεις παραλείπονται πολλές τρομακτικές λεπτομέρειες.
Οι αδερφοί Grimm δημοσίευσαν την χριστουγεννιάτικη ιστορία Τα Ξωτικά και ο Παπουτσής το 1812. Αποτέλεσε μέλος της μεγάλης συλλογής παραμυθιών Children’s and Household Tales που εξέδωσαν και στην οποία οι ιστορίες αναφέρονταν σε ξωτικά, νεράϊδες και άλλα μυθικά πλάσματα. Στο παραμύθι αυτό κάθε βράδυ δυο μυστηριώδεις επισκέπτες τρυπώνουν στο εργαστήρι του φτωχού παπουτσή, φτιάχνουν τα ωραιότερα παπούτσια που υπάρχουν. Έτσι, κάνουν ευτυχισμένους και πλούσιους τον παπουτσή και τη γυναίκα του. Αλλά όταν εκείνοι ανακαλύψουν ποιοι είναι οι επισκέπτες, δηλαδή τα ξωτικά, βρίσκουν τον τρόπο να τους το ανταποδώσουν.
Τα ιδιαίτερα Χριστούγεννα του Παπα-Πάνοφ, του Leo Tolstoy – Χριστουγεννιάτικα Παραμύθια
Ο Παπα-Πάνοφ (Papa Panov’s Special Christmas), η μικρή χριστουγεννιάτικη ιστορία του Leo Tolsoy για παιδιά, αποτελεί ένα παραμύθι με ιδιαιτέρως χριστουγεννιάτικη θεματολογία. Ο Tolstoy διηγείται την ιστορία του Παπα-Πάνοφ, ενός ηλικιωμένου τσαγκάρη που κατοικούσε σε ένα μικρό ρωσικό χωριό. Όντας χήρος και με τα παιδιά του ενήλικα και ανεξάρτητα, βρέθηκε μόνος την παραμονή των Χριστουγέννων στο κατάστημά του. Αποφάσισε, έτσι, να ανοίξει τη Βίβλο και να διαβάσει την ιστορία της γέννησης του Χριστού.
Το ίδιο βράδυ, ο Παπα-Πάνοφ ονειρεύτηκε τον Χριστό. Αυτός του είπε πως θα εμφανιστεί μπροστά του με σάρκα και οστά την επόμενη ημέρα και πως ήθελε ο ηλικιωμένος να τον περιποιηθεί. Όταν ξύπνησε, ο Παπα-Πάνοφ αδημονούσε να συναντήσει τον επικείμενο επισκέπτη του. Αντί γι’ αυτόν, πέρασαν έξω από την πόρτα του τσαγκάρη ο καθαριστής του δρόμου, μια κουρασμένη μητέρα και ένας επαίτης. Ο Παπα-Πάνοφ βοήθησε τον καθένα από τους ταλαιπωρημένους περαστικούς όσο μπορούσε, δίνοντας φαγητό, στέγη και ρούχα.
Όταν πια έφτασε το βράδυ και ο Ιησούς δεν είχε φανεί, ο Παπα-Πάνοφ πείστηκε πως το όνειρό του ήταν μόνο αυτό: ένα όνειρο. Ξαφνικά, όμως, μέσα στη νύχτα, άκουσε τη φωνή του Χριστού να του λέει πως ο ίδιος βρισκόταν στα πρόσωπα που είχε φροντίσει εκείνη την ημέρα.
Ο Tolstoy υπήρξε βαθιά θρηκευόμενος, κυρίως κατά το δεύτερο μέρος της μακράς ζωής του. Μέσα από τα έργα του, συχνά προωθεί τη θρησκεία και τα χριστιανικά ιδανικά. Το συγκεκριμένο διήγημα είναι σαφής παραβολή των λόγων του Χριστού «επειδή, πείνασα, και μου δώσατε να φάω. δίψασα και μου δώσατε να πιω. ξένος ήμουν, και με φιλοξενήσατε. γυμνός ήμουν, και με ντύσατε».
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου