MEDLABNEWS.GR / IATRIKA NEA: Αιματολογία

Responsive Ad Slot

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αιματολογία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αιματολογία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Γονιδιακός, μοριακός έλεγχος της Θρομβοφιλίας. Πότε πρέπει να γίνεται ανίχνευση μεταλλάξεων για την θρομβοφιλία;

της Κλεοπάτρας Ζουμπουρλή, μοριακής βιολόγου, medlabnews.gr iatrikanea


Η δεσπόζουσα κλινική εκδήλωση της θρομβοφιλίας είναι η φλεβική θρόμβοεμβολική νόσος, η οποία είναι η τρίτη σε συχνότητα αγγειακή νόσος και αποτελεί σοβαρό πρόβλημα δημόσιας υγείας.

Άλλες κλινικές εκδηλώσεις είναι οι θρομβώσεις σε ασυνήθεις θέσεις, οι καθ’ έξιν αποβολές καθώς και άλλες επιπλοκές της κύησης όπως γέννηση νεκρού εμβρύου ή αποκόλληση πλακούντα.
Σπάνια μπορεί να εκδηλωθεί ως νέκρωση δέρματος σχετιζόμενη με τα κουμαρινικά αντιπηκτικά ή ως νεογνική πορφύρα. Ωστόσο είναι σαφές πλέον ότι η θρομβοφιλία δεν είναι νόσος αυτή καθεαυτή, αφού τα περισσότερα άτομα με θρομβοφιλία δεν αναπτύσσουν θρόμβωση. Γι’ αυτό και η θρομβοεμβολική νόσος γίνεται καλύτερα κατανοητή ως πολυπαραγοντική νόσος, όπου περισσότεροι του ενός γενετικοί ή περιβαλλοντικοί παράγοντες (όπως ο καρκίνος, οι μεγάλες χειρουργικές επεμβάσεις, η λήψη αντισυλληπτικών, ή καταστάσεις όπως η κύηση ή λοχεία) πρέπει να συμπέσουν για να εκδηλωθεί κλινικά η νόσος. 

Η θρομβοφιλία μπορεί να είναι συγγενής(κληρονομική), επίκτητη(μη κληρονομική) ή και τα δύο. Η συγγενής θρομβοφιλία οφείλεται σε ανωμαλίες των γονιδίων(μεταλλάξεις) που είναι υπεύθυνα για τις πρωτείνες του μηχανισμού πήξης του αίματος. Η επίκτητη θρομβοφιλία οφείλεται σε αυξημένα επίπεδα ορισμένων παραγόντων πήξης ή πρωτεινών που ονομάζονται αντισώματα, τα οποία μπορούν επίσης να προκαλέσουν θρόμβωση. Η πιο συχνή συγγενής θρομβοφιλία είναι ο παράγοντας V Leiden (αυξάνει τον κίνδυνο φλεβικών θρομβώσεων), οι μεταλλάξεις του γονιδίου της προθρομβίνης, όπως επίσης και των λιγότερων συχνών της πρωτείνης C, πρωτείνης S, ή της αντιθρομβίνης.





Τα άτομα με συγγενή θρομβοφιλία ονομάζονται "φορείς" αυτής της γενετικής μετάλλαξης. Οι πιο κοινές επίκτητες θρομβοφιλίες ανακαλύπτονται κατά την διάρκεια μιας χειρουργικής επέμβασης, τραύματος ή παθολογικών καταστάσεων όπως η συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια και ορισμένες παθήσεις που αφορούν το αναπνευστικό. Ονομάζονται αντιφωσφολιπιδικά αντισώματα. Αυτά παρουσιάζουν μια σειρά από ξεχωριστά αντισώματα, τα οποία αντιπροσωπεύουν ένα σύνολο από διαφορετικά αντισώματα, τα οποία είτε ομαδικά είτε μεμονωμένα οδηγούν σε θρομβωτικά γεγονότα. Μερικές θρομβοφιλικές καταστάσεις μπορούν να έχουν γενετικό καθώς και επίκτητο υπόβαθρο. Υπολογίζεται ότι περίπου το 10% του πληθυσμού της γης έχει μία υποκείμενη θρομβοφιλία, με πιο συχνή την μετάλλαξη του παράγοντα V Leiden και τις μεταλλάξεις του γονιδίου της προθρομβίνης.
Τόσο οι συγγενείς όσο και οι επίκτητες θρομβοφιλίες τείνουν να μετακινήσουν τον μηχανισμό της αιμόστασης προς την πήξη (θρόμβωση), με συνέπεια μεγαλύτερο κίνδυνο εν τω βάθει φλεβικών θρομβώσεων ή πνευμονικής εμβολής. Το γεγονός ότι ένα άτομο έχει θρομβοφιλία δεν σημαίνει ότι απαραίτητα θα παρουσιάσει κάποια στιγμή θρόμβωση. Ευτυχώς, δεν εμφανίζουν όλοι οι άνθρωποι με θρομβοφιλία, θρόμβωση κατά την διάρκεια της ζωής τους, όπως από την άλλη πλευρά δυστυχώς, πολλοί ασθενείς παρουσιάζουν θρομβωτικά επεισόδια πχ. εν τω βάθει φλεβική θρόμβωση και δεν αποδεικνύεται κάποιας μορφής θρομβοφιλία.
Η ιδιοπαθής θρόμβωση είναι μια πολυ-παραγοντική ασθένεια που εκδηλώνεται όταν ένας άνθρωπος με προδιάθεση για θρόμβωση (π.χ. θρομβοφιλία) εκτίθεται σε κλινικούς παράγοντες κινδύνου. Η θρομβοφιλία δεν είναι μια ασθένεια αυτή καθαυτή, αλλά μπορεί να σχετίζεται με κάποια πάθηση (π.χ. καρκίνος), την έκθεση σε φάρμακα (π.χ. αντισυλληπτικά), άλλους παράγοντες (π.χ.εγκυμοσύνη ή μετά τον τοκετό) ή μπορεί η θρομβοφιλία να είναι κληρονομική. 
Η μοριακή ανάλυση της θρομβοφιλίας και των καρδιαγγειακών νοσημάτων περιλαμβάνει την ανίχνευση μιας σειράς μεταλλάξεων  των παραγόντων πήξης καλύπτοντας ευρύ γενετικό φάσμα εμφάνισης στον καυκάσιο πληθυσμό.



Η θρομβοφιλία αναλύεται σε δύο επίπεδα.

Στο πρώτο επίπεδο,  εκτελούμε με απλές εξετάσεις πήξεως με μέτρηση δεικτών ενδοαγγειακών φλεγμονών και ανίχνευση πιθανών διαταραχών του ανοσοποιητικού συστήματος όπως αναφέρεται στο check up θρομβοφιλίας. Ο συγκεκριμένος έλεγχος πρώτου επιπέδου, προτείνεται κυρίως σε άτομα με υψηλούς δείκτες καρδιαγγειακού κινδύνου, καθώς και σε άτομα ύποπτα ή διαγνωσμένα σε αυτοάνοσα νοσήματα.
Σε δεύτερο επίπεδο, εκτελούμε ανάλυση γεννητικών – γονιδιακών παραγόντων θρομβοφιλίας.

Ενδείξεις ελέγχου θρομβοφιλίας:

  • Ιδιοπαθές πρώτο επεισόδιο 
  • Δευτεροπαθές, μη σχετιζόμενο με καρκίνο, πρώτο επεισόδιο σε ηλικία μικρότερη των 50 ετών
  • Επαναλαμβανόμενα, ιδιοπαθή ή δευτεροπαθή, μη σχετιζόμενα με καρκίνο επεισόδια, ιδίως σε δια- φορετικές θέσεις 
  • Θρόμβωση παρουσία ελάχιστου παράγοντα κινδύνου ή παρά τη χορήγηση επαρκούς θρομβοπροφύλαξης 
  • Θρόμβωση σε ασυνήθεις θέσεις: σπλαγχνικές, εγκεφαλικές ή φλέβες άνω άκρου 
  • Δερματική νέκρωση με την έναρξη αντιπηκτικής θεραπείας με κουμαδινικά 
  • Καθ’ έξιν αποβολές. Δυνητικές ενδείξεις: 
  • Γυναίκες με προεκλαμψία, ενδομήτρια καθυστέρηση της ανάπτυξης ή αποκόλληση πλακούντα 
  • Ασυμπτωματικά άτομα με συγγενή πρώτου βαθμού που φέρει θρομβοφιλική διαταραχή 
  • Ασυμπτωματικές γυναίκες με οικογενειακό ιστορικό φλεβοθρόμβωσης προκειμένου να λάβουν αντισυλληπτικά, θεραπεία υποκαταστάσεως ή να μείνουν έγκυες
Τα αποτελέσματα του γονιδιακού ελέγχου καθορίζουν την ανάγκη ή μη της:

  • ρύθμισης της διατροφής
  • λήψης συμπληρωμάτων διατροφής – βιταμινών
  • χορήγησης προφυλακτικής αγωγής με απλά φάρμακα π.χ. salospir
  • χορήγησης ειδικής προφυλακτικής αντιπηκτικής αγωγής κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης


Η παρουσία μεταλλάξεων σε γονίδια που κωδικοποιούν πρωτεΐνες (όπως ο Παράγων V Leiden ή το γονίδιο MTHFR) αποτελεί παράγοντα κληρονομικού κινδύνου για την εμφάνιση θρομβοεμβολικών επεισοδίων

Μεθοδολογία: Απομόνωση DNA από περιφερικό αίμα και πολλαπλασιασμός των επιθυμητών γονιδίων με πολλαπλή αλυσιδωτή αντίδραση πολυμεράσης (multiplex PCR). Τα ενισχυμένα προϊόντα, αφού επιβεβαιώνονται με ηλεκτροφόρηση σε πηκτή αγαρόζης, υβριδοποιούνται με ειδικά ολιγονουκλεοτίδια και η ανίχνευση των μεταλλαγμένων γονιδίων γίνεται με τη χρήση χρωμοφόρων ουσιών.


Στην γονιδιακή ανάλυση της θρομβοφιλίας – καρδιαγγειακού κινδύνου, γίνεται ταυτόχρονη ανάλυση πολλαπλών γονιδίων.

  • FactorVLeiden (G1601A)
  • HR2 (H1299R)
  • MTHFR (C677T)
  • MTHFR (A1298C)
  • PROTHROMBIN (G20210A)
  • β-fibrinogen (-455G/A)
  • FXIII (V34L)
  • PAI-1 (-675 4G/5G)
  • PAI-1 (-844G/A)
  • GPIIIa
  • APOB:
  • ACE
  • GPIa(C807T)
  • APOE2/Ε3/Ε4*
  • PAI-2 (Ser413Cys)
  • eNOS G298A
  • EPCRH3 (A4600G)
  • EPCRH1 (G4678C)
  • LPA (A5673G)



Ερμηνεία γονοτύπων

 FactorVLeiden (G1601A)*: Η σημειακή μετάλλαξη FV-Leiden (G1691A ή R506Q) αποτελεί τον κυριότερο γενετικό παράγοντα θρομβοφιλίας στο γενικό πληθυσμό. Ο παράγοντας V Leiden (FVL) προκύπτει από μετάλλαξη του γονιδίου του φυσιολογικού παράγοντα V στη θέση 1691, όπου η αλλαγή από γουανίνη σε αδενίνη συνεπάγεται αντικατάσταση της αργινίνης 506 από γλουταμίνη. Ορισμένα περιστατικά έχουν αντικατάσταση της αργινίνης 306, ή περιστασιακά ετερόζυγη μετάλλαξη σε συνδυασμό με ανεπάρ- κεια του παράγοντα V τύπου Ι. Ο μεταλλαγμένος παράγοντας V δεν μπορεί να απενεργοποιηθεί από την ενεργοποιημένη πρωτεΐνη C (APC-Resistance), με αποτέλεσμα κατάσταση υπερπηκτικότητας. Η κύρια κλινική εκδήλωση του FVL είναι εν τω βάθει φλεβοθρόμβωση με ή χωρίς πνευμονική εμβολή και ανεξήγητες καθ' έξιν αποβολές λόγω θρομβώσεως των πλακουντιακών αγγείων (Ornstein and Cushman, 2003). Ο κίνδυνος θρομβωτικών επιπλοκών είναι 7-πλάσιος στα ετερόζυγα και 80-πλάσιος στα ομόζυγα άτομα. Η συχνότητα της ετεροζυγωτίας στους Ευρωπαϊκούς πληθυσμούς κυμαίνεται από 5 ώς 8% με ορισμένες περιοχές να φτάνουν το 15%. Η διάγνωση γίνεται αρχικά με εκτίμηση της ύπαρξης αντίστασης στην πρωτεΐνη C και του αντίκτυπου που έχει στο aPTT, και επιβεβαιώνεται με PCR και ηλεκτροφόρηση DNA

HR2 (H1299R): Ο πολυμορφισμός HR2 θεωρείται ήπιος παράγοντας κινδύνου για φλεβική θρόμβωση. Ο κίνδυνος για τους ετεροζυγώτες αυξάνει κατά 1.8 φορές ανεξάρτητα απο την παρουσία άλλων παραγόντων κινδύνου για θρομβοφιλίες. Οι σύνθετοι ετεροζυγώτες για τον πολυμορφισμό HR2 και τη μετάλλαξη FactorVLeiden έχουν αυξημένες πιθανότητες φλεβικών θρομβώσεων.


MTHFR (C677T): Οι ομοζυγώτες για τη μετάλλαξη C677T ανέρχονται στο 11% του Καυκάσιου πληθυσμού. Η συγκεκριμένη μετάλλαξη σε ομοζυγωτία ενδέχεται να προκαλέσει υπερομοκυστεϊναιμία σε περίπτωση διατροφικής έλλειψης  φυλλικού οξέος, και έχει σχετιστεί με 3 φορές περισσότερο κίνδυνο για πρώιμες καρδιαγγειακές παθήσεις σε περίπτωση συνύπαρξης και άλλων παραγόντων κινδύνου. Η υπερομοκυστεϊναιμία  έχει συσχετιστεί με τη σοβαρή μορφή της προεκλαμψίας. Όσον αφορά τους ετεροζυγώτες  δεν έχει περιγραφεί σαφής κλινικός φαινότυπος. Το Τ αλλήλιο έχει επίσης χαρακτηριστεί ως ανεξάρτητος παράγοντας κινδύνου υπέρτασης.


MTHFR(A1298C): Η μετάλλαξη δεν φαίνεται να επιδρά στη λειτουργία της πρωτεΐνης MTHFR συνεπώς δεν μεταβάλλονται τα επίπεδα της ομοκυστείνης παρουσία της συγκεκριμένης μετάλλαξης. Οι σύνθετοι ετεροζυγώτες για τις μεταλλάξεις  C677T και A1298C παρουσιάζουν όμοιο κλινικό φαινότυπο με τους ομοζυγώτες για τη μετάλλαξη C677T, με υψηλότερα επίπεδα ομοκυστείνης και μειωμένα επίπεδα φυλικού οξέως στο πλάσμα. Οι σύνθετοι ετεροζυγώτες έχουν επίσης 2 φορές περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν σύνδρομο νευρικού σωλήνα.


PROTHROMBIN(G20210A)*: Η μετάλλαξη του κωδικοποιητικού της προθρομβίνης (παράγοντα ΙΙ) γονιδίου, λόγω αντικατάστασης στη θέση 20210 της γουανίνης από αδενίνη, τροποποιεί τη λειτουργικότητα της προθρομβίνης δημιουργώντας κατάσταση υπερπηκτικότητας. Η συχνότητα ετεροζυγωτίας στους Ευρωπαϊκούς πληθυσμούς κυμαίνεται σύμφωνα με διάφορες μελέτες από 0,7 έως 4%. Η μετάλλαξη προκαλεί την παρουσία αυξημένων κατά 30% επιπέδων προθρομβίνης πλάσματος στους ετεροζυγώτες σε σχέση με τα επί- πεδα υγιών ατόμων. Ο κίνδυνος εν τω βάθει φλεβοθρόμβωσης είναι αυξημένος κατά 2,8 φορές. Η διάγνωση γίνεται με εξέταση DNA καθώς τα επί- πεδα της προθρομβίνης στο πλάσμα δεν βοηθούν (Varga and Moll, 2004).


β-fibrinogen (-455G/A): Η μετάλλαξη -455G>A σε ετεροζυγωτία ή ομοζυγωτία έχει συσχετιστεί με αύξηση των επιπέδων του ινωδογόνου στο αίμα, γεγονός που ενδέχεται να προκαλέσει  θρομβοτικά επεισόδια. Αυτός ο κίνδυνος αυξάνει ιδιαίτερα σε χρόνιους καπνιστές και υπερτασικούς καθώς και σε άτομα με αρτηρίες μικρής διαμέτρου. Αυξημένα επίπεδα του ινωδογόνου έχουν συσχετιστεί με αγγειακά επεισόδια,συγκεκριμένα με  ισχαιμικό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο. 


FXIII (V34L) *: Ο παράγοντας XIII ή παράγοντας σταθεροποίησης του ινώδους είναι ένα ένζυμο του συστήματος της πήξης, το οποίο χρησιμεύει στην σταθεροποίηση του δικτύου του ινώδους. Ο πολυμορφισμός Val34Leu φαίνεται να ασκεί προστατευτική δράση κατά του εμφράγματος του μυοκαρδίου και νε επιφέρει μείωση της πιθανότητας δημιουργίας θρομβώσεων, ιδίως σε περίπτωση αυξημένων επιπέδων του β-ινωδογόνου. Η παντελής έλλειψη του παράγοντα ΧΙΙΙ είναι πολύ σπάνια και μπορεί να προκαλέσει σοβαρότατη αιμορραγική τάση. Η συχνότητα εμφάνισης είναι 1 / 1000000. Ο παραπάνω πολυμορφισμός μαζί με τον γονότυπο 4G/4G αποτελούν τους πιο κοινούς πολυμορφισμούς μεταξύ ασθενών με ιστορικό φλεβικής θρόμβωσης ή/και ιστορικό καθ’έξιν αποβολών. Συγκεκριμένα, ετεροζυγωτία για τον πολυμορφισμό FXIII (V34L) σε συνδυασμό με το γονότυπο 4G/4G ή ομοζυγωτία για τον FXIII (V34L) έχουν αναδειχθεί σε παράγοντες κινδύνου για καθ’έξιν αποβολές, λόγως της εμπλοκής των παραγόντων FXIIΙ και PAI-1 στη δημιουργία του δικτύου ινώδους κατά την εμφύτευση και σταθεροποίηση της τροφοβλάστης στο ενδομήτριο.


PAI-1 (-675 4G/5G): Ο γονότυπος 4G/4G έχει συσχετιστεί με αυξημένη συγκέντρωση PAI-1 στο πλάσμα, ενώ ο γονότυπος 5G/5G έχει συσχετιστεί με χαμηλή συγκέντρωση PAI-1 στο πλάσμα. Ο γονότυπος 4G/5G σχετίζεται με φυσιολογικά επίπεδα PAI-1 στο πλάσμα. Στην περίπτωση της αυξημένης συγκέντρωσης αυξάνει η πιθανότητα στένωσης των στεφανιαίων αρτηρίων κατά 70%. Ο γονότυπος 4G/4G έχει αναδειχθεί σε ανεξάρτητο παράγοντα όσον αφορά την εκδήλωση θρομβώσεων της στεφανιαίας αρτηρίας και αθηροσκλήρωσης. Ο γονότυπος 5G/5G έχει συσχετιστεί με αύξηση της πιθανότητας εκδήλωσης ανευρύσματος κοιλιακής αορτής. O γονότυπος 4G/4G έχει αναδειχθεί σε παράγοντα κινδύνου όσον αφορά την εκδήλωση καθ΄έξιν αποβολών.


FXIII (V34L). Ο γονότυπος 5G/5G σε συνδυασμό με την παρουσία της μετάλλαξης PROTHROMBIN G20210A σε ετεροζυγωτία φαίνεται να συμβάλλει στην επιτάχυνση της διαδικασίας που οδηγεί στην εκδήλωση σοβαρής προεκλαμψίας.


PAI-1 (-844G/A): Υψηλά επίπεδα του αναστολέα ενεργοποιητή πλασμινογόνου-1 (PAI-1) στο πλάσμα, που είναι ο κύριος αναστολέας της ινωδόλυσης, έχουν συσχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο στεφανιαίας καρδιακής νόσου. Επιπλέον, τα αυξημένα επίπεδα του PAI-1 αποτελούν ένα κοινό χαρακτηριστικό του μεταβολικού συνδρόμου  και προδιαθέτουν για σακχαρώδη διαβήτη. Η ομοζυγωτία σε αυτή τη μετάλλαξη σε συνδυασμό με το 4Gαλλήλιο του PAI-1 -675, αυξάνει κατά 2.5 φορές τον κίνδυνο εμφάνισης του συνδρόμου των πολυκυστικών ωοθηκών. Οι ομοζυγώτες και οι ετεροζυγώτες σε συνδυασμό με το 4Gαλλήλιο του PAI-1 -675, έχουν επίσης αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης στεφανιαίας νόσου.


GPIIIa*: Το GPIIIa (HPA) είναι πολυμορφικό αντιγόνο της επιφάνειας των αιμοπεταλίων. Ο γονότυπος b/b έχει συσχετιστεί με την εκδλήλωση εμφράγματος του μυοκαρδίου σε άτομα νεώτερα των 55 χρόνων καθώς και με αυξημένη πιθανότητα θρόμβωσης της στεφανιαίας αρτηρίας μετά από καρδιολογικές επεμβάσεις με χρήση stent. Tob αλλήλιο και το 4G αλλήλιο του PAI-1 γονιδίου σε συνδυασμό, αυξάνουν τις πιθανότητες για έμφραγμα του μυοκαρδίου κατά 4 φορές στις γυναίκες και κατά 6 φορές στους άντρες. Οι ετεροζυγώτες για το b αλλήλιο φαίνεται οτι φέρουν αντίσταση στη δράση των αντιθρομβοτικών φαρμάκων π.χ. χορήγηση ασπιρίνης. 


APOB: Η απολιποπρωτεΐνη Β (ΑpoB) είναι μία από τις απολιποπρωτεΐνες που συμμετέχουν στο μεταβολισμό των λιπιδίων. Η μετάλλαξη στη θέση 3500 οδηγεί σε μειωμένη ικανότητα σύνδεσης μεταξύ του προσδέτη LDL και του LDL-υποδοχέα, και προδιαθέτει για την ανάπτυξη υπερλιπιδαιμίας και πρώιμης αρτηριοσκλήρυνσης. Έχει αναφερθεί οτι ο κίνδυνος εμφάνισης πρώιμης στεφανιαίας νόσου στους ετεροζυγώτες φορείς της μετάλλαξης ισοδυναμεί με αυτόν που έχουν οι ασθενείς με οικογενή υπερχοληστερολαιμία. Στην ηλικία των 50, περίπου 40% των αντρών και 20% των γυναικών που φέρουν την παραπάνω μετάλλαξη σε ετεροζυγωτία εμφανίζουν στεφανιαία νόσο.


ACE: Οι αγγειοτενσίνες είναι πεπτίδια που λειτουργούν ως αγγειοσυσπαστικοί παράγοντες. Τα άτομα που φέρουν τον γονότυπο D/D παρουσιάζουν διπλάσια υψηλά επίπεδα αγγειοτενσίνης στο αίμα συγκριτικά με τα άτομα που φέρουν τον I/Ι γονότυπο, ενώ τα άτομα με τον γονότυπο I/D παρουσιάζουν ενδιάμεσα επίπεδα. Ο γονότυπος D/D έχει συσχετιστεί με την αύξηση του κινδύνου εκδήλωσης υπέρτασης κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, με αποτέλεσμα την εκδήλωση ήπιας μορφής προεκλαμψίας. Επίσης, ο γονότυπος D/D φαίνεται να αυξάνει τον κίνδυνο εκδήλωσης νεφροπάθειας σε ασθενείς με διαβήτη τύπου 2.  Η σύγχρονη παρουσία του αλληλόμορφου MTHFR 1298C φαίνεται να επαυξάνει τον παραπάνω κίνδυνο. Παράλληλα, ο γονότυπος D/D αυξάνει κατά 2 φορές τον κίνδυνο εκδήλωσης υπογλυκαιμικού επεισοδίου. 


GPIa(C807T): Η γλυκοπρωτεΐνη GPIa είναι ένας υποδοχέας κολλαγόνου των αιμοπεταλίων. Ο πολυμορφισμός 807 C/T του γονιδίου της GPIa (ITGA2) έχει συσχετιστεί με αύξηση της έκφρασης των υποδοχέων GPIa/IIa η οποία φαίνεται να διαδραματίζει κάποιο ρόλο στη δημιουργία θρομβώσεων. ToT αλληλόμορφο έχει σχετιστεί με αύξηση του κινδύνου εκδήλωσης εμφράγματος του μυοκαρδίου κατά 1.6 φορές σε άτομα νεώτερα των 62 χρόνων. Σε άτομα ηλικίας μικρότερης των 49 χρόνων ο κίνδυνος για εμφράγμα του μυοκαρδίου αυξάνει κατά 2.6 φορές.


APOE2/Ε3/Ε4*: Η πρωτεΐνη ApoE διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στο μεταβολισμό των λιποπρωτεϊνών και της χοληστερόλης. Η ισομορφή Ε2 έχει συσχετιστεί με την υπερλιποπρωτεϊναιμία τύπου ΙΙΙ (HLPIII). Ο γονότυπος Ε2/Ε2 απαντάται στο 1-4% των ασθενών με υπερλιποπρωτεϊναιμία τύπου ΙΙΙ , ενώ οι γονότυποι Ε2/Ε3 και Ε3/Ε4 απαντώνται σπάνια σε αυτούς τους ασθενείς. Έχει συσχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο δημιουργίας αθηρωματικής πλάκας και την εμφάνιση στεφανιαίας νόσου. Η ισομορφή Ε3 απαντάται στο 64% του πληθυσμού και σχετίζεται φαινοτυπικά με το φυσιολογικό μεταβολισμό των λιποπρωτεϊνών. Η ισομορφή Ε4 έχει συσχετιστεί με την εκδήλωση αθηροσκλήρυνσης και με  ιστορικό εκδήλωσης της νόσου του Alzheimer. Το αλληλόμορφο Ε2 φαίνεται να ασκεί προστατευτική δράση όσον αφορά την εκδήλωση της νόσου του  Alzheimer.


PAI-2 (Ser413Cys):Υψηλά επίπεδα του αναστολέα του πλασμινογόνου τύπου 2 απαντώνται στην τροφοβλάστη, γεγονός που υποδεικνύει πιθανό ρολό στη διαδικασία διατήρησης του πλακούντα ή/και στην εμβρυϊκή ανάπτυξη, τα οποία μειώνονται σημαντικά κατά τις 2 τελευταίες εβδομάδες της κύησης. Ο απλότυπος Α, οποίος περιλαμβάνει το αλληλόμορφο Ser413 έχει συσχετιστεί με αύξηση του κινδύνου εκδήλωσης εμφράγματος του μυοκαρδίου.


eNOS G298A: Αυτό το SNP έχει σχετιστεί με την προ εκλαμψία και με καρδιακά νοσήματα. Οι ετεροζυγώτες έχουν 2 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης προ εκλαμψίας (υπέρταση λόγω εγκυμοσύνης) και περαιτέρω επιπλοκές. Οι ομοζυγώτες έχουν 1.5 φορά αυξημένο κίνδυνο για ισχαιμικό καρδιακό επεισόδειο.


EPCRH3 (A4600G): Άτομα που έχουν τον απλότυπο Η3 έχουν αυξημένο κίνδυνο για θρόμβωση κατά 1.8 φορές. Ο απλότυπος Η3 που έχει συσχετιστεί με αυξημένα επίπεδα Sepcrπλάσματος, είναι υποψήφιος παράγοντας κινδύνου για φλεβική θρόμβωση. Άτομα ετερόζυγα για τη μετάλλαξη 20210A της προθρομβίνης, που έχουν και τον Η3 απλότυπο σε ετεροζυγωτία, σε συνδυασμό με αυξημένα επίπεδα Sepcr (>147ng/ml) και χρόνο προθρομβίνης > 129%, έχουν αυξημένο κίνδυνο για θρόμβωση κατά 9 φορές.


EPCRH1 (G4678C): Οι ομοζυγώτες για τον γονότυπο (C/C) έχουν μειωμένο κίνδυνο για θρόμβωση κατά 0.61 φορές. Όσοι έχουν τον απλότυπο Η1 σε ομοζυγωτία έχουν υψηλότερα επίπεδα APCκαι συνεπώς μειωμένο κίνδυνο για φλεβική θρόμβωση. Ομοζυγωτία σε αυτή τη μετάλλαξη μειώνει τον κίνδυνο για φλεβική θρόμβωση σε άτομα ετερόζυγα για την μετάλλαξη FVLeiden.


LPA (A5673G): Πολυμορφισμοί στον γονιδιακό τόπο του Lp(a) φαίνεται ότι προδιαθέτουν για την εκδήλωση στεφανιαίας νόσου (CHD), αγγειακής εγκεφαλικής νόσου (CVD), πρώιμης αθηροσκλήρυνσης, θρόμβωσης και εγκεφαλικού επεισοδίου. Η ύπαρξη της μετάλλαξης A5673Gσε ετεροζυγωτία/ομοζυγωτία συσχετίζεται με αυξημένα επίπεδα της λιποπρωτεΐνης Α Lp(a). Τα άτομα τα οποία φέρουν τον παραπάνω πολυμορφισμό παρουσιάζουν κατά 2 φορές αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης καρδιαγγειακής νόσου, αλλά φαίνεται ότι ωφελούνται από την χορήγηση ασπιρίνης (100mgκάθε δεύτερη μέρα).


Για τα γονιδιακά test, δεν απαιτείται κάποια ιδιαίτερη προετοιμασία, και η λήψη μπορεί να γίνει οποιαδήποτε ώρα της ημέρας.


Διαβάστε επίσης



Γράφεται ιστορία για τη Δρεπανοκυτταρική Αναιμία: Έγκριση από τον FDA δύο καινοτόμων γονιδιακών θεραπειών

Γράφεται ιστορία για τη Δρεπανοκυτταρική Αναιμία: Έγκριση από τον FDA δύο καινοτόμων γονιδιακών θεραπειών

medlabnews.gr iatrikanea

Σε μια πρωτοφανή κίνηση προχώρησε την Παρασκευή ο Αμερικανικός Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) με την ταυτόχρονη αδειοδότηση όχι μίας, αλλά δύο καινοτόμων γονιδιακών θεραπειών για άτομα με δρεπανοκυτταρική αναιμία, δημιουργώντας για πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία βάσιμες ελπίδες ριζικής αντιμετώπισης της σοβαρής αυτής αιματολογικής νόσου.

Πρόκειται για τις  θεραπείες Casgevy (exa-cel) των Vertex Pharmaceuticals και CRISPR Therapeutics, το πρώτο φάρμακο που εγκρίνεται στον κόσμο και χρησιμοποιεί το επαναστατικό σύστημα επεξεργασίας γονιδίων CRISPR, το οποίο χάρισε στους εφευρέτες του το Νόμπελ Χημείας το 2020, και Lyfgenia (lovo-cel) της εταιρείας bluebird bio, για τη θεραπεία ασθενών 12 ετών και άνω με ιστορικό αγγειοαποφρακτικών επεισοδίων, το κυριότερο και ιδιαίτερα επώδυνο σύμπτωμα της δρεπανοκυτταρικής αναιμίας.

Και οι δύο θεραπείες, αν και διαθέτουν διαφορετικό μηχανισμό δράσης, περιλαμβάνουν την τροποποίηση των βλαστικών κυττάρων του αίματος των ίδιων των ασθενών και τη χορήγησή τους ως εφάπαξ έγχυση μίας δόσης, με στόχο να αρχίσει ο οργανισμός να παράγει υγιή ερυθρά αιμοσφαίρια.

Η δρεπανοκυτταρική νόσος είναι μια χρόνια κληρονομική αιματολογική διαταραχή όπου τα ερυθρά αιμοσφαίρια αναπτύσσονται ανώμαλα και αποκτούν δύσκαμπτο, δρεπανοειδές σχήμα, με αποτέλεσμα την παρεμπόδιση της ομαλής ροής του αίματος και τη μειωμένη ικανότητα μεταφοράς οξυγόνου στους ιστούς και τα όργανα. Επηρεάζει τουλάχιστον 100.000 άτομα στις Ηνωμένες Πολιτείες και εκατομμύρια ασθενείς παγκοσμίως, συμπεριλαμβανομένης της Κύπρου. Η συχνότητα του γενετικού ελλείμματος που είναι υπεύθυνο για αυτή τη χρόνια αναιμία είναι υψηλότερη σε άτομα αφρικανικής και μεσογειακής καταγωγής.

Η έγκριση του Casgevy στην Αμερική έρχεται δύο εβδομάδες αφότου το Ηνωμένο Βασίλειο έγινε η πρώτη χώρα που έδωσε το «πράσινο φως» στη θεραπεία, τόσο για τη δρεπανοκυτταρική αναιμία όσο και για τη β-θαλασσαιμία, ενώ μια εβδομάδα αργότερα  η εν λόγω θεραπεία έλαβε άδεια κυκλοφορίας και από το Μπαχρέιν. Το Casgevy παραμένει ακόμη υπό τυπική εξέταση στις ΗΠΑ για τη μεταγγισιοεξαρτώμενη β-θαλασσαιμία, με την τελική απόφαση να αναμένεται τον Μάρτιο του 2024, ενώ εντός της ερχόμενης χρονιάς θα αποφανθεί επί της χρήσης ή μη της θεραπείας και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων.

«Ζούμε πραγματικά ιστορικές στιγμές, αφού αυτές οι εγκρίσεις όχι μόνο αντιπροσωπεύουν μια σπουδαία πρόοδο για τα άτομα που ζουν με δρεπανοκυτταρική νόσο, αλλά σηματοδοτούν την έλευση μιας καθόλα νέας εποχής στη θεραπεία πολλών εξουθενωτικών γενετικών παθήσεων», σημειώνει η Δρ. Ανδρούλλα Ελευθερίου, Εκτελεστική Διευθύντρια της Διεθνούς Ομοσπονδίας Θαλασσαιμίας (ΔΟΘ), συμπληρώνοντας, ωστόσο, πως «τα επαναστατικά αυτά προϊόντα δεν έρχονται χωρίς προκλήσεις, αφού η υλικοτεχνική πολυπλοκότητα των γονιδιακών θεραπειών, οι υψηλές τους τιμές και η γραφειοκρατική δυσκαμψία και ανετοιμότητα αρκετών εθνικών συστημάτων υγείας για την ένταξη και αποζημίωσή τους ενδέχεται να δημιουργήσουν προσκόμματα μέχρι να καταστεί εφικτό να διατεθούν τελικά σε όσους τις έχουν ανάγκη».

Η Διεθνής Ομοσπονδία Θαλασσαιμίας, ως οργανισμός που ΔΟΘ εργάζεται άοκνα για τη στήριξη, επιμόρφωση και προώθηση των δικαιωμάτων και των αναγκών των ασθενών με θαλασσαιμία και αιμοσφαιρινοπάθειες σε ολόκληρο τον πλανήτη, επαναλαμβάνει την πάγια θέση της οι ασθενείς πρέπει να έχουν πρόσβαση σε όλες τις διαθέσιμες, εγκεκριμένες και ελεγμένες για την ασφάλειά τους θεραπευτικές επιλογές, ανεξαρτήτως του κόστους τους, για να διαφυλαχθεί το δικαίωμα των πασχόντων στη ζωή και την αξιοπρεπή διαβίωση. Είναι επιτακτική, πλέον, ανάγκη να εγκύψουν οι κυβερνήσεις στα θέματα που αφορούν τη διάθεσιμότητα και την προσβασιμότητα των ασθενών στις νέες, καινοτόμες θεραπείες.

Η χάραξη πολιτικών υγείας χωρίς αποκλεισμούς, η προληπτική ανάπτυξη υποδομών και πιο ώριμων ρυθμιστικών περιβαλλόντων καθώς και ο καθορισμός νέων, ευέλικτων μοντέλων χρηματοδότησης και στρατηγικών αποζημίωσης θα διαδραματίσουν κρίσιμο ρόλο στην αύξηση της πρόσβασης σε πρωτοπόρες, σωτήριες θεραπείες.

Διαβάστε επίσης:

Δρεπανοκυτταρική Αναιμία. Μικροδρεπανοκυτταρική Αναιμία.

Η Διεθνής Ομοσπονδία Θαλασσαιμίας ευχαριστεί τους εθελοντές αιμοδότες: «Ζούμε επειδή ΕΣΥ προσφέρεις»

Γνωρίζετε ότι μπορεί να προκληθεί εγκεφαλικό από άτσαλο μασάζ στον αυχένα, απότομη στροφή του κεφαλιού, τραυματισμό;


του Αλέξανδρου Γιατζίδη, Μ.D., medlabnews.gr iatrikanea

Ο αρτηριακός διαχωρισμός είναι μία πάθηση κατά την οποία «ξεκολλάνε» μεταξύ τους οι στοιβάδες ιστού που δημιουργούν τα τοιχώματα των αρτηριών και εισέρχεται ανάμεσά τους αίμα (δημιουργείται δηλαδή ενδοτοιχωματικό αιμάτωμα).

Προσοχή. Τα παιδιά κινδυνεύουν από αιματολογικό καρκίνο όταν κάνουν αξονική τομογραφία

επιμέλεια medlabnews.gr iatrikanea

Μία μεγάλη έρευνα επιστημόνων από εννιά ευρωπαϊκές χώρες επιβεβαίωσε πως υπάρχει μια ισχυρή και σαφή συσχέτιση μεταξύ του αξονικού τομογράφου και της εμφάνισης καρκίνου του αίματος.

Συγκεκριμένα πρόκειται για μια ανάλυση που διεξήγαγε το Ινστιτούτο Παγκόσμιας Υγείας της Βαρκελώνης (ISGlobal) και δημοσιεύεται στο περιοδικό «Nature Medicine». Η έρευνα έδειξε πως υπάρχει μια ξεκάθαρη συσχέτιση μεταξύ της έκθεσης νέων ατόμων σε ακτινοβολία κατά τη διάρκεια αξονικής τομογραφίας και του αυξημένου κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του αίματος.

Στην έρευνα, που συντονίστηκε από τον Διεθνή Οργανισμό Έρευνας για τον Καρκίνο, αναλύθηκαν δεδομένα από σχεδόν ένα εκατομμύριο άτομα, τα οποία υποβλήθηκαν σε τουλάχιστον μία αξονική τομογραφία πριν από την ηλικία των 22 ετών και εντοπίστηκε μια σαφής συσχέτιση μεταξύ των συνολικών δόσεων ακτινοβολίας στο μυελό των οστών από τις αξονικές τομογραφίες και του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του αίματος.

Η δόση της ακτινοβολίας που δόθηκε στον μυελό των οστών, όπου παράγονται τα κύτταρα του αίματος, υπολογίστηκε για κάθε άτομο. Στη συνέχεια οι ερευνητές μπόρεσαν μέσα από τα εθνικά μητρώα καρκίνου να εντοπίσουν όσους εμφάνισαν καρκίνο του αίματος με την πάροδο του χρόνου. Τα αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι μια τυπική σάρωση σε αξονικό τομογράφο σήμερα (με μέση δόση περίπου 8 mGy) αυξάνει τον κίνδυνο ανάπτυξης των μυελοειδών και λεμφοειδών κακοηθειών κατά περίπου 16%.

Στην έρευνα, που συντονίστηκε από τον Διεθνή Οργανισμό Έρευνας για τον Καρκίνο, αναλύθηκαν δεδομένα από σχεδόν ένα εκατομμύριο άτομα, τα οποία υποβλήθηκαν σε τουλάχιστον μία αξονική τομογραφία πριν από την ηλικία των 22 ετών και εντοπίστηκε μια σαφής συσχέτιση μεταξύ των συνολικών δόσεων ακτινοβολίας στο μυελό των οστών από τις αξονικές τομογραφίες και του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του αίματος.

Η δόση της ακτινοβολίας που δόθηκε στον μυελό των οστών, όπου παράγονται τα κύτταρα του αίματος, υπολογίστηκε για κάθε άτομο. Στη συνέχεια οι ερευνητές μπόρεσαν μέσα από τα εθνικά μητρώα καρκίνου να εντοπίσουν όσους εμφάνισαν καρκίνο του αίματος με την πάροδο του χρόνου. Τα αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι μια τυπική σάρωση σε αξονικό τομογράφο σήμερα (με μέση δόση περίπου 8 mGy) αυξάνει τον κίνδυνο ανάπτυξης των μυελοειδών και λεμφοειδών κακοηθειών κατά περίπου 16%.

Διαβάστε επίσης

Μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του αίματος έχουν όσοι έχουν συγγενείς πρώτου βαθμού που έχουν αιματολογικό καρκίνο


επιμέλεια Κασσιανή Τσώνη, medlabnews.gr iatrikanea
Οι άνθρωποι που έχουν συγγενή πρώτου βαθμού (γονιό, αδερφό ή παιδί) με καρκίνο του αίματος έχουν αυξημένες πιθανότητες να διαγνωστούν με αυτή την ασθένεια, όπως αποκαλύπτει νέα έρευνα.

Μυελοΐνωση καρκίνος του αίματος με πόνο στην κοιλιά, αναιμία, κόπωση, πυρετό, νυχτερινή εφίδρωση, φαγούρα

abdominal pain

του Κωνσταντίνου Λούβρου, M.D., medlabnews.gr iatrikanea

Η μυελοΐνωση είναι μια απειλητική για τη ζωή αιματολογική κακοήθεια με συμπτώματα που επιδεινώνονται, επηρεάζουν σημαντικά την ποιότητα ζωής και μειώνουν τη συνολική επιβίωση.

Είναι ένας σπάνιος καρκίνος του αίματος που χαρακτηρίζεται από ίνωση του μυελού των οστών, διογκωμένο σπλήνα (σπληνομεγαλία), ενώ οι πιθανές επιπλοκές περιλαμβάνουν κόπωση, πυρετό, νυχτερινή εφίδρωση, δερματικό κνησμό (φαγούρα), πόνο στα οστά,  πόνο ή δυσφορία στην κοιλιακή χώρα, και απώλεια βάρους. Η μυελοΐνωση, ανήκει στις σπάνιες παθήσεις.  Έχει κακή πρόγνωση και περιορισμένες θεραπευτικές επιλογές.

Ο μυελός των οστών είναι ένας μαλακός αιμοποιητικός ιστός που γεμίζει τις οστικές κοιλότητες. Ο υγιής μυελός των οστών παράγει αιμοσφαίρια και αιμοπετάλια, η παραγωγή των οποίων ρυθμίζεται μέσω της ελεγχόμενης σηματοδότησης του μονοπατιού JAK-STAT. Στη μυελοΐνωση, κάποιες ουσίες που ονομάζονται κυτοκίνες – μικρές πρωτεΐνες που απελευθερώνονται από τα κύτταρα και επηρεάζουν την αλληλεπίδρασή τους– προκαλούν αύξηση της παραγωγής κυττάρων του αίματος, φλεγμονή και ίνωση. Από εκεί προέρχεται και το όνομα "μυελοΐνωση": "μυελό-" (μυελός των οστών) και "ίνωση" (συσσώρευση ουλώδους ιστού).
Η αντικατάσταση των φυσιολογικών κυττάρων του μυελού των οστών με ουλώδη ιστό έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της παραγωγής ερυθρών και λευκών αιμοσφαιρίων καθώς και αιμοπεταλίων, η οποία προκαλεί αναιμία, ευαισθησία σε λοιμώξεις και αύξηση των μωλώπων και της αιμορραγίας – χαρακτηριστικά συμπτώματα της μυελοΐνωσης. Για να αντισταθμίσουν αυτή την μείωση, ο σπλήνας και το ήπαρ αυξάνουν την παραγωγή αιμοσφαιρίων και διογκώνονται - φαινόμενο που ονομάζεται σπληνομεγαλία και ηπατομεγαλία, αντίστοιχα.  

Μάλιστα, ο σπλήνας ασθενών με μυελοΐνωση μπορεί να διογκωθεί πολύ περισσότερο από το φυσιολογικό μέγεθος –σε ορισμένες περιπτώσεις φτάνει έως και 10 κιλά σε βάρος και 36 εκατοστά σε μήκος– ενώ σε πολλές περιπτώσεις προκαλεί ενόχληση στο άνω αριστερό μέρος της κοιλιακής χώρας ή πόνο στο άνω μέρος του αριστερού ώμου. 

Η μυελοΐνωση είναι ένα "μυελοϋπερπλαστικό νεόπλασμα" – μια ομάδα νόσων στις οποίες υπάρχει υπερπολλαπλασιασμός ορισμένων τύπων κυττάρων του αίματος στον οργανισμό με αποτέλεσμα τη διατάραξη της φυσιολογικής τους λειτουργίας – το οποίο είναι αρνητικό στο χρωμόσωμα Φιλαδέλφειας.  Άλλες μορφές νεοπλασμάτων που είναι αρνητικές στο χρωμόσωμα Φιλαδέλφειας είναι η ιδιοπαθής θρομβοκυττάρωση και η αληθής πολυκυτταραιμία. Περίπου 10-15% των περιστατικών μυελοΐνωσης εξελίσσονται από ιδιοπαθή θρομβοκυττάρωση ή αληθή πολυκυτταραιμία και ονομάζονται "δευτεροπαθής μυελοΐνωση". Τα υπόλοιπα περιστατικά ορίζονται ως «πρωτοπαθής μυελοΐνωση».

Πόσοι πάσχουν;
Η νόσος θεωρείται σπάνια, καθώς διαγιγνώσκεται μόλις ένα περιστατικό ανά 133.333 άτομα. Ωστόσο η συχνότητα μπορεί να είναι μεγαλύτερη, καθώς πολλά περιστατικά δεν αναφέρονται, ενώ υπάρχουν περιπτώσεις όπου γίνεται λανθασμένη διάγνωση.
Κατά μέσο όρο, η επιβίωση των ασθενών με μυελοΐνωση κυμαίνεται στα 5 χρόνια μετά την αρχική διάγνωση, ενώ κάποιοι ασθενείς μπορεί να ζήσουν με τη νόσο για δεκαετίες.
Νεότερες ερευνητικές προσπάθειες έχουν ανοίξει τον δρόμο για βαθύτερη κατανόηση και καλύτερη διαχείριση της νόσου. 
Συμπτώματα
Ένας ιατρός μπορεί να υποψιαστεί το ενδεχόμενο μυελοΐνωσης όταν κατά τη διάρκεια ιατρικής εξέτασης ρουτίνας διαπιστώσει διόγκωση του σπλήνα (η οποία είναι χαρακτηριστική σε μεγάλο ποσοστό ασθενών) και τιμές κυττάρων αίματος εκτός των φυσιολογικών ορίων. 

Οι ασθενείς που είναι συμπτωματικοί μπορεί επίσης να αναφέρουν τα ακόλουθα:
• Αδυναμία, κόπωση, δύσπνοια κατά την άσκηση (π.χ. γυμναστική)
• Απώλεια βάρους
• Νυχτερινή εφίδρωση
• Ωχρότητα (χλωμότητα)
• Ανεξήγητοι μώλωπες, εύκολη αιμορραγία
• Αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης λοίμωξης
• Διογκωμένο ήπαρ, που διαπιστώνεται στα 2/3 των ασθενών
• Σοβαρός πόνος στο άνω μέρος του αριστερού ώμου (ως αντανάκλαση πόνου στον σπλήνα, σε κάποιες περιπτώσεις λόγω ανεπαρκούς ροής αίματος)
• Πόνος στα οστά, ιδιαίτερα στα κάτω άκρα (σπάνια)


Διάγνωση
Τα αποτελέσματα μιας πλήρους αιματολογικής εξέτασης που υποδεικνύουν διάγνωση μυελοΐνωσης συχνά περιλαμβάνουν χαμηλά επίπεδα ερυθρών αιμοσφαιρίων (αναιμία), υψηλά επίπεδα λευκών αιμοσφαιρίων (λόγω αυξημένης φλεγμονής), υψηλά ή χαμηλά επίπεδα αιμοπεταλίων, ερυθρά αιμοσφαίρια αφύσικου σχήματος, καθώς και άωρα ερυθρά και λευκά αιμοσφαίρια. Οι αιματολογικές εξετάσεις μπορεί να δείξουν επίσης μη φυσιολογικά επίπεδα άλλων ουσιών.

Η διάγνωση συνήθως συμπληρώνεται με αναρρόφηση και βιοψία μυελού των οστών. 

Αντιμετώπιση
Οι ασθενείς που δεν εμφανίζουν συμπτώματα συνήθως δεν υποβάλλονται σε θεραπεία, και οι περισσότεροι παραμένουν σταθεροί για χρόνια χωρίς να απαιτείται θεραπεία. Στους ασθενείς με συμπτώματα, στόχος της θεραπείας είναι η μείωση του μεγέθους του σπλήνα, η ανακούφιση των συμπτωμάτων, η βελτίωση της ποιότητας ζωής, η μείωση του κινδύνου επιπλοκών και η βελτίωση της επιβίωσης.

Οι διαθέσιμες θεραπευτικές επιλογές για τη μυελοΐνωση είναι περιορισμένες, ενώ σχετίζονται με σημαντικές παρενέργειες όπως διογκωμένο ήπαρ (ηπατομεγαλία), υπνηλία, δυσκοιλιότητα, κόπωση, αίσθηση καύσου ή νυγμού (παραισθησία) και χαμηλό επίπεδο λευκών αιμοσφαιρίων (λευκοπενία). Η αντιμετώπιση της ασθένειας μέχρι πρόσφατα αφορούσε μόνο στην υποστήριξη των ασθενών με μεταγγίσεις, σε φαρμακευτική αγωγή που σε μερικές περιπτώσεις βοηθά στην άνοδο του αιματοκρίτη, και σε ήπια χημειοθεραπεία για την ελάττωση του μεγέθους του σπλήνα. 

Συγκεκριμένα, η χρήση των ανδρογόνων (danazol) και της κορτιζόνης μπορεί να αυξήσει τον αιματοκρίτη σε ένα ποσοστό ασθενών, και να συμβάλει στην αποφυγή των μεταγγίσεων. Η υδροξυουρία μπορεί να μειώσει το μέγεθος του σπλήνα, αλλά δεν επηρεάζει κατά κανόνα τα συμπτώματα της ασθένειας, ενώ δεν παύει να είναι ένα χημειοθεραπευτικό φάρμακο με όλες τις πιθανές επιπλοκές του. Η  μεταμόσχευση μυελού των οστών από υγιή δότη μπορεί να θεραπεύσει την ασθένεια, αλλά εφαρμόζεται μόνο σε μικρό ποσοστό ασθενών (λιγότερο από το 10%) που έχουν επαρκή φυσική κατάσταση και την κατάλληλη ηλικία για να ανταπεξέλθουν στις δυσκολίες της μεταμόσχευσης. 



Τα τελευταία χρόνια, κυκλοφορεί στην ελληνική αγορά το ruxolitinib, η πρώτη φαρμακευτική θεραπεία για ασθενείς με μυελοΐνωση, που στοχεύει άμεσα στον υποκείμενο μηχανισμό της νόσου.


Στο 57ο Συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας Αιματολογίας (ASH), στο Ορλάντο της Φλόριντα, παρουσιάστηκαν τα αποτελέσματα 5ετούς παρακολούθησης της μελέτης COMFORT – II (μελέτη φάσης ΙΙΙ με ruxolitinib), Σύμφωνα με την μελέτη, η πενταετής θεραπεία με ruxolitinib παρείχε όφελος συνολικής επιβίωσης για τους ασθενείς με μυελοΐνωση και παρουσίασαν 33% μείωση του κινδύνου θανάτου και περισσότεροι από τους μισούς ασθενείς με μυελοΐνωση (53,4%) παρουσίασαν επίσης σημαντικές μειώσεις (≥35%) στο μέγεθος του σπλήνα με τη θεραπεία με ruxolitinib, και διατήρησαν αυτό το όφελος για παρατεταμένα χρονικά διαστήματα (διάμεση διάρκεια 3,2 έτη).  Επίσης παρουσίασε μια κλινικώς σημαντική βελτίωση στη βαθμολογία συμπτωμάτων για τη  μυελοΐνωση – δύο σημαντικοί θεραπευτικοί στόχοι για τους πάσχοντες από μυελοΐνωση. Σε αυτή τη μελέτη Φάσης ΙΙΙ, ο βαθμός ίνωσης του μυελού των οστών που αποτελεί κύριο δείκτη ελέγχου της νόσου στη μυελοΐνωση, βελτιώθηκε (15,8%) ή διατηρήθηκε (32,2%) σε σχεδόν μισούς από τους ασθενείς που ακολούθησαν μακροχρόνια αγωγή με ruxolitinib.

“Δεδομένου ότι οι ασθενείς με μυελοΐνωση έχουν μειωμένο προσδόκιμο επιβίωσης και διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο επιπλοκών, τα αποτελέσματα 5ετούς παρακολούθησης της μελέτης COMFORT-II δείχνουν ένα μακροπρόθεσμο όφελος της θεραπείας με ruxolitinib,  το οποίο έχει σημασία για τους ασθενείς με μυελοΐνωση,”  δήλωσε η ερευνήτρια Claire Harrison, MD, Consultant Hematologist, Guy’s and St. Thomas’ NHS Foundation Trust, London. “Τα στοιχεία αυτά συμβάλλουν στην επιβεβαίωση του σημαντικού ρόλου που παίζει το ruxolitinib σε αυτούς τους δύσκολα διαχειρίσιμους ασθενείς.”

Όλες οι ανεπιθύμητες ενέργειες (AEs) ήσαν σε συμφωνία με τις προγενέστερες αναλύσεις της θεραπείας με ruxolitinib σε ασθενείς με μυελοΐνωση. Οι πιο συχνές AEs στους ασθενείς που λάμβαναν ruxolitinib είτε μετά την τυχαιοποίηση είτε μετά τη μετάβαση από το σκέλος της καλύτερης διαθέσιμης θεραπείας στο ruxolitinib ήταν θρομβοκυτταροπενία (52,4%), αναιμία (49,2%), διάρροια (35,6%) και περιφερικό οίδημα (33,0%). Οι πιο συχνές 3ου/4ου βαθμού ανεπιθύμητες ενέργειες συμπεριλάμβαναν αναιμία (22,5%), θρομβοκυτταροπενία (15,2%), πνευμονία (5,8%), γενική επιδείνωση της κατάστασης υγείας (4,2%) και αναπνευστική δυσχέρεια (4,2%)


Σε ξεχωριστή μελέτη Φάσης ΙΙΙ, που θα παρουσιαστεί σε επόμενο συνέδριο, το ruxolitinib, πέτυχε το πρωτεύον καταληκτικό σημείο - ασθενείς με αληθή πολυκυτταραιμία (ΑΠ) με αντοχή ή δυσανεξία στην υδροξυουρία, χωρίς διογκωμένο σπλήνα, οι οποίοι έλαβαν θεραπεία με ruxolitinib διατήρησαν έλεγχο του αιματοκρίτη τους δίχως την ανάγκη αφαιμάξεων.


“Η αυξανόμενη έρευνα επιβεβαιώνει τα οφέλη του ruxolitinib για ασθενείς με σπάνιες αιματολογικές κακοήθειες, όπως η μυελοΐνωση και η αληθής πολυκυτταραιμία, οι οποίοι έχουν περιορισμένες θεραπευτικές επιλογές,” δήλωσε ο Alessandro Riva, MD, επικεφαλής του Τμήματος Ανάπτυξης & Ιατρικών Υποθέσεων της Novartis Oncology παγκοσμίως. “Εκτός από την επίδειξη μακροχρόνιου οφέλους στην μυελοΐνωση, το ruxolitinib επέδειξε τη δυνατότητα να ωφελεί έναν ευρύτερο πληθυσμό ασθενών με αληθή πολυκυτταραιμία, γεννώντας ελπίδες σε μία ακόμα κοινότητα ανεπαρκώς εξυπηρετούμενων ασθενών.”

Το ruxolitinib είναι ένας από του στόματος αναστολέας των κινασών της τυροσίνης JAK 1 και JAK 2. Εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Αύγουστο του 2012 για τη θεραπεία της σχετικής με τη νόσο σπληνομεγαλίας ή συμπτωμάτων, σε ενήλικες ασθενείς με πρωτοπαθή μυελοΐνωση (επίσης γνωστή ως χρόνια ιδιοπαθής μυελοΐνωση), μυελοΐνωση μετά από αληθή πολυκυτταραιμία ή μυελοΐνωση μετά από ιδιοπαθή θρομβοκυττάρωση. Επιπλέον, στις 23 Ιανουαρίου 2015 το ruxolitinib έλαβε θετική γνωμοδότηση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την θεραπεία ενήλικων ασθενών με αληθή πολυκυτταραιμία, οι οποίοι παρουσιάζουν αντοχή ή δυσανεξία στην υδροξυουρία. Το ruxolitinib  είναι εγκεκριμένο σε περισσότερες από 95 χώρες για ασθενείς με μυελοΐνωση, συμπεριλαμβανομένων κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του Καναδά, της Ιαπωνίας και κρατών της Ασίας, της Λατινικής και της Νότιας Αμερικής, καθώς και σε 49 χώρες για ασθενείς με ΑΠ, συμπεριλαμβανομένων κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ιαπωνίας και του Καναδά. Η ακριβής ένδειξη του ruxolitinib ποικίλει από χώρα σε χώρα. 


Το φάρμακο καλύπτεται 100% στην χώρα μας. 

Για πρώτη φορά θεραπεύτηκε Έλληνας ασθενής με μεσογειακή αναιμία.

επιμέλεια medlabnews.gr iatrikanea

Η θαλασσαιμία θεωρείται μια ασθένεια που τα επόμενα 10 με 20 χρόνια θα αντιμετωπίζεται πλήρως και οριστικά με τη γονιδιακή θεραπεία. Οι ερευνητές έχουν βρει ποιο γονίδιο είναι αυτό που φταίει.

Είναι μια έρευνα που ξεκίνησε στις αρχές του 2.000 στην Ελλάδα, στο νοσοκομείο Παπανικολάου, στο Σιάτλ της Αμερικής και στην Γαλλία και την Ιταλία. Σήμερα, 20 χρόνια μετά, τα αποτελέσματα είναι θεαματικά. Θεραπεύονται ήδη πάσχοντες, έχουμε δύο Έλληνες, έναν από τη Θεσσαλονίκη και έναν από την Πελοπόννησο που έχουν πλέον απαλλαχθεί από τη νόσο, χάρη στη γονιδιακή θεραπεία που γίνεται στο κέντρο του νοσοκομείου Παπανικολάου.

Ελπιδοφόρα είναι τα πρώτα μηνύματα από ερευνητικά προγράμματα που βρίσκονται σε εξέλιξη σχετικά με την θεραπεία της Θαλασσαιμίας (Μεσογειακή Αναιμία), καθώς έως σήμερα από τους 28 ασθενείς παγκοσμίως που συμμετείχαν σε ερευνητικό πρόγραμμα γονιδιακής θεραπείας, το 80% σταμάτησε τις μεταγγίσεις. Ανάμεσά τους και Έλληνας ασθενής που υποβλήθηκε σε γονιδιακή θεραπεία, στο Νοσοκομείο «Παπανικολάου», το οποίο συμμετέχει στο ερευνητικό πρόγραμμα. Οι επιστήμονες εκφράζουν συγκρατημένη αισιοδοξία καθώς όπως αναφέρουν ακόμα βρισκόμαστε σε φάση μελετών, δηλαδή η γονιδιακή θεραπεία -το κόστος της οποίας αγγίζει το ένα εκατομμύριο ευρώ περίπου- δεν είναι ακόμα διαθέσιμη και θα πρέπει να αξιολογηθεί πλήρως, ώστε να έχουμε τα τελικά αποτελέσματα σχετικά με την ασφάλειά της, όπως τόνισαν κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου οι εκπρόσωποι της Ελληνικής Αιματολογικής Εταιρείας (ΕΑΕ), με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Θαλασσαιμίας στις 8 Μαΐου. Υπογράμμισαν ότι οι ασθενείς δεν θα πρέπει να σταματήσουν την θεραπεία τους, τονίζοντας ότι «η μετάγγιση παραμένει ο βασικός τρόπος αντιμετώπισης».

Όπως εξήγησε ο πρόεδρος της Ελληνικής Αιματολογικής Εταιρείας και Πρύτανης του ΕΚΠΑ, Δρ. Αθανάσιος Δημόπουλος, σήμερα η θαλασσαιμία -ένα νόσημα θανατηφόρο πριν κάποιες δεκαετίες- έχει μετατραπεί σε χρόνιο-διαχειρίσιμο νόσημα, με μακρά επιβίωση και μεγάλη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών κυρίως λόγω της σημαντικής προόδου στην πρόληψη, διάγνωση και θεραπεία της που έχει επιφέρει θετική αλλαγή στην ολιστική αντιμετώπιση και στη φυσική πορεία του νοσήματος».
«Οι νέες τεχνολογίες στον τομέα της πρόληψης αναμένεται να μειώσουν περαιτέρω τις γεννήσεις πασχόντων, ενώ έχει επιτευχθεί σημαντική βελτίωση στις στρατηγικές μετάγγισης και αποσιδήρωσης, καθώς και στη μεταμόσχευση μυελού των οστών. Επίσης, οι νέες θεραπευτικές προσεγγίσεις, όπως η γονιδιακή θεραπεία, η γονιδιακή τροποποίηση και η φαρμακευτική ενίσχυση της ερυθροποίησης, πρακτικά οδηγούν στην ελαχιστοποίηση των μεταγγίσεων ή και στην ελεύθερη μεταγγίσεων θεραπευτική αντιμετώπιση των ασθενών», ανέφερε ο πρόεδρος της Διοικούσας Επιτροπής του Τμήματος «Ερυθροκυττάρου & Αιμοσφαιρινοπαθειών» της ΕΑΕ, Δρ. Ιωάννης Παπασωτηρίου, Κλινικός Βιοχημικός, Δ/ντής Βιοχημικού Τμήματος Γενικού Νοσοκομείου Παίδων Αθηνών «Η Αγία Σοφία».
Η θαλασσαιμία είναι μια κληρονομική αιματολογική διαταραχή που προκαλείται από ένα γενετικό έλλειμμα της αιμοσφαιρίνης, η οποία απαντάται στα ερυθρά αιμοσφαίρια και μεταφέρει το οξυγόνο στον οργανισμό. Το έλλειμμα αυτό έχει ως αποτέλεσμα την παραγωγή μειωμένων και μη λειτουργικών ερυθρών αιμοσφαιρίων και μπορεί να προκαλέσει από ήπια μέχρι πολύ σοβαρής μορφής αναιμία, με άμεση ανάγκη μεταγγίσεων.

Διαβάστε επίσης

Θαλασσαιμία (Μεσογειακή Αναιμία). Τι είναι και τι συμβαίνει στην Ελλάδα; Διαφοροδιάγνωση, Φορείς

Τι δείχνει η γενική αίματος; Τι εξετάσεις περιλαμβάνει; Ποιες οι υψηλές και χαμηλές τιμές τους;

του Αλέξανδρου Γιατζίδη, M.D., medlabnews.gr  iatrikanea


Η γενική αίματος (Full Blood Count) αποτελεί εξέταση ρουτίνας. Είναι ίσως η πιο σημαντική εξέταση αίματος, αφού τα ευρήματα της δίνουν πολύτιμες διαγνωστικές πληροφορίες για την κατάσταση και την εικόνα της υγείας του ανθρώπινου οργανισμού. 

Σιδηροπενική αναιμία. Πώς λαμβάνονται τα χάπια σιδήρου; Για πόσο διάστημα; Άλλοι τρόποι παροχής σιδήρου.


του Κωνσταντίνου Λούβρου, M.D., medlabnews.gr iatrikanea

Κουράζεστε πολύ εύκολα;  
Έχετε χλωμή όψη; 
Έχετε σκεφτεί ότι μπορεί να έχετε αναιμία; 
Μήπως πρέπει να πάρετε σίδηρο;

Tι είναι όμως η σιδηροπενική αναιμία; 

Η σιδηροπενική αναιμία είναι μια μορφή αναιμίας που προκύπτει όταν ο οργανισμός παρουσιάζει έλλειψη σε σίδηρο. Η ανεπάρκεια του σιδηρού διαταράσσει τη λειτουργία της αιμοσφαιρίνης με αποτέλεσμα να περιορίζεται η μεταφορά του οξυγόνου στους ιστούς. Η σιδηροπενική αναιμία είναι η συνηθέστερη μορφή αναιμίας στον κόσμο, και κυρίως στις αναπτυσσόμενες χώρες εξαιτίας των εντερικών παρασιτικών μολύνσεων και της πτωχής σε σίδηρο διατροφής.

Που οφείλεται; 
Η σιδηροπενική αναιμία προκαλείται όταν ο οργανισμός: 
   δεν προσλαμβάνει επαρκές σίδηρο είτε γιατί δεν του παρέχεται μέσω της διατροφής είτε γιατί, ακόμη και όταν του παρέχεται, δε μπορεί να το απορροφήσει εξαιτίας αχλωρυδρίας (δηλαδή αλλαγή στην οξύτητα του στομάχου), γαστρεκτομής, ή συνδρόμων δυσαπορρόφησης 
   χάνει σίδηρο εξαιτίας αυξημένων αναγκών ( παιδική ηλικία, εγκυμοσύνη, έμμηνος ρύση) 
   χάνει σίδηρο εξαιτίας αιμορραγίας που προκαλείται από ασθένεια του πεπτικού, όπως είναι οι αιμορροΐδες, το πεπτικό έλκος, τα νεοπλάσματα, η εκκολπωμάτωση, κ.α 
   χάνει αίμα εξαιτίας αιμορραγίας του εσωτερικού τοιχώματος που προκαλείται από τη μακροχρόνια λήψη ασπιρίνης και μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων (ΜΣΑΦ) 
Ο χαμηλός αριθμός των ερυθρών αιμοσφαιρίων δεν αποτελεί απαραίτητα συνώνυμο της αναιμίας. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ο αριθμός αυτών των κυττάρων είναι φυσιολογικός ή ακόμα και αυξημένος. Αντιθέτως, η αναιμία υπάρχει αναμφισβήτητα, αν είναι πολύ χαμηλά σε σχέση με τα φυσιολογικά επίπεδα τα ποσοστά:

- Της αιμοσφαιρίνης, δηλαδή της χρωστικής ουσίας που προσδίδει στο αίμα το κόκκινο χρώμα του και μεταφέρει το οξυγόνο από τους πνεύμονες στους περιφερειακούς ιστούς,
- Του αιματοκρίτη, δηλαδή της ποσότητας του αίματος που υπάρχει στα ερυθρά αιμοσφαίρια. 

    Ο σίδηρος, είναι ένα συστατικό απαραίτητο για την σύνθεση της αιμοσφαιρίνης, η οποία μεταφέρει το οξυγόνο από τους πνεύμονες προς τους ιστούς και τα διάφορα όργανα του σώματος και απομακρύνει το διοξείδιο του άνθρακα.

    Το 30% του ολικού σιδήρου περίπου που έχουμε στο σώμα μας βρίσκεται αποθηκευμένο στο συκώτι, το σπλήνα και το μυελό των οστών με τη μορφή ουσιών, όπως φεριτίνη και αιμοσιδηρίνη, προσλαμβάνεται από τον οργανισμό μέσω των τροφών και απορροφάται από το λεπτό έντερο.

    Τι μπορείτε να κάνετε για να αντιμετωπίσετε τη σιδηροπενική αναιμία

    Το πρώτο που πρέπει να γίνει είναι η ανακάλυψη του αιτίου που έχει προκαλέσει τη σιδηροπενική αναιμία. Το συνηθέστερο σφάλμα που γίνετε είναι η χορήγηση σιδήρου χωρίς να έχει διερευνηθεί η αιτία της αναιμίας . Ο οικογενειακός σας Ιατρός είναι αυτός που θα σας κατευθύνει ανάλογα με το ιστορικό σας και τις απαραίτητες εργαστηριακές εξετάσεις ( αιματολογικές , γαστροσκόπηση , κολονοσκόπηση κ.α. ) . Ακολούθως και στις πιο πολλές περιπτώσεις είναι αρκετή η αύξηση του σιδήρου της διατροφής με την κατάλληλη επιλογή των τροφών. Επίσης, κατά την εγκυμοσύνη χορηγούνται πάντα σκευάσματα σιδήρου, εφόσον η διατροφή δεν επαρκεί συνήθως για την κάλυψη των αυξημένων αναγκών.

    Γιατί πρέπει να πάρετε χάπια σιδήρου;

    Οι περισσότεροι άνθρωποι θα πρέπει να προσλαμβάνουν όλη την ποσότητα σιδήρου που χρειάζονται ακολουθώντας μια πλούσια και ισορροπημένη διατροφή, οπότε δεν είναι απαραίτητο να παίρνουν συμπληρώματα ή χάπια σιδήρου. Αν τα επίπεδα σιδήρου στον οργανισμό σας είναι πολύ χαμηλά, ο γιατρός σας ενδέχεται να σας συστήσει να παίρνετε χάπι που περιέχει σίδηρο.
    Άτομα που χάνουν αίμα από το σώμα τους όπως από το έντερο βρίσκονται ιδιαίτερα σε κίνδυνο να βρεθούν με χαμηλό σίδηρο και αναιμία. Μερικές φορές αιμορραγία από το έντερο μπορεί να μην είναι ορατή στα κόπρανα.

    Πώς ενεργούν τα χάπια σιδήρου;

    Ο καλύτερος τρόπος της θεραπείας των  χαμηλών επιπέδων σιδήρου στο σώμα είναι η λήψη σιδήρου, είτε ως χάπι είτε ως υγρό. Μερικές φορές χορηγείται και ενδοφλεβίως. Τα χάπια σιδήρου είναι ασφαλή, αποτελεσματικά και η λήψη τους εύκολη έτσι συνήθως δοκιμάζονται πρώτα. Ο σίδηρος στα χάπια απορροφάται από το έντερο και χρησιμοποιείται από τον οργανισμό. Χάπια σιδήρου στη σωστή δόση μπορεί να αποδώσουν μέσα σε λίγες βδομάδες αν υπάρχει σιδηροπενική αναιμία όση και η χορήγηση 2 σακούλες αίματος που είναι φυσιολογικά στο σώμα σας. Η θεραπεία με σίδηρο
    μπορεί να πάρει μια-δυο βδομάδες  για να αρχίσει να κάνει την διαφορά στο να νιώθετε καλύτερα.

    Πόσο καιρό θα πρέπει να παίρνετε χάπια σιδήρου;

    Χάπια σιδήρου συχνά χρειάζονται για τουλάχιστον λίγους μήνες αλλά είναι διαφορετικό για κάθε άτομο. Εξαρτάται από την αιτία για τα χαμηλά επίπεδα σιδήρου, την ποσότητα απώλειας αίματος και την ανταπόκριση στις αρχικές λίγες βδομάδες θεραπεία.

    Ρωτήστε το γιατρό σας πόσο καιρό θα πρέπει να τα παίρνετε και ξαναρωτήστε μετά από την εξέταση αίματος και όταν διαπιστωθεί η αιτία χαμηλού επιπέδου σιδήρου. Μπορεί να υπάρξουν φορές που θα πρέπει να σταματήσετε τα χάπια σιδήρου για λίγο καιρό όπως πριν από κολονοσκόπηση ή αμέσως μετά από μια εγχείρηση. Αν σας τα σταματήσουν, ρωτήστε πότε να τα ξαναρχίσετε ούτως ώστε να μην ξεχαστούν.

    Η αύξηση σιδήρου στη δίαιτά μου μπορεί να βοηθήσει στα χαμηλά επίπεδα σιδήρου;

    Μια και ένα άτομο ήδη έχει χαμηλό επίπεδο σιδήρου και γίνει αναιμικό είναι δύσκολη η  αποκατάσταση του σιδήρου στον οργανισμό, ακόμα και με μια δίαιτα που είναι υψηλή σε σίδηρο. Τα χάπια σιδήρου φέρνουν τα επίπεδα στο κανονικό πιο γρήγορα, τότε η δίαιτα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη διατήρηση των επιπέδων υψηλά (με την προϋπόθεση ότι έχει σταματήσει η αιμορραγία).

    Πώς λαμβάνονται τα χάπια σιδήρου;

    > Πάρτε σύμφωνα με τις οδηγίες του γιατρού σας (συνήθως 1 χάπι μια ή δυο φορές τη μέρα). Αν χρειάζεται να παίρνετε χάπι δυο φορές τη μέρα τότε ο γιατρός σας μπορεί να συστήσει να αρχίσετε με ένα τη μέρα για λίγες μέρες και μετά να το αυξήσετε σε δυο φορές
    τη μέρα.
    > Ο σίδηρος απορροφάται καλύτερα αν παρθεί με άδειο στομάχι (μια ώρα πριν ή δυο ώρες μετά το φαγητό) αν είναι δυνατό.
    > Πάρτε το χάπι σιδήρου με νερό ή χυμό ΟΧΙ με καφέ, τσάι, κόλα, κακάο ή μαύρο κρασί (αυτά μειώνουν την ποσότητα σιδήρου που απορροφάται). Πάρτε ολόκληρο το χάπι (μην το λιώσετε/μασήσετε).
    > Τα χάπια σιδήρου πρέπει να παίρνονται 2 ώρες ή περισσότερες μετά μερικά είδη φαρμάκων περιλαμβανομένων και των αντιόξινων, τα χάπια ασβεστίου και μερικά φάρμακα για οστεοπόρωση, θυρεοειδή ή Parkinson’s καθώς και μερικά αντιβιοτικά. Ρωτήστε το γιατρό ή το φαρμακοποιό σας.

    Τι παρενέργειες μπορεί να έχετε;

    Όλα τα άτομα δεν παρουσιάζουν παρενέργειες από χάπια σιδήρου. Μερικές φορές ενοχλούν την κοιλιά, προκαλούν ναυτία (αίσθημα αναγούλας), κοιλόπονο, δυσκοιλιότητα και διάρροια. Συνήθως αυτά καλυτερεύουν καθώς το σώμα σας τα συνηθίζει. Αν έχετε άλλα συμπτώματα ή αν τα πιο πάνω συμπτώματα είναι έντονα ή σας ανησυχούν επικοινωνήστε με το γιατρό σας. Είναι φυσιολογικό τα χάπια σιδήρου να κάνουν τα κόπρανα μαύρα.

    Τρόποι ελάφρυνσης των παρενεργειών

    > Λήψη χαπιών σιδήρου με φαγητό ή τη νύχτα μπορεί να βοηθήσει να μειώσει τις ενοχλήσεις στην κοιλιά.
    > Αν η δυσκοιλιότητα είναι πρόβλημα, αύξηση της καθημερινής λήψης υγρών και ινών μπορεί να βοηθήσει. Ζητήστε συμβουλή από το γιατρό ή το φαρμακοποιό σας για ένα ήπιο καθαρτικό αν χρειάζεται.
    > Τα πιο κάτω μπορεί μερικές φορές να βοηθήσουν (μιλήστε με το γιατρό σας):
    – αλλαγή χαπιών (σε διαφορετικό άλας σιδήρου)
    – λήψη 1 χαπιού, 2 ή 3 φορές τη βδομάδα
    – λήψη μικρότερης δόσης (1/2 ή 1/3 της ποσότητας του χαπιού) ως υγρό (Ferroliquid)
    αύξηση σιγά - σιγά σε 2 ή 3 φορές τη μέρα.

    ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Υπάρχουν διαθέσιμα πολλά χάπια/τονωτικά σιδήρου που περιέχουν μόνο πολύ μικρή ποσότητα σιδήρου (για αυτό δεν
    προκαλούν παρενέργειες). Δεν είναι αρκετά δυνατά για να αυξήσουν τα επίπεδα σιδήρου σας αρκετά γρήγορα.

    Άλλοι τρόποι παροχής σιδήρου

    Αν δεν μπορείτε να ανεχθείτε τα χάπια σιδήρου
    (ιδιαίτερα όταν υπάρχει σημαντική αναιμία), μπορεί να χρειαστεί ενδοφλέβια (ΙV) λήψη σιδήρου μέσω διασωλήνωσης, κατόπιν
    συμβουλής από ειδικό γιατρό. Αυτό δεν είναι κάτι που χρειάζεται να γίνεται τακτικά καθώς οι πιο πάνω ενχύσεις συνήθως είναι
    αποτελεσματικές.
     Έγχυση σιδήρου με ένεση ενδομυϊκά δεν συστήνεται καθώς προκαλεί πόνο και μπορεί να προκαλέσει μόνιμη ουλή ή αποχρωματισμό στο δέρμα._

    ΠΗΓΕΣ: 
    MEDLAB ΙΑΤΡΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ. www.medlab.gr
    Βρετανικός ∆ιαιτολογικός Σύλλογος www.bda.uk.com/foodfacts

    Βρετανική Υπηρεσία Προδιαγραφών των Τροφίμων: www.eatwell.gov.uk

    Επιλογές του NHS http://www.nhs.uk/Pages/HomePage.aspx
Υπηρεσίες Μετάγγισης στο Η.Β. http://www.transfusionguidelines.org.uk/index.aspx
    Copyright © 2015-2022 MEDLABNEWS.GR / IATRIKA NEA All Right Reserved. Τα κείμενα είναι προσφορά και πνευματική ιδιοκτησία του medlabnews.gr
    Kάθε αναδημοσίευση θα πρέπει να αναφέρει την πηγή προέλευσης και τον συντάκτη. Aπαγορεύεται η εμπορική χρήση των κειμένων